Αυτό που πάντα τρόμαζε στις επιδημίες ήταν το τυχαίο, δηλαδή το ακατανόητο.
Το 1911, για παράδειγμα, ξέσπασε μία από τις τελευταίες επιδημίες βουβωνικής πανώλης στην Κίνα. Το επίκεντρο ήταν η Μαντζουρία όπου η πανώλη ήταν ενδημική στους πληθυσμούς ενός τρωκτικού της στέπας, της μαρμότας. Το κυνηγούσαν για τη γούνα του κι έτσι ήταν σχετικά εύκολο να περάσει ο βάκιλος της πανώλης στους ανθρώπους. Για αιώνες ωστόσο τα τοπικά έθιμα που είχαν επικρατήσει, τα οποία είχαν μυθολογικές εξηγήσεις, αποτελούσαν ένα σχετικά αποτελεσματικό εμπόδιο. Το να στήνει κανείς παγίδες για παράδειγμα ήταν ταμπού, τις μαρμότες μόνο τις πυροβολούσαν. Ένα ζώο που κινείτο αργά, απαγορευόταν να το πιάσουν ενώ αν μια αποικία έδειχνε σημάδια αρρώστιας, τότε οι νομάδες έπρεπε να ξεστήσουν τις σκηνές τους και να πάνε μακριά για να αποφύγουν την κακή τύχη. Χωρίς να το ξέρουν απέφευγαν έτσι την ασθένεια. Στις αρχές του 20ού αιώνα ωστόσο, με την κρίση της δυναστείας των Μαντσού, η περιοχή άνοιξε σε Κινέζους μετανάστες. Αυτοί θεώρησαν το εμπόριο της γούνας μια εξαιρετικά επικερδή και εύκολη απασχόληση. Μόνο που δεν είχαν τα ίδια έθιμα κι έτσι ξέσπασε μία από τις τελευταίες μεγάλες επιδημίες πανώλης στον κόσμο.
Πέρα από το τυχαίο πάντως, η μετάδοση των ασθενειών και κυρίως η μετατροπή μιας ασθένειας σε επιδημία ή πανδημία, προϋπέθεταν τη συνύπαρξη μιας σειράς παραγόντων.
Ένας δεύτερος παράγοντας ήταν η ύπαρξη σημαντικών αστικών κέντρων, όρος απαραίτητος για να συντηρηθεί μια επιδημία. Σε μικρές ομάδες ατόμων, προσβάλλει όσους είναι να προσβάλλει και στη συνέχεια εξαφανίζεται καθώς οι υπόλοιποι αποκτούν ανοσία. Ειδικά η πανώλη μάλιστα, επειδή σκότωνε και τα ποντίκια, χρειαζόταν συνεχώς παρθένους πληθυσμούς.
Φυσικά και στην πανώλη το τυχαίο έπαιξε ρόλο. Για παράδειγμα, στην έναρξη της επιδημίας. Το 1346 ένα μογγολικό στράτευμα πολιόρκησε την πόλη Θεοδοσία, ένα σημαντικό εμπορικό κέντρο στην Κριμαία. Όταν οι στρατιώτες προσβλήθηκαν από την πανώλη έλυσαν την πολιορκία, είχαν όμως προηγουμένως μεταδώσει την ασθένεια στους κατοίκους της πόλης και η αλυσίδα ξεκίνησε.
Αν και η εξήγηση που έδιναν στηριζόταν στη Βίβλο, όχι στην κατανόηση της ασθένειας, η πρακτική ήταν αρκετά αποτελεσματική καθώς οι σαράντα ημέρες ήταν αρκετές για να κάνει η αρρώστια τον κύκλο της. Όσοι προσβάλλονταν θα είχαν πεθάνει μέσα σε αυτό το διάστημα. Δεν ίσχυε πάντα το ίδιο για τα ποντίκια και τους ψύλλους που μετέφεραν τον βάκιλο. Αυτά φυσικά, όπου ήταν δυνατόν, παραβίαζαν την καραντίνα.
Όπως και τα περιοριστικά μέτρα σήμερα η γενίκευση της καραντίνας προκαλούσε και τότε αντιδράσεις και μάλιστα πολύ πιο έντονες. Όταν, για παράδειγμα, ανάλογα μέτρα πήγαν να εφαρμοστούν στον Βορά τον 19ο αιώνα, για τη χολέρα, οι Άγγλοι φιλελεύθεροι αντέδρασαν καθώς τη θεωρούσαν περιορισμό του εμπορίου. Χρειάστηκε να πειστούν πρώτα οι επιστήμονες ότι η μετάδοση των ασθενειών οφειλόταν σε μικρόβια, για να γίνουν αποδεκτοί οι περιορισμοί. Δεν ήταν εύκολο. Η θεωρία του «μιάσματος» είχε βαθιές ρίζες. Όταν ο Κοχ ανακάλυψε τον βάκιλο της χολέρας, το επιστημονικό καταστημένο τον αμφισβήτησε. Ένας διάσημος γερμανός γιατρός μάλιστα, για να αποδείξει ότι έκανε λάθος, ήπιε ένα ποτήρι γεμάτο βακίλους. Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν ασθένησε, πιθανώς λόγω της αγωνίας του, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την υπερέκκριση γαστρικών υγρών που σκότωσαν τον βάκιλο. Αυτά το 1892, όταν ήδη δηλαδή είχαμε μπει στην εποχή του μικροσκόπιου!
Έστω κι έτσι έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί διάφορες θεωρίες για τον καθοριστικό ρόλο των επιδημιών στην ανθρώπινη ιστορία.
Όσο για την πρώτη επιδημία πανώλης επί Ιουστινιανού, αποτέλεσε ίσως μία από τις αιτίες που ο Βυζαντινός αυτοκράτορας δεν κατάφερε να ενοποιήσει ξανά τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες μπόρεσαν να επεκταθούν προς τον Νότο ενδεχομένως και λόγω της ασθένειας που έπληξε τα γαλλικά στρατεύματα στην Κεντρική Αμερική. Τα είχε στείλει ο Ναπολέων το 1802 για να καταπνίξουν μια εξέγερση στον Άγιο Δομίνικο, οι 33.000 βετεράνοι που τα αποτελούσαν, όμως, αποδεκατίστηκαν μέσα σε πολύ λίγο χρόνο από τον κίτρινο πυρετό. Μπήκε έτσι φρένο στα όνειρά για επέκταση της γαλλικής κυριαρχίας στην αμερικανική ήπειρο. Ήταν ένας από τους λόγους που οδήγησαν τον Ναπολέοντα στην απόφασή του να πουλήσει τη Λουιζιάνα στις ΗΠΑ.
Όλες αυτές οι θεωρίες βέβαια είναι δύσκολο να αποδειχθούν. Παραμένουν αντικείμενο έρευνας και διαφωνιών. Στην περίπτωση των ιθαγενών της Νότιας Αμερικής ωστόσο, κανείς πια δεν αμφισβητεί ότι στην επικράτηση των Ισπανών οι ασθένειες ήταν καθοριστικός παράγοντας. Τα νούμερα είναι συγκλονιστικά όσο και αν υπάρχουν αποκλίσεις στις σχετικές εκτιμήσεις. Ορισμένοι ιστορικοί ανεβάζουν τις απώλειες ακόμα και στο 90% ενός πληθυσμού που οι περισσότερες εκτιμήσεις τον φέρνουν στα 40 με 50 εκατομμύρια! Η νίκη του Κορτέζ είναι χαρακτηριστική. Στην αρχή οι Αζτέκοι τον έδιωξαν από τη (σημερινή) πόλη του Μεξικού, σκοτώνοντας πολλούς στρατιώτες του. Δεν τον ακολούθησαν ωστόσο για να τον εξοντώσουν και η μόνη λογική εξήγηση είναι η επιδημία ευλογιάς η οποία εκείνο τον καιρό ερήμωνε την Τενοστιτλάν, σκοτώνοντας ανάμεσα σε άλλους και τον αρχηγό της εξέγερσής τους. Ανάλογη επιτυχία είχε ο Πιζάρο με τους Ίνκας. Δεν αποδεκατίστηκαν όμως μόνο οι πληθυσμοί. Χάθηκαν και οι πολιτισμοί. Γιατί η επιδημία είχε και αυτό το χαρακτηριστικό: έπληττε σχεδόν αποκλειστικά τους ιθαγενείς.
Οι περισσότερες ασθένειες, όταν κάνουν τον κύκλο τους, έχουν την τάση να γίνονται πιο ήπιες και να μετατρέπονται σε παιδικές. Οι μεγάλοι αποκτούν ανοσία. Έτσι οι Ισπανοί δεν είχαν πρόβλημα καθώς η ευλογιά είχε μακρά ιστορία στην Ευρώπη. Η ανοσία τους ωστόσο θεωρήθηκε ότι αποδείκνυε την υπεροχή των θεών τους έναντι των ντόπιων θεών. Είναι ένας βασικός λόγος που ο καθολικισμός επικράτησε τόσο εύκολα στη Λατινική Αμερική. Άλλωστε όσοι λίγοι ιθαγενείς επιβίωσαν νόμιζαν ότι παρακολουθούσαν το τέλος του κόσμου τους. Ήταν εξαντλημένοι χωρίς το παραμικρό περιθώριο αντίστασης.
Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο κορωνοϊός θα έχει ανάλογες επιπτώσεις στις σημερινές κοινωνίες. Ήδη όμως γίνονται συζητήσεις για τις ιδεολογικές και τις κοινωνικές ανακατατάξεις που θα επιφέρει.
Y.Γ. Οι πληροφορίες προέρχονται από το συναρπαστικό βιβλίο «Plagues and People» του ιστορικού William H. McNeill.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου