"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΣΥΡΙΖΟΚΑΘΡΜΑΤΟΣΟΥΡΓΕΛΟΞΕΦΤΙΛΑΡΑΔΙΚΟ: Υπαρξη κούφια συνείδησης, τι να σου πω;

Το είδα. Με περίλουσε αυτόματα μια φρικτή αμηχανία. Τι είναι ετούτο; 


Ψέματα. Είναι ψέματα. Δεν μπορεί. Πλάκα; Τι πλάκα; Ποιος πλάκα; Τι σόι πλάκα; Λες αλήθεια; Είναι αλήθεια;  


Δεν είναι δυνατόν. Aγαλμα. Σβέλτα έκλεισα, όχι, όχι. Δεν έκλεισα μόνο το ipad αλλά το παραμέρισα με τρόμο. Μετά αηδία. Μετά από λίγο το ξανάνοιξα γιατί στο ενδιάμεσο ανέβαινε θυμός και γέμιζε κάθε μου πόρο. Για να επιβεβαιώσω ότι το είχα δει το ξαναείδα. Θυμός! Πολύς! Έβρισα, έβρισα, ούτε ξέρω πόσο έβρισα. Ενώ ο μισός μου εγκέφαλος έστηνε διαστροφικά ένα συνεργείο πίσω από την κάμερα.   


Μια μακιγιέρ να βάφει σαν για στεναχωρημένη: «Πιο αχνά κάνε τα μάτια. Σαν να έχω κλάψει».  


Ενας σκηνοθέτης να δίνει κατεύθυνση: «Πάμε ξανά! Σε θέλω πιο πονεμένη και αποφασισμένη όμως. Εδώ να κοιτάς! Πιο θλιμμένη, πιο!» και «ρίξτε πίσω της φωτιά! Να φαίνεται μέσα σε φωτιά». 


Σίχαμα! Σί-χα-μα!..  


Πλέον κενή, άδεια, αρχίζω να μελετάω το ον που είχα μπροστά μου. Σαν για κάτι παράξενο, σαν για κάτι πέρα από ανθρώπινο. Την ακούω και την ξανακούω και χάνω κάθε φορά το στοίχημα…  


«Οταν αυτοί οι ίδιοι διέγραψαν τα πλάνα της επίσκεψής μου αμέσως μετά την τραγωδία…Έμεινα σιωπηλή». Σώπα! 


«Οταν έριξαν το φταίξιμο σε μένα… Έμεινα σιωπηλή». Τι τράβηξες και συ!  


«Οταν αυτοί, οι ίδιοι τοξικοί άνθρωποι κατηγόρησαν γενικά τους γενναίους πυροσβέστες και αστυνομικούς που διακινδύνευσαν την ίδια τους τη ζωή για να σώσουν άλλους…». Τότε σίγουρα θα πει ότι μίλησε, ότι χύμηξε κατά πάνω… Ομως την ακούω ξανά. «Εγώ έμεινα σιωπηλή». Και το καμαρώνει; Και το γυρίζει βίντεο. 


Τι σόι πλάσμα! Μια γυναίκα. Συνεχίζω να μετράω με προσοχή λέξη τη λέξη της. Ακούω στεγνά. Να βρω τον γρίφο. Τι σόι πλάσμα ετούτο το πλάσμα; 


Bingo! Η φράση κλειδί του πλάσματος είναι:  



«Αρνήθηκα να κοιμάμαι ήσυχη τα βράδια». Δηλαδή, το να κοιμάσαι ή όχι τα βράδια είναι θέμα άρνησης ή κατάφασης; Δηλαδή, να θεωρήσω ότι σε διατάζει κάποιος: «Κοιμηθείτε ήσυχη μαντάμ» και συ απαντάς: «Αρνούμαι να κοιμηθώ ήσυχη»; 


Τόσο έχει εισχωρήσει «η εικόνα» και «ο σκοπός», που θεωρείς ότι μπορείς να καταθέσεις αυτό ως εύσημο: «Αρνήθηκα να κοιμάμαι ήσυχη τα βράδια»;  


Τι λείπει από τη φράση;  


Η πυξίδα του ανθρώπου. Το κυριότερο όργανο, μη όργανο της ανθρώπινης υπόστασης. Η συνείδηση. Και η σχέση της με το ταβάνι. Το πιο ιερό σημείο του σπιτιού μας. Σε εκείνη την άτιμη, ψυχοφθόρα διεργασία της αϋπνίας. Όταν σταυρώνεις τα χέρια πίσω από το σβέρκο και κοιτάς και κοιτάς. Και σε κοιτάς και από ψηλά καθώς γίνεται το ταβάνι καθρέπτης. Ταβανοκαθρέπτης. Και σε μετράς στυγνά. Για ότι έκανες και για ότι δεν έκανες… 


 Συνείδηση το λένε, καρδιά μου! Και θες, πόσο θες να κοιμηθείς αλλά σου χτυπάει σφυρί η συνείδηση.  


«Αρνήθηκα να κοιμάμαι ήσυχη τα βράδια»… Τι άρνηση επικαλείται ετούτο το ον, Θεέ μου! 102 νεκροί. Και τίποτα να μην περνούσε από το χέρι σου… 102 νεκροί. «Αν είστε θυμωμένοι ελάτε να μου μιλήσετε για τον θυμό σας». Καημένη, καμένη, κατακαμένη. Υπαρξη κούφια συνείδησης, τι να σου πω; 


ΥΓ: Θα σας προέτρεπα να μιλήσετε σεις με κάποιον άνθρωπο. Γιατί άραγε σας καταδιώκει ότι τοξικοί άνθρωποι καταδιώκουν την τοξικότητά σας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: