ΣΥΡΙΖΟΣΟΥΡΓΕΛΟΚΑΤΣΑΠΛΙΑΔΙΚΟ: Η εξομολόγηση ενός υποψηφίου
Παραβιάζοντας γραπτούς και άγραφους νόμους αντιγράψαμε τα ανέκδοτα απομνημονεύματα επίδοξου εθνοσωτήρα και τα παρουσιάζουμε σε παγκόσμια πρώτη!
Από τον Παναγιώτη Λιάκο
Και που το γράφω αυτό πολύ είναι. Βαριέμαι αφόρητα.
Σε γενικές γραμμές βαριέμαι οτιδήποτε έχει να κάνει με μια συγκροτημένη εργασία που πρέπει να ξεκινήσει από ένα σημείο για να καταλήξει κάπου. Στο σχολείο βαριόμουν όλον τον χαμένο χρόνο ανάμεσα στα διαλείμματα. Μετά βαριόμουν οτιδήποτε είχε να κάνει με το γράψιμο και το διάβασμα. Αλλα παιδιά, για να γλιτώσουν (έτσι νόμιζαν τα κουτορνίθια) από το υποχρεωτικό διάβασμα, κατέφευγαν στη λύση διαβάσματος εξωσχολικών βιβλίων! Πανηλίθιο σχέδιο, πιο ανόητο κι απ' τους δασκάλους και τους καθηγητές που νομίζουν ότι είναι έξυπνοι ενώ κακοπληρώνονται για να μπορούμε εμείς να τους πρήζουμε ολημερίς τα συκώτια. Αν διαβάζεις εξωσχολικά βιβλία για να «εκδικηθείς» τα σχολικά, που είναι υποχρεωτικά, είναι σαν να δουλεύεις οικοδόμος και πριν χτίσεις έναν τοίχο (που θα τον πληρωθείς) να χτίσεις έναν άλλον κάπου αλλού χωρίς να σ' το ζητήσουν και δίχως να σε πληρώσουν για αυτόν.
Το σχολείο βρήκε έναν τρόπο και πέρασε. Πέρασε από πάνω μου δίχως να αφήσει ίχνη. Από όσα προσπάθησαν να μας μάθουν θυμάμαι ελάχιστα. Τον χημικό τύπο του διοξειδίου του άνθρακα, το CO2. Θυμάμαι και την πρωτεύουσα της Κολομβίας, που είναι η Μπογκοτά. Εχω συγκρατήσει, επίσης, ότι οι Αθηναίοι και οι Σπαρτιάτες δεν άφησαν πολύ καιρό να χαρούν τη νίκη κατά των Περσών, αλλά έκαναν την Ελλάδα μπίλιες από το 431 έως το 404 π.Χ. Στον εμφύλιο που διέλυσε τον αρχαίο κόσμο δεν νίκησε η δημοκρατία, αλλά αυτό το πολίτευμα χάθηκε για λίγο από την πόλη για να ξανάρθει μετά και να καταδικάσει τον Σωκράτη σε θάνατο. Από τα μαθηματικά θυμάμαι την απλή μέθοδο των τριών και από τα θρησκευτικά ότι οι εικόνες σε κάποια φάση καταργήθηκαν, αλλά αυτό δεν κράτησε πολύ.
Το σχολείο πέρασε, πέρασε δύσκολα, αλλά ευτυχώς δεν το θυμάμαι. Ούτε κι αυτά που γάνιαζαν για να μας μάθουν μπορώ να ανακαλέσω. Δεν πειράζει. Τα θυμούνται οι καθηγητές. Τα σχολεία γι' αυτούς υπάρχουν, άλλωστε.
Mετά το σχολείο κάτι έπρεπε να κάνω. Καλός ο χαβαλές, καλύτερο το δεκαπενταμελές (κόντεψα να παραιτηθώ, τεράστια ευθύνη η πενταήμερη στη Ρόδο), καλυτερότερες οι καταλήψεις, αλλά τα γάλατα σφίγγανε. Και οι περιστάσεις σφίγγανε και ο Στρατός με περικύκλωνε από παντού. Και μόνο το γεγονός πως πέρασα περιοδεύων αρκεί για να αιτιολογήσει και να δικαιολογήσει τις μετέπειτα επιλογές μου. Οταν βίωσα αυτή την εμπειρία, να περάσω πύλη στρατοπέδου, ένιωσα σαν πολυετής αιχμάλωτος πολέμου στα νύχια των Βιετκόνγκ, κι ακόμα χειρότερα. Στην περίπτωσή μου δεν υπήρχε Ράμπο με αποστολή να με απεμπλέξει από τον αφανισμό του χακί. Τρομακτικό πράγμα ο Στρατός. Εχει πρόγραμμα, όπλα, αγγαρείες και, το κυριότερο, κανόνες, που εφαρμόζονται! Οπως συμβαίνει στανταράκι με τους φυγόπονους, είμαι πιο δειλός κι από αλαφροΐσκιωτο λαγό που βρέθηκε σε πεδίο βολής, όπου τον τουφεκάνε 1.000 κυνηγοί και τον καταδιώκουν 1.000 αγέλες πεινασμένων λύκων.
Προσπάθησα, λοιπόν, να πάρω αναβολή. Θα μπάρκαρα ακόμα και μούτσος σε γκαζάδικο, αλλά με αναγούλιαζε η ιδέα του καμάτου. Γι’ αυτό έπρεπε να περάσω στο πανεπιστήμιο. Είχα πάρει την απόφαση να μη σνομπάρω ούτε σχολή τύπου Υδατοκαλλιέργειες Μεσολογγίου. Φυσικά και δεν είχα σκοπό να παρακολουθήσω, πολλώ δε μάλλον να ασχοληθώ μια ζωή με τσιπούρες και λαβράκια. Δεν ήμουν και δεν είμαι εγώ για τέτοια. Τελικά, δεν πέρασα πουθενά. Είναι δύσκολο να σταυρώσεις θέση οπουδήποτε, αν ο χρόνος διαβάσματος που αφιερώνεις στη χρονιά είναι μισή ώρα στο λεωφορείο πριν δώσεις εξετάσεις. Γι’ αυτό και οι δικοί μου έκαναν το μεγάλο βήμα να με στείλουν σε παγκοσμίως άγνωστο πανεπιστήμιο της Βαλκανικής, με απώτερο στόχο να μετεγγραφώ σε ημεδαπό.
Το κόμμα δούλεψε καλά, το βύσμα λειτούργησε, το κόλπο έπιασε. Εφτασα άνευ πολλών επαίνων σε ελληνικό πανεπιστήμιο, αποφασισμένος να λιώσω ένα ημιφορτηγό με τάβλια στο παίξιμο, να συνδικαλιστώ, να δικτυωθώ και να πάρω πτυχίο χωρίς να χρειαστεί να διαβάσω. Ολα πήγαν όπως τα είχα υπολογίσει!
Οι σπουδές τέλειωσαν. Κακήν κακώς, αλλά τέλειωσαν. Μικρή σχετικά η καθυστέρησή μου να λάβω το πτυχίο. Δέκα χρονάκια δεν είναι τίποτα. Περνούν αέρα. Ούτε που το πήρε χαμπάρι κανείς. Στο μεταπολιτευτικό οικοσύστημα, όπου ο μεγαλύτερος θηρευτής συστήνεται ως «δημοκράτης - αριστερός»*, γεροντοπαλίκαρο δεν θεωρείται εκείνος που σαραντάρισε ανύπαντρος, αλλά όποιος σύντροφος γράφει την πτυχιακή του ή -ακόμα καλύτερα- αναθέτει τη συγγραφή της σε όποιον υπάλληλο πετύχει πρώτο στο φωτοτυπάδικο που βρίσκεται εγγύτερα της σχολής του.
Το επόμενο βήμα ήταν, φευ, ο στρατός. Σκέφτηκα να ακολουθήσω το δύσβατο μονοπάτι του αντιρρησία συνείδησης ή του διαβόητου «τρελόχαρτου», αλλά δεν πολυταίριαζε στα σχέδιά μου. Οσο να 'ναι, αμφότερα τα πλάνα προϋπόθεταν μια κάπως μεγαλύτερη ταλαιπωρία από εκείνην (τη μηδενική) που είμαι προγραμματισμένος από γεννησιμιού μου να αντέχω. Αποφάσισα να μην πρωτοτυπήσω. Οι παλιοί ξέραν καλύτερα και είναι βλακώδης και αχρείαστος κάματος να σκαρφίζεσαι νέες λύσεις σε προβλήματα που έχουν λυθεί άπαξ διά παντός.
Η απάντηση, λοιπόν, σε πάσα νόσο και πάσα αγγαρεία είναι μονολεκτική: ΠΑΣΟΚ. Από πασοκτζήδες βρομάει (κυριολεκτικά) ο τόπος. Διάλεξα έναν από τους δυνατούς, αυτούς που λατρεύει να σιχαίνεται αλλά πάντα χρησιμοποιεί η Αριστερά, και με καθάρισε. Τυπικά ήμουν ναύτης. Κάπου σε μια διοίκηση με είχαν χρεώσει στον Σκαραμαγκά. Ωραίο μέρος. Δύο φορές το είδα: μία που παρουσιάστηκα κι άλλη μία που απολύθηκα από εκεί.
Απολυόμενος από τον στρατό είχα όλο τον χρόνο μπροστά μου για να υπηρετήσω τον στρατηγικό μου στόχο: να αδρανώ, προσποιούμενος ότι «παλεύω» (το «παλεύω» σε όλους τους χρόνους, πρόσωπα, αριθμούς και εγκλίσεις είναι το αγαπημένο κλισέ της Αριστεράς).
Μόνο μια μικρή αλλαγή τακτικής έπρεπε να κάνω:
Αντί να δαπανώ τα λεφτά του μπαμπά μου, έπρεπε να βρω τρόπο να ζήσω με τα λεφτά των άλλων, των πολλών που βρίσκονται εκτός οικογενείας.
Τι άλλο μπορούσα να πράξω εκτός από το να κομματιστώ, να πολιτευτώ και να εκλεγώ;
Απολύτως τίποτα!
*Δημοκράτης και αριστερός είναι καραμπαμπάμ αντίφαση, να 'ούμ', αλλά πιάσ' το αβγό και κούρευ' το, σχεδόν ουδείς νοιάζεται...
Ετικέτες
ΑΞΙΟΚΡΑΤΙΑ,
ΚΑΘΑΡΜΑΤΑ,
ΛΙΑΚΟΣ Π.,
ΞΕΦΤΙΛΙΚΙΑ,
ΠΟΛΙΤΙΚΗ,
ΣΟΥΡΓΕΛΑ,
ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου