Τις δηλητηριώδεις ατάκες τους, το σαρδόνιο χαμόγελο που συνοδεύει συνήθως τις σκληρές παρεμβάσεις τους. Το προσβλητικό, γεμάτο απαξιωτικούς επιθετικούς προσδιορισμούς περιτύλιγμα της όποιας ουσιαστικής επισήμανσης κάνουν. Τη λάμψη στα μάτια του νικητή -μονομάχου και την ανάγκη να σηκώσουν -μεταφορικά εννοώ- τα χέρια και να χαιρετήσουν τα «πλήθη» που τους ζητωκραυγάζουν. Το έκπληκτο ύφος που μετατρέπεται αμέσως σε οργίλο ύφος αν κάποιος ή κάποιοι θέσουν εν αμφιβόλω τη σαρωτική τους «νίκη», την επικράτηση και κυριαρχία τους.
Από την άλλη, οι πολιτικοί κέρσορες, οι καθοδηγούμενοι από «χρήστες» δρομείς που υπάκουα «τρέχουν» πάνω-κάτω, δεξιά -αριστερά, οριζόντια, κάθετα, κυκλικά ή διαγώνια αλλάζοντας θέση ανάλογα με το συμφέρον τους ή τις εντολές που παίρνουν, δεν είναι τόσο ελκυστικοί και δημοφιλείς. Είναι όμως εξαιρετικά χρήσιμοι για ένα σύστημα, καθώς το χαμηλό τους προφίλ, ο στρογγυλός και άχρωμος λόγος τους, το σεμνό και ταπεινό τους ύφος, η σιωπή τους στα δύσκολα και ο ενθουσιασμός τους στα εύκολα, η ταχύτητα με την οποία περνούν από το «Ωσαννά…» στο «Αρον άρον...» δημιουργούν την απαραίτητη βάση για την επιβίωση του μοντέλου όπως το ξέραμε. Αυτά τα πολιτικά «βελάκια» που σπάνια θυμόμαστε τι είπαν ή πότε το είπαν, τι έκαναν και πότε το έκαναν, αλλά περιέργως πώς είναι δυναμικά παρόντα, εκλεγόμενα και επανεκλεγόμενα ή ωσεί παρόντα διά της πολιτικής τους κλωνοποίησης.
Οι κήνσορες και οι κέρσορες είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου