Η δημόσια χρηματοδότηση της έρευνας, ακόμα κι αυτής που έχει εφαρμοσμένο προσανατολισμό, είναι απαραίτητη για κάθε οικονομία με ικανή παραγωγικότητα, ποιοτικά προϊόντα, ειδικευμένους εργαζόμενους και καλούς μισθούς. Γι’ αυτό είναι χωρίς αμφιβολία θετικές οι νέες προτεραιότητες του ΕΣΠΑ. Παραμένει όμως ο κίνδυνος να δαπανηθούν τα κονδύλια, να στηθούν φορείς και γραφεία και προγράμματα καινοτομίας, και πάλι να μην έχουμε σημαντικό όφελος για την παραγωγική οικονομία. Δεν αναφέρομαι σε αεριτζήδες που θα τσεπώσουν τα κονδύλια, αλλά σε θεσμικές αγκυλώσεις και σε παρανοήσεις που θα εμποδίσουν έντιμους και καλοπροαίρετους ανθρώπους να κάνουν χρήσιμο έργο.
Ο πιο δύσκολος κρίκος στην αλυσίδα είναι αυτός που ενώνει τα αποτελέσματα του ερευνητικού εργαστηρίου με την παραγωγή προϊόντων. Δεν υπάρχει μια γενική, παγκόσμια συνταγή για να πετύχει αυτή η σύνδεση. Οπου υπάρχουν μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις, η σύνδεση συχνά καθοδηγείται από αυτές. Είτε παραγγέλνουν συγκεκριμένα ερευνητικά έργα στα εργαστήρια για να απαντήσουν σε ερωτήματα που τίθενται από τα τμήματα ανάπτυξης των εταιρειών. Είτε έχουν ομάδες επιστημόνων που παρακολουθούν τι συμβαίνει στα εργαστήρια των πανεπιστημίων, παίρνουν τα πιο ενδιαφέροντα αποτελέσματα, και τα ενσωματώνουν στη δική τους παραγωγή μετά από μια φάση ανάπτυξης και σχεδιασμού. Στις περιπτώσεις αυτές οι ερευνητές δεν χρειάζεται να ασχοληθούν με τα τελικά προϊόντα, δηλαδή δεν χρειάζεται να φανταστούν τι ανάγκες έχουν οι χρήστες, να σχεδιάσουν τη μετάβαση από την εργαστηριακή στη βιομηχανική κλίμακα, να εντοπίσουν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της δικής τους μεθόδου, όλα αυτά δηλαδή που κρίνουν την τελική επιτυχία μιας καινοτομίας.
Αλλού όμως η καινοτομία γίνεται προϊόν από τους ίδιους τους ερευνητές. Αυτοί είτε βγαίνουν από το εργαστήριο και γίνονται επιχειρηματίες, είτε δημιουργούν κοινές εταιρείες με συνεταίρους που έχουν το επιχειρηματικό ταλέντο. Τέτοιο είναι το μοντέλο της Silicon Valley, του Ισραήλ, και μερικών άλλων κόμβων καινοτομίας στη Βόρειο Αμερική και στην Ευρώπη. Υπάρχει επίσης σε πολλά μέρη το μοντέλο των μικρών καινοτομικών επιχειρήσεων που δεν έχουν καμιά σύνδεση με ερευνητικούς φορείς. Αυτές αξιοποιούν ό,τι υπάρχει διαθέσιμο ως δημόσιο αποτέλεσμα ερευνών, κάνουν ίσως κάποια δική τους έρευνα μέσα στην εταιρεία, αλλά κυρίως στηρίζονται στην ευφυή σύνθεση και στο μάρκετινγκ για να πετύχουν.
Στην Ελλάδα έχουμε πολύ λίγες μεγάλες εταιρείες που μπορούν να παραγγείλουν και να αξιοποιήσουν ερευνητικά έργα. Πρόσφατα ανακοινώθηκε η στρατηγική συνεργασία του ΟΤΕ με το Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Πολύ θετική εξέλιξη, αλλά δεν μπορεί αυτό να είναι το κυρίαρχο μοντέλο αξιοποίησης της έρευνας στη χώρα μας. Από την άλλη πλευρά, έχουμε ένα δυναμικό οικοσύστημα νέων επιχειρήσεων τεχνολογίας που δεν έχουν σχέση με πανεπιστήμια και ιδρύματα. Δεν έχουμε όμως παρά ελάχιστες περιπτώσεις επιχειρήσεων που χτίστηκαν από ερευνητές και αξιοποίησαν τη δουλειά των εργαστηρίων τους. Το κενό δεν οφείλεται σε ανεπάρκεια των προσώπων. Ισα-ίσα, οι Ελληνες ερευνητές έχουν πολύ καλές επιδόσεις σε επιστημονικές δημοσιεύσεις, και μετέχουν σε πολλά προγράμματα με μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες, που αξιοποιούν τη δουλειά τους. Αλλά δεν έχουμε βρει τον τρόπο η δουλειά τους να τροφοδοτεί καινοτομίες στη χώρα μας.
Το μόνο μοντέλο που μπορεί να πετύχει εδώ είναι να ενθαρρύνουμε τους ίδιους τους ερευνητές να εμπλακούν στο επιχειρείν:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου