"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ και ΜΜΕ - ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ : .Η συλλογική ήττα μιας δημοσιογραφικής γενιάς

(To κτήμα μου στο Μπορντό. Το γιότ μου. Η εφημερίδα μου! - Σκίτσο του Muzo στην "Λιμπερασιόν")
 
 
Υπάρχουν δύο φράσεις που ξεχωρίζουν, για να μην πούμε ότι σοκάρουν. 
 
Η μία είναι ο τίτλος του βιβλίου: «Τα αφεντικά των εθνικών εφημερίδων, όλα κακά»
 
Η άλλη είναι μια φράση από τη συνέντευξη του συγγραφέα στη «Liberation»: «Ηθελα να κατανοήσω και να αφηγηθώ τη συλλογική ήττα της δικής μου γενιάς δημοσιογράφων».
 
Το βιβλίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις La Fabrique. Και ο συγγραφέας είναι ο Ζαν Στερν, πρώην δημοσιογράφος της «Liberation», ο οποίος εργάστηκε στη συνέχεια στην «Tribune» και σήμερα είναι παιδαγωγικός διευθυντής της Σχολής Επαγγελμάτων της Ενημέρωσης. 
 
Πριν από τον πόλεμο, τονίζει, ο γαλλικός Τύπος ήταν στα χέρια των πλουσίων. Ηταν ένας Τύπος σάπιος, που υποστήριξε τη συνεργασία με τον κατακτητή. Μετά την Απελευθέρωση άνθρωποι σαν τον Μπεβ-Μερί και τον Καμί προσπάθησαν να προστατεύσουν τις εφημερίδες από τις δυνάμεις του χρήματος. Το κράτος τούς έδωσε γραφεία, τυπογραφεία, εργάτες - αλλά όχι χρήματα. Η ιδέα ήταν ότι ο Τύπος θα αναπτυσσόταν χάρη στο αναγνωστικό κοινό, και στη συνέχεια χάρη στη διαφήμιση
 
Αλλά δεν έπιασε. Δημιουργήθηκε μια τεχνητή οικονομία και το χρέος των εφημερίδων άρχισε να ανεβαίνει. Τότε μπήκαν στο παιχνίδι οι βιομήχανοι. Ο Αρνό αγόρασε τις εφημερίδες «La Tribune» και «Les Echos», ο Ντασό αγόρασε τη «Figaro», ο Πινό την «Point».
 
Γιατί το έκαναν;  
 
Για πολλούς λόγους:
 
Πρώτα απ' όλα, γιατί η ιδιοκτησία μιας εφημερίδας προσδίδει κύρος. Στον Μπερνάρ Αρνό, για παράδειγμα, δεν ήταν αρκετό να επενδύσει δεκάδες εκατομμύρια στην Dior μετατρέποντας την εταιρεία σε μια βιομηχανική επιτυχία. Ηθελε να αγοράσει και επιρροή.  
 
Αλλοι θέλησαν με τον τρόπο αυτόν να επωφεληθούν από τη φορολογική νομοθεσία που ισχύει για τις εταιρείες συμμετοχών (holding company): όταν μία από τις επιχειρήσεις σου (για παράδειγμα μια εφημερίδα) χάνει χρήματα, μπορείς να περάσεις τις ζημιές στη μητρική εταιρεία και να πληρώσεις έτσι λιγότερους φόρους. 
 
Ο,τι κίνητρο και αν είχαν, οι βιομήχανοι δεν μπόρεσαν να σώσουν τον Τύπο. Δεν τόλμησαν να συγκρουστούν με το κράτος, επιτρέποντάς του ουσιαστικά να είναι εκείνο τα τελευταία είκοσι χρόνια το πραγματικό αφεντικό του γαλλικού Τύπου - άρα υπεύθυνο σε μεγάλο βαθμό για την καταστροφή του. Μη φροντίζοντας τις εφημερίδες τους, αρνούμενοι να τους προσφέρουν τα μέσα που είχαν ανάγκη, συνέβαλαν επιπλέον στην υποβάθμιση του περιεχομένου τους.
 
Στο τέλος του βιβλίου του ο Στερν μιλά για τις «φάρμες περιεχομένου» (ιστοσελίδες που αναπαράγουν περιεχόμενο τρίτων ή παρέχουν χαμηλής ποιότητας πληροφορίες, με σκοπό να εμφανίζονται ψηλά στα αποτελέσματα των μηχανών αναζήτησης). 
 
Αυτή είναι η μοίρα του επαγγέλματός μας; 
 
«Πρέπει να προβληματιστούμε για το οικονομικό μοντέλο και για τις προσδοκίες του κοινού. Αν δεν εφεύρουμε καινούργια πράγματα, αν δεν στηριχθούμε στους αναγνώστες, αν δεν βρούμε άλλες χρηματοδοτήσεις και άλλα μοντέλα, είμαστε καταδικασμένοι σε θάνατο».

Δεν υπάρχουν σχόλια: