Αν η δημαρχία θέλει να μεταμορφώσει την Αθήνα σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα είναι απαραίτητο να δει την αστική πολιτική σαν ένα σύνολο, όχι σαν μια σειρά από ξεχωριστές παρεμβάσεις που κάνουν εντύπωση αλλά δεν έχουν βάθος. Είναι εξίσου απαραίτητο να επιστρατεύσει όλες τις ειδικότητες των επιστημών του άστεως. Μια συζήτηση για την πλατεία Βικτωρίας και στη συνέχεια ένας μακρύς περίπατος στην περιοχή του Πεδίου του Άρεως, του Οικονομικού Πανεπιστημίου και της 3ης Σεπτεμβρίου, κατέληξε στις σκέψεις που εκφράζω εδώ. Για μιαν ακόμα φορά: όσο τα προβλήματα παραμένουν ίδια, θα γράφω τα ίδια.
Ένα από τα γνωρίσματα του ανεπτυγμένου κόσμου είναι η ανάδειξη και η φροντίδα του δημόσιου χώρου τόσο εκ μέρους των αρχών ―δημόσια έργα και υποδομές, συντήρηση, εξωραϊσμός, ευταξία― όσο και εκ μέρους των πολιτών: σεβασμός του χώρου, αίσθημα ευθύνης και κοινής ιδιοκτησίας.
Κατ’ αρχάς πρέπει να αναγνωρίσουμε το πρόβλημα. Αν οι εικόνες μεταναστών που στρατοπεδεύουν στην πλατεία φαίνονται φυσιολογικές, δεν υπάρχει τίποτα να συζητήσουμε.
Οι πληθυσμοί που συρρέουν στην Αθήνα δεν ονειρεύονται βεβαίως να πουλήσουν το σπίτι στο χωριό και να αγοράσουν διαμέρισμα, ούτε να τρυπώσουν στο δημόσιο. Αυτό που θα μπορούσαν να κάνουν δεν υπάρχει στην Αθήνα: ίσως υπάρχει στην ύπαιθρο όπου ζητούνται εργατικά χέρια ― παρά την αναιμική μας οικονομία και την κρίση χρέους που προκάλεσε πτώση του βιοτικού επιπέδου και ανασφάλεια, δεν επιστρέψαμε στη γη.
Συχνά και παρά την αλματώδη πρόοδο, οι πόλεις στον Τρίτο Κόσμο είναι μη βιώσιμες διότι αδυνατούν να ενσωματώσουν τους τεράστιους πληθυσμούς τους, πληθυσμούς που δεν έχουν παρελθόν, ρίζα, κουλτούρα του άστεως. Και που κουβαλούν το χωριό τους στην πόλη· μέσα τους και στην πλάτη τους. Το πράγμα επιδεινώνεται ακόμα περισσότερο όταν οι νεοφερμένοι προέρχονται από ξένους πολιτισμούς ή από κουλτούρες που έχουμε αφήσει πίσω μας. Στην περίπτωση της Αθήνας γίνεται φανερή η παταγώδης αποτυχία της μεταναστευτικής πολιτικής, ένα θέμα που, ενώ γίνεται προσπάθεια να συζητηθεί νηφάλια, στο φόντο ξεμαλλιάζονται οι αλληλέγγυοι. Όπως επαναλαμβάνω κατά καιρούς, το πρόβλημα της μετανάστευσης δεν λύνεται με συνθήματα αλληλεγγύης· λύνεται με την πολιτική ένταξης μέσω της παιδείας και της εργασίας. Αν δεν μπορούμε να τα προσφέρουμε αυτά, δεν έχει όφελος για κανέναν να υποδεχόμαστε ακόμα περισσότερους. Η υποδοχή συνεπάγεται πολιτική ενσωμάτωσης.
Οι σημερινοί μετανάστες στην Αθήνα, εφόσον δεν είναι εσωτερικοί όπως οι παλιότεροι, δεν μπορούν να βρουν εργασία στο μαγαζάκι του μπάρμπα· οι ευκαιρίες για αυτοαπασχόληση είναι λιγοστές και οι θέσεις στον δημόσιο τομέα σχεδόν μηδενικές. Ο περιορισμός σε δομές για μεγάλο χρονικό διάστημα και χωρίς συγκεκριμένη προοπτική είναι εγκληματικός· το μόνο που φαίνεται να απομένει είναι το χασομέρι στους δρόμους και στις πλατείες. Κι όμως, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις, οφείλουμε να διευκολύνουμε τη στέγαση σε όσους πρόκειται να μείνουν στη χώρα· και σύμφωνα με τη λογική, οφείλουμε μάλλον να τους διοχετεύσουμε σε όλη την επικράτεια, διασκορπίζοντάς τους σε μικρούς αριθμούς και λαμβάνοντας υπόψη πιθανές δεξιότητες και πείρα. Κάνουμε το χειρότερο που μπορούμε να κάνουμε: εισάγουμε στον αστικό χώρο ομάδες που μοιάζουν ξένο σώμα και που διαμορφώνουν μιαν underclass η οποία συμβάλλει στην υποβάθμιση των συνοικιών. Στο μεταξύ, οι αρχές περιμένουν να αντιστραφεί η τάση από μόνη της· περιμένουν να μετακομίσουν στα προάστια οι παλιοί κάτοικοι του κέντρου, να εκτυλιχθεί ένα είδος white flight· όμως, τέτοια κινητικότητα δεν διαφαίνεται ή δεν είναι παρατηρήσιμη. Κυρίως, επειδή χρειάζεται αποφάσεις και οικονομικό κόστος το οποίο δυσκολεύονται να αναλάβουν οι κάτοικοι του κέντρου. Όσο για τους επαγγελματίες και τους καταστηματάρχες, είναι παράλογο να μετακομίσουν σε ήσυχες και φυλλώδεις συνοικίες.
Στην πλατεία Βικτωρίας πρέπει να εφαρμοστούν οι νόμοι περί υπαίθριου εμπορίου, περί ρύπανσης, περί κοινής ησυχίας και τα τοιαύτα ώστε όσοι συμπεριφέρονται στον δημόσιο χώρο όπως συμπεριφέρονται στον υποτιθέμενο ιδιωτικό, είτε να απομακρύνονται, είτε να συμμορφώνονται.
Η πλατεία Βικτωρίας, όπως ολόκληρη η πόλη, ολόκληρη η χώρα, χρειάζεται branding strategy: τι είδους πλατεία θέλουν οι κάτοικοί της; Πλατεία διερχομένων; Πλατεία τύπου “fun city’’; Πλατεία συνοικίας κατοικιών με περιορισμένο ωράριο δραστηριότητας; Πλατεία οικογενειακών επιχειρήσεων; Αυτές τις αποφάσεις, που μπορεί να φαίνονται lipstick on a pig (αλλά δεν είναι), πρέπει να τις πάρει ο δήμος μαζί με τους παλιούς κατοίκους, με τους καταστηματάρχες, με τους ιδιοκτήτες, με όσους έχουν επενδύσει στην περιοχή.
Τέλος, πολλές από τις υποβαθμισμένες συνοικίες με χαμηλή ποιότητα ζωής προσφέρουν χαμηλές τιμές ακινήτων με αποτέλεσμα να ελκύουν νέους που αγοράζουν την πρώτη τους κατοικία ή που φεύγουν από το οικογενειακό σπίτι. Το παράδοξο είναι πως αυτή η τάση δεν αλλοιώνει τον υποβαθμισμένο χώρο στην κατεύθυνση κάποιας μορφής gentrification (πράγμα που συνέβη αυτομάτως, άρα κουτσά-στραβά, όπου άνοιξαν σταθμοί του μετρό)· αντιθέτως, η υποβάθμιση επιδεινώνεται χωρίς να συμμετέχει ο δημόσιος χώρος ως συζήτηση και ως διαμάχη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου