"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΚΟΙΝΩΝΙΑ στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Οἱ «μπάτσοι»

Toυ ΣΑΡΑΝΤΟΥ ΚΑΡΓΑΚΟΥ


Εiναι τoσα πολλὰ –μὰ τόσο πολλὰ– αὐτὰ ποὺ σὲ δυσαρεστοῦν, σὲ πικραίνουν καὶ σὲ ἀπογοητεύουν μόλις τολμήσεις νὰ περάσεις τὴν ἐξώπορτα τοῦ σπιτιοῦ σου, ἀλλὰ καὶ μέσα νὰ μείνεις ἀρκεῖ νὰ παρακολουθήσεις ἕνα δελτίο εἰδήσεων ἤ μιὰ σαχλοεκπομπὴ, ὥστε Ἁμλετικὰ νὰ μονολογεῖς: «Νᾶ ζῇ κανεὶς ἤ νὰ μὴ ζῇ» (Παρατήρηση: τὸ ζεῖ, μὲ ἔψιλον καὶ ἰῶτα σημαίνει βράζει). Ἔτσι ἕνα πρωὶ ποὺ πήγαινα στὸ περίπτερο νὰ πάρω τὴν ἐφημερίδα μου, ἔξω ἀπὸ μιὰ καφετέρια συνάντησα μιὰ ὁμάδα ἀστυνομικῶν ποὺ ἔπιναν σ’ ἕνα χάρτινο κύπελλο ἕνα μαυροζούμι ποὺ μπροστὰ σ’ αὐτὸ τὸ κώνειον ποὺ ἤπιαν ὁ Σωκράτης καὶ ὁ Φωκίων ἦταν... νέκταρ! Ἦσαν νὲα παιδιὰ σὰν τὴν καλὴ χαρά. Ἀλλὰ τὴν καλὴ μου ἔναντι διάθεση χάλασε μιὰ κουβέντα ποὺ ἔφυγε ἀπὸ τὸ «ἕρκος τῶν ὀδόντων» ἑνὸς ἀπὸ τοὺς νεαροὺς. Εἶπε: «Ἐμεῖς οἱ μπάτσοι...»!


Σταμάτησα καὶ ἐπειδὴ τὸ «ἀλκολίκι» τῆς διδασκαλίας δὲν μὲ ἔχει ἀφήσει οὔτε σ’ αὐτὴ τὴν ἡλικία ποὺ κανονικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ προπονοῦμαι γιὰ πτῶμα, πλησίασα τὰ παιδιὰ καὶ σὲ τόνο κάπως αὐστηρὸ τοὺς εἶπα: «Στὸ πρῶτο μάθημα ποὺ ἔκανα στὴ σχολὴ σας, ὅταν ἄλλαξε ὁ τρόπος εἰσαγωγῆς σας στὶς σχολὲς τῆς ἀστυνομίας, εἶπα στοὺς παλαιότερους συνάδελφους σας ὅτι ὅση εὐγένεια τρόπων ἀπαιτεῖται ἀπὸ τὸν ἑαυτό σας καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό σας, τόσο μεγαλύτερη εὐγένεια θὰ εἰσπράτετε. Πρέπει νὰ γίνετε δάσκαλοι εὐγενείας. Ἔτσι ὁ κόσμος θὰ σᾶς ἀγαπᾶ καὶ δὲν θὰ σᾶς φοβᾶται». 


Ὁ νεαρὸς θέλησε νὰ μὲ ἀποπὰρει, ἀλλὰ ὁ κάπως παλαιότερος ποὺ μὲ ἀναγνώρισε, μὲ ἐρώτησε: «Καὶ τὶ σᾶς ἐνόχλησε;»


Τοῦ ἀποκρίθηκα. «Ἡ λέξη μπάτσος, ποὺ ἐνῶ εἶχε ἐξαλειφθεῖ ἤ, μᾶλλον λησμονηθεῖ, κάπως ὑπόπτως ἐδῶ καὶ μερικὲς δεκαετίες ὑπεισῆλθε ξανὰ στὸ λεξιλόγιὸ μας. Καὶ λέγω ὑπόπτως διότι ἔχει ὑβριστικὴ σημασία καὶ ἡ εὐρεῖα χρησιμοποίησὴ της σκοπεῖ στὴ δυσφήμιση τῆς ἀστυνομίας, ποὺ εἶναι ὁ ἰσχυρὸς βραχίονας τοῦ νόμου».


Δὲν ξέρω, ἄν ἔγινα κατανοητός. Ἀλλὰ τὸ ἀπόγευμα μοῦ τηλεφώνησε ἕνας ἀστυνομικὸς –ἴσως ἕνα ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ ἔπιναν τὸν «μέλανα ζωμὸ»– καὶ μὲ παρακάλεσε νὰ τοῦ ἐξηγήσω τὶ σημαίνει καὶ πῶς καθιερώθηκε ἡ λέξη


 Βέβαια τὴ λἐξη, ἔχοντας ζήσει ἐπὶ πολὺ κατὰ τὴν παιδικὴ μου ἡλικὶα στὸ Μεταξουργεῖο, ὅπως καὶ τὴ λέξη «μπασκίνας», τὴν εἶχα ἀκούσει συχνά. Γιὰ πρώτη φορὰ σὲ βιβλίο λογοτεχνικὸ τὴ συνάντησα στὸ «Τουμπεκί» τοῦ Πέτρου Πικροῦ, ὁ ὁποῖος μάλιστα ἤθελε, ἀντὶ νὰ λέμε «ἀργκὸ», νὰ λέμε «γλῶσσα τουμπεκί»! Δὲν πέρασε. Στὸ «γλωσσάρι» ποὺ εἶχε στὸ βιβλίο του, ποὺ κυκλοφορήθηκε τὸ 1927, ὁ Πέτρος Πικρὸς ἑρμήνευε τὴ λέξη μπάτσος μὲ τὰ χωροφύλακας, ἀστυφύλακας.  


Ὅπως μοῦ εἶχαν ἐξηγήσει οἱ πρῶτοι μου «δάσκαλοι τῆς μαγκιᾶς», ἡ λέξη προέκυψε ἀπὸ...

τὸν μπάτσο ἤ μπάτσα, δηλαδὴ τὸ ἠχηρὸ χαστούκι, ποὺ ἦταν τὸ πιὸ σύνηθες ἀνακριτικὸ ἤ σωφρονιστικὸ μέσο παλαιοτέρων καιρῶν. 


 Ὅσο γιὰ τὸ «μπασκίνας» λεγόταν ὅτι προέρχεται ἀπὸ τὸ ὑποψιαστικὸ, παραφυλακτικὸ ἐρώτημα τῶν παρανόμων: «Μπᾶς καὶ εἶναι;». Δηλαδή, μήπως εἶναι ἀστυφύλακες καὶ χωροφύλακες καὶ μᾶς μπαγλαρώσουν, σβερκώσουν ἤ περιαδράξουν;  


Τὸ σωστὸ, πάντως, εἶναι ὅτι τὸ μπασκίνας προέρχεται ἀπὸ τὴν τουρκικὴ λέξη baskin. Γι’ αὐτὸ χρησιμο­ποιοῦνται καὶ οἱ ὅροι «μπασκίνι» καὶ «μπασκίνια».


Ὅλα αὐτὰ, ἀφότου μάλιστα ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ ἀειμνήστου Βρανόπουλου ἄρχισε ἕνας ἐξευγενισμὸς τῆς ἀστυνομίας, ἔτειναν νὰ ξεχαστοῦν. Καὶ ξαφνικὰ μέσω τῶν ὑποτίτλων ἀστυνομικῶν ταινιῶν τύπου Κάλλαχαν καὶ μέσω τῆς μεταφράσεως ἀστυνομικῶν, κυρίως ἀμερικανικῶν, ἤ ἄλλους εὐτελοῦς ἀξίας μυθιστορημάτων, ἡ λέξη μπάτσος μπῆκε ξανά κυριαρχικὰ στὴ γλῶσσα μας. 


Σιγὰ-σιγὰ μπῆκε στὸν Τύπο καὶ στὴ λογοτεχνία ἀλλὰ καὶ στὴν καθημερινὴ μας ὁμιλία.  


Περίμενα νὰ ὑπάρξει ἀντίδραση πρῶτα-πρῶτα ἀπὸ τὴν πολιτικὴ ἡγεσία τῆς ἀστυνομίας, ἀπὸ τοὺς ἐκάστοτε ἀρχηγοὺς της –ποὺ ὅσους γνώρισα ἦσαν ἄνθρωποι εὐπρεπεῖς– καὶ ἀπὸ τὰ συνδικαλιστικὰ ὄργανα τῆς ἀστυνομίας. Ἀντίδραση καὶ ἀπὸ κάποιον βουλευτὴ ποὺ θὰ ἔφερνε τὸ ζήτημα στὴ Βουλή. Κάποιοι ἐνημερωμένοι μοῦ εἶπαν ὅτι ὁ ὅρος μπάτσος εἶναι ἀπόδοση ἀμερικανικοῦ ὅρου τῆς ἀργκὸ ἤ «σλάγκ» πρὸς ὑποδήλωση τοῦ ἀστυνομικοῦ. Κι, ὅμως, τόσο σὲ ταινίες ὅσο καὶ σὲ μυθιστορήματα ἀστυνομικὰ ἡ λἐξη ποὺ χρησιμοποιεῖ­ται στὴν ἀμερικανικὴ εἶναι ἡ συνηθέστατη policeman, ποὺ πέρασε ἀπὸ παλιὰ στὴ γλῶσσα μας μὲ τοὺς ὅρους πολισμάνος-πολιτσμάνος, ὅπως καὶ τὸ περίφημο «τζιμάνι» ἀπὸ τὸ G-man, ποὺ ὑποδηλώνει συνθηματικὰ τοὺς πράκτορες τοῦ F.B.I.  


Μετὰ τὶς διευκρινίσεις αὐτὲς ἐρωτῶ: Δὲν μπορεῖ νὰ μπεῖ κάποιος φραγμὸς στὸ λεκτικὸ τοῦτον κατήφορο;  


Οἱ ἴδιοι οἱ ἀστυνομικοὶ πῶς τὸ ἀνέχονται; Καὶ γιατὶ ἀρχίζουν κάποιοι νεοσσοὶ ἀστυνομικοὶ νὰ τὸν χρησιμοποιοῦν; 


Μοῦ εἶπαν πὼς ἄν πῶ τὴ λέξη Γύφτος (σημαίνει Αἰγύπτιος) κινδυνεύω νὰ πάω μέσα. Τὸ ἴδιο γιὰ τὴ λέξη ὁμοφυλόφιλος.  


Γιὰ τοὺς ἀστυνομικοὺς ἰσχύουν ἄλλα μέτρα καὶ σταθμὰ;


"ΚΟΝΤΡΑ"

Δεν υπάρχουν σχόλια: