Στην Κομοτηνή ένας εφευρέτης σχεδιάζει ειδικούς αισθητήρες που θα ενσωματώνονται σε αθλητικά ρούχα, για να συλλέγουν πληροφορίες για τη μυϊκή δραστηριότητα. Χρειάζεται να δοκιμάσει πολλά διαφορετικά σχήματα για το κάλυμμα του αισθητήρα, που έχει μέγεθος περίπου όσο ένα νόμισμα πέντε λεπτών. Αγόρασε έναν τρισδιάστατο εκτυπωτή που κοστίζει περίπου χίλια ευρώ. Σχεδιάζει και τυπώνει στο σπίτι του, και δοκιμάζει τα σχέδια με συνεργάτες που τρέχουν σε διάδρομο σε κοντινό γυμναστήριο. Στη συνέχεια κάνει πιο εξαντλητικές δοκιμές σε ένα πανεπιστημιακό εργαστήριο στην ίδια πόλη. Αν πετύχει, τα ρούχα του θα είναι περιζήτητα από αθλητές παντού, και η εταιρεία του, που απασχολεί τεχνικούς στη Θράκη, θα είναι παγκόσμιος πρωτοπόρος στον τομέα της.
Ο τομέας της ρομποτικής, γράφει ο Economist σε πρόσφατο αφιέρωμα, ύστερα από πολλά χρόνια σχετικά αργής εξέλιξης, βρίσκεται σε φάση απογείωσης. Σημαντικός παράγοντας γι’ αυτό είναι η τυποποίηση που έχει γίνει στις πλατφόρμες όπου αναπτύσσονται οι επιμέρους εφαρμογές της ρομποτικής, όπως ένας βραχίονας ή ένας αισθητήρας πίεσης. Υπάρχει τώρα, π.χ., ένα κοινά αποδεκτό Robot Operating System (ROS). Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι μικρές ομάδες μηχανικών, οπουδήποτε στον κόσμο, μπορούν να δημιουργήσουν χρήσιμα τμήματα ενός ρομπότ, και να πουλήσουν την εφεύρεσή τους σε κατασκευαστές που συναρμολογούν το σύνολο, οπουδήποτε αλλού. Αυτό ήταν αδύνατον πριν από λίγα χρόνια, και οι εταιρείες του κλάδου ήταν συγκεντρωμένες γύρω από ελάχιστα πανεπιστήμια.
Εξελίξεις όπως οι τρισδιάστατοι εκτυπωτές και το ROS αλλάζουν τη γεωγραφία της παραγωγής σε τεχνολογίες αιχμής, όπως είναι τα εξαρτήματα μηχανών και τα ρομπότ. Οχι μόνο τη γεωγραφία, αλλά και τη διάρθρωση των κλάδων: υπάρχει χώρος για πολλές μικρές κερδοφόρες μονάδες, δίπλα στους μεγάλους παίκτες. Οι δε μεγάλοι για να διατηρούν την αγορά τους, θα πρέπει να συμβιώνουν και να αξιοποιούν τους μικρότερους καινοτόμους. Το ίδιο, φυσικά, έχει συμβεί τα τελευταία δέκα χρόνια σε πολλούς άλλους τομείς τεχνολογίας, με όχημα το Διαδίκτυο. Δίπλα σε κάθε Google υπάρχουν χιλιάδες μικρότερες επιχειρήσεις που κερδίζουν, σε μια συμβιωτική σχέση με αυτήν.
Αλλάζουν επίσης οι ανάγκες για κεφάλαια, και η γεωγραφία των επενδύσεων. Πριν από είκοσι χρόνια ήταν σχεδόν αδύνατο να ξεκινήσει μια εταιρεία παραγωγής λογισμικού χωρίς ένα εκατομμύριο δολάρια (σε σημερινή αξία) για τον αρχικό εξοπλισμό και τις ανάγκες του πρώτου έτους. Σήμερα χρειάζονται πέντε λάπτοπ και πέντε άνθρωποι για έξι έως δώδεκα μήνες μέχρι να δοκιμαστεί η ιδέα και να έρθουν οι πρώτοι πελάτες. Στην Ελλάδα αυτό σημαίνει από πενήντα έως εκατό χιλιάδες ευρώ.
Αν αυτή η πρώτη φάση πάει καλά, τότε θα χρειαστεί σημαντικά μεγαλύτερη χρηματοδότηση. Πριν από δέκα χρόνια, κανένας επενδυτής δεν έβαζε δύο ή τρία εκατομμύρια σε μια μικρή εταιρεία σε άλλη χώρα. Βασικός κανόνας του venture capital ήταν να μην επενδύεις σε επιχείρηση αν χρειάζεσαι πάνω από δύο ώρες δρόμο για να την επισκεφθείς. Σήμερα, κεφάλαια με έδρα το Λονδίνο επενδύουν άνετα ένα εκατομμύριο, που είναι μικρό ποσό γι’ αυτούς, οπουδήποτε στην Ευρώπη. Γιατί οι τεχνολογίες παρακολούθησης και συνεννόησης έχουν αλλάξει ριζικά, και γιατί όλο το οικοσύστημα έχει διεθνοποιηθεί.
Αφιερώνω τις σκέψεις αυτές σε όλους τους πολιτικούς που δηλώνουν ότι χρειαζόμαστε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, για μια νέα Ελλάδα σε μια νέα Ευρώπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου