"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ και ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Αστρο λαμπρό τούς οδηγεί



Κατεβαίνουμε το γκρίζο ποτάμι της Μεσογείων με τη διπλή κοίτη, λάμνοντας προσεκτικά για ν' αποφύγουμε τις δικύλινδρες ξέρες που ξεφυτρώνουν αμφίπλευρα. Λάσπες, νερά κι ένα βουητό που, όσο πλησιάζουμε στην εκβολή του, γίνεται εντονότερο.

 
Πλησιάζουμε στον καταρράκτη της συμβολής του με το κέντρο, εκεί όπου εκβράζονται όλα τα κανάλια της ανθρώπινης συνάφειας, αφού πρώτα βρέξουν τα πεζοδρόμια με τα μικρομάγαζα που πουλάνε χιόνι σε σακουλάκια και άστρα από ασημόχαρτο.


«Season's greetings» διαφημίζουν τα καταστήματα ευκαιρίας που έχουν διάρκεια ένα μήνα, τόσο όσο για να φωτίσουν τη θλίψη και να ταΐσουν τη μοναξιά που τέτοιες μέρες ψηλώνει σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο.


Αγαπάμε Χριστούγεννα μέχρι αηδίας! Λατρεύουμε το ψεύτικο, το υπερβολικό τους, το μπορντοροδοκόκκινο των αλεξανδρινών που όταν μαδάνε είναι μια φρίκη και μισή. Το καταναγκαστικά καταναλωτικό πνεύμα τους που ξετινάζει την κάρτα μας, αλλά αφήνει την επίγευση μιας μους λεμόνι που ποτέ δεν χορταίνουμε. Κι όσο κι αν σεβόμαστε τους θιασώτες της ρούχλας και της βαρεμάρας που σταυρώνουν δάχτυλα στο άκουσμά τους ή φτύνουν στον κόρφο τους, εμείς οι αμετανόητοι παλίμπαιδες γινόμαστε δυο φορές παιδιά κάθε που ακούμε την «Αγια Νύχτα», έστω κι από μελόντικα.


Ακόμη και στις πιο μεγάλες θλίψεις, στα ανυπέρβλητα δράματα που μας έδερναν αλύπητα, στις αξημέρωτες νύχτες τής πιο προσωπικής μας απελπισίας, ακόμη και τότε, τα Χριστούγεννα γιορτάζονταν συγκρατημένα μεν, αλλά πάντα φωτεινά και αισιόδοξα.


Γιατί πάντα ελπίζαμε στο καλύτερο, στο απροσδόκητο, στο καλό πνεύμα που καραδοκεί να μας εκπλήξει κι ας λένε οι άλλοι ό,τι θέλουν... Ποτέ δεν κάναμε το λάθος να κρίνουμε τις ανθρώπινες συμπεριφορές. Αντίθετα, θέλουμε πάντα να τις αναλύουμε και να τις κατανοούμε. Και τα Χριστούγεννα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη γιορτή, προσφέρονται για ψυχανάλυση και ενδοσκόπηση. Και ο κόσμος που αντιδρά και κρύβεται πίσω απ' τις αστόλιστες πόρτες, αυτό αποζητά. Ηρεμία για να στοχαστεί και ησυχία που δεν θρυμματίζεται από το εκνευριστικό χτύπημα του κουδουνιού και τις ευχές από άγνωστα χείλη.


Από την άλλη, «Εμείς του... εβδομήντα οι εκδρομείς», αδιόρθωτα ζυμωμένοι με το πνεύμα της μεγάλης γιορτής και τα σούρτα-φέρτα των γιορτινών τσιμπουσίων που ποτέ δεν βαριόμασταν, αναπολούμε με νοσταλγία τα κάλαντα, τα μπες-βγες στις γνωστές πόρτες, τη συγκομιδή της ημέρας που ερχόταν βράδυ για να καλύψει ανάγκες και όνειρα.


Πάντα μέσα στο πλαίσιο μιας εποχής που επένδυε περισσότερα στο πνεύμα, αλλά λοξοκοίταζε με λαιμαργία την... ύλη.  
Κι όλα αυτά παρόντος του χριστουγεννιάτικου δέντρου, βεριτάμπλ φυσικού από το παρακείμενο δασάκι και των κάθε λογής χρυσόχαρτων, που μήνες πριν συλλέγονταν μεθοδικά για να καλύψουν καρύδια και αμύγδαλα.


Νοσταλγούμε την ένδεια της εποχής εκείνης, τότε που αυτός που είχε, είχε λίγο περισσότερα από αυτόν που δεν είχε καθόλου. Μας φέρνει στο νου κάτι από τα αγγελάκια-χαλκομανίες που υπέρβαρα, ροζουλιά και πασπαλισμένα γιορτινό γλάσο στρογγυλοκάθονταν πάνω σε σύννεφα μαρέγκας, κοιτώντας με απορία το... ταβάνι!


Σε αντίθεση με τους αγγέλους του σήμερα, γκριζοπράσινους από το κρύο και τη στέρηση που πεθαίνουν από τις αναθυμιάσεις ανερυθρίαστων πολιτικών, πριν προλάβουν να στολίσουν το δέντρο της ζωής τους με τους καρπούς και τα χρώματα της αθωότητάς τους.


Οι μέρες που έρχονται, το γνωρίζουμε, δεν προσφέρονται για τίποτε. Ούτε για αναδρομές ούτε για αναπολήσεις που πίκρισαν με τα χρόνια ούτε για σχέδια και business plan (!) σαν αυτά που καταρτίζονται πίσω από επτασφράγιστες πόρτες. Δεν γίνεται να ονειροβατείς όταν πεινάς και κρυώνεις. Δεν στέκει να χαμογελάς, όταν θρηνείς το παιδί σου. Δεν στολίζεσαι, όταν σου λείπουν οι άνθρωποί σου.


Δεν ταΐζεις γαλοπούλα τα αδέσποτα, όταν το τραπέζι σου είναι άδειο και δεν τραγουδάς το «Ωσαννά ο εν Υψίστοις» όταν το μόνο που πραγματικά θέλεις να ψάλεις είναι το «άι σιχτίρ, σας σιχάθηκα!»


Μας αρέσουν οι γιορτές. Το ξαναλέμε. Εμμονικά, αρρωστημένα! Αλλά καθώς προχωράμε ολοταχώς προς την ολοκλήρωση ακόμη μιας στραβής χρονιάς που μόνο κακά επιφύλασσε, μιας δίσεκτης στραπατσάδας ανάκατης με τα τσόφλια φρούδων ελπίδων, ας πάρουμε το σφουγγάρι της αναισθησίας τους, ας το βουτήξουμε στον κουβά με τα ρήματα που μας πλήγωσαν, κι όλοι μαζί ας σουλουπώσουμε τη φάτνη του κάθε πεινασμένου. 

Από τη στιγμή που δεν μπορούμε να τη γεμίσουμε, τουλάχιστον η ανατολή της νέας χρονιάς να τη βρει συγυρισμένη όταν θα βγαίνει η ψυχή του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: