Ωμός ρεαλισμός της διεθνούς πολιτικής: Η Συρία αιμορραγεί, οι μεγάλες δυνάμεις ανταλλάσσουν «μηνύματα». Ο «εμφύλιος», όπως έχει αποκληθεί, πόλεμος στην χώρα του Bashar al Assad μετατρέπει τους Σύρους σε απλούς κομπάρσους του δράματος που εκτυλίσσεται στην ίδια τους τη χώρα.
Για την προσήλωση Ρωσίας και Κίνας στην ανάγκη απόλυτου σεβασμού των κανόνων του διεθνούς δικαίου και για την αποφασιστικότητά τους να μην επιτρέψουν την παραβίασή του έκανε λόγο ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Sergey Lavrov μετά από συνάντηση που είχε την Τρίτη με τον Κινέζο πρεσβευτή στην Μόσχα, απαντώντας έτσι στις προειδοποιήσεις του Αμερικανού προέδρου Barack Obama (τις αυστηρότερες έως τώρα για την συριακή κρίση) ότι οποιαδήποτε «κινητικότητα» σχετικά με το χημικό και βιολογικό οπλοστάσιο της Δαμασκού θα έχει «τεράστιες επιπτώσεις».
Ο αντιπρόεδρος της συριακής κυβέρνησης Qadri Jamil, ο οποίος επίσης βρέθηκε στη Μόσχα, υπήρξε περισσότερο κυνικός, τονίζοντας ότι η «άμεση στρατιωτική επέμβαση [της Δύσης και των συμμάχων της] στη Συρία είναι αδύνατη», διότι όποιος την αποτολμήσει διακινδυνεύει «μια σύγκρουση πολύ ευρύτερη των συνόρων της Συρίας».
Ο Jamil περιέγραψε και το ζήτημα που αποτελεί την καρδιά του συριακού αδιεξόδου, το αν δηλ. η «αλλαγή καθεστώτος» αποτελεί την προϋπόθεση έναρξης μιας πολιτικής διαδικασίας, η οποία θα τερμάτιζε την αιματοχυσία. Ο ίδιος δήλωσε ότι ακόμη και το ζήτημα της απομάκρυνσης του προέδρου Assad θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο διαλόγου, ωστόσο ο διάλογος αυτός προορίζεται να μην ξεκινήσει καν, εάν κάτι τέτοιο τίθεται ως προαπαιτούμενο.
(«Δεν ακούσαμε κάτι καινούργιο» ήταν η απάντηση της εκπροσώπου του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών Victoria Nuland στο αντιφατικό αυτό άνοιγμα του Jamil).
Ο φαύλος κύκλος γίνεται ολοφάνερος, αν αναλογισθούμε ότι το συριακό καθεστώς δίνει αγώνα «υπέρ βωμών και εστιών» και εμφανίζεται συμφιλιωμένο με την ιδέα μιας παρατεταμένης σύγκρουσης, ιδίως στην ύπαιθρο, όπου δεν είναι αντικειμενικά εφικτό να τερματίσει δια της στρατιωτικής ισχύος την εξέγερση.
Από την άλλη πλευρά, ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός, ο οποίος είναι επίσης φανερό ότι δεν μπορεί να ανατρέψει με στρατιωτικά μέσα την εξουσία, δεν έχει λόγους να περιορίσει τη χρήση των όπλων – αν και ο σουνιτικός εθνοθρησκευτικός σεκταρισμός του καθώς και η εξάρτησή του από το εξωτερικό απωθεί ολοένα και μεγαλύτερο μέρος του συριακού πληθυσμού που αισθάνεται παγιδευμένο.
Σε αυτό το φόντο η επίκληση αρχικά από τον Obama και κατόπιν πανομοιότυπα από τον Βρετανό πρωθυπουργό David Cameron του κινδύνου που αντιπροσωπεύει το χημικό και βιολογικό οπλοστάσιο της Δαμασκού, φαντάζει στα μάτια πολλών, με πρώτο τον ίδιο τον Jamil, του σεναρίου του Ιράκ, οπότε το οπλοστάσιο του Saddam Hussein χρησίμευσε ως το κύριο πρόσχημα για την εισβολή του 2003.
Αντίστοιχα, η προειδοποίηση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Ahmet Davutoglu ότι η χώρα του φιλοξενεί ήδη 70.000 Σύρους πρόσφυγες και θα έχει ξεπεράσει τα όρια αντοχής της, αν ο αριθμός αυτός ξεπεράσεις τις 100.000, ακούγεται ως προλείανση του εδάφους για την δημιουργία «ασφαλών ζωνών» εντός της συριακής επικράτειας (το οποίο ωστόσο προϋποθέτει και την ταυτόχρονη δημιουργία ζωνών απαγόρευσης πτήσεων).
Ωστόσο, οι ίδιες οι δηλώσεις Obama καταδεικνύουν τη συνθετότητα της αμερικανικής προσέγγισης. Στην συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε (και η οποία, χαρακτηριστικά, ήταν επί το πλείστον αφιερωμένη σε βολές εναντίον του Ρεπουμπλικανού αντιπάλου του, Mitt Romney) ο πρόεδρος των ΗΠΑ τόνισε ότι τυχόν μετακίνηση, πόσο μάλλον χρήση, του συριακού χημικού οπλοστασίου συνιστά «κόκκινη γραμμή», η οποία θα μετέβαλλε άρδην τους «υπολογισμούς» του. Με άλλα λόγια, ο Obama παραδέχθηκε δημοσίως ότι διαθέτει μια μεγάλη γκάμα επιλογών, μεταξύ των οποίων η στρατιωτική εμπλοκή δεν κατέχει πρωτεύουσα θέση. Οι προειδοποιήσεις του, συνεπώς, περισσότερο αφορούν άλλους περιφερειακούς παίκτες, με τους οποίους, όπως τόνισε, η Ουάσιγκτον βρίσκεται σε διαρκή επικοινωνία, θέτοντάς τους μία μάλλον μη ρεαλιστική προϋπόθεση, για να δοθεί «πράσινο φώς» σε τυχόν δικούς τους στρατιωτικούς τυχοδιωκτισμούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου