"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Τα όρια του δημοσίου χρέους

Γιατί η Ιρλανδία κατάφερε να δανειστεί από τις αγορές, ενώ η Ελλάδα κατέφυγε στο ΔΝΤ

The Economist

Oταν η χρηματοπιστωτική κρίση απείλησε εκ νέου την ιρλανδική οικονομία, τον περασμένο μήνα, η κυβέρνηση έλαβε πρωτόγνωρα μέτρα. 

Ακύρωσε κατ' αρχάς όλες τις δημοπρασίες ομολόγων που είχαν δρομολογηθεί μέχρι τα τέλη του έτους. Η υλοποίηση αυτής της απόφασης, όμως, ήταν εφικτή επειδή η χώρα διαθέτει επαρκή κεφάλαια μέχρι τον επόμενο Μάιο. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο ετών, η υπηρεσία διαχείρισης του κρατικού χρέους (ΝΤΜΑ), η οποία λειτουργεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Οικονομικών, έχει συντηρήσει ένα εφεδρικό «ταμείο» κεφαλαίων, της τάξεως των 20 δισ. ευρώ, αντίστοιχο του 12% του ΑΕΠ. Ωστόσο, δεν περιόρισε το εύρος της έκθεσης σε τίτλους μακροπρόθεσμης λήξης, με αποτέλεσμα να μη δέχεται άμεσες και συχνές πιέσεις αναχρηματοδότησης.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) εκτιμά ότι μέσα στον επόμενο χρόνο, η Ιρλανδία θα είναι η μοναδική χώρα του ανεπτυγμένου κόσμου που θα πρέπει να αντεπεξέλθει στην πρόκληση της χρηματοδότησης του υψηλότερου δημοσιονομικού ελλείμματος ως προς το ΑΕΠ. Αλλά οι ανάγκες δανεισμού αφορούν μόνο ένα μετριοπαθές κομμάτι του χρέους, που προσεγγίζει τις ημερομηνίες ωρίμασης. Αντίθετα, οι μεγάλες ανάγκες δανεισμού της Ελλάδας ανάγκασαν τη χώρα να στραφεί στο ΔΝΤ.

Η επιδεξιότητα της Ιρλανδίας στην άντληση κεφαλαίων δεν είναι μια αρετή με χαμηλό κόστος. Κοστίζει περισσότερο να εκδίδει μια χώρα μακροπρόθεσμα αντί για βραχυπρόθεσμα ομόλογα. Ο Aντονι Λένιχαμ της ΝΤΜΑ υπογραμμίζει ότι η συντήρηση ενός εφεδρικού ταμείου κεφαλαίων εξυπηρετείται με την καταβολή υψηλών τόκων και οδηγεί σε υψηλότερο χρέος ως προς το ΑΕΠ, σύμφωνα με τα λογιστικά κριτήρια της Eurostat. Αλλά οι αγορές, τουλάχιστον, γνωρίζουν ότι η Ιρλανδία έχει εξασφαλίσει τις άμεσες ανάγκες χρηματοδότησης της οικονομίας.

Ο τρόπος που δανείζονται οι χώρες δεν προσελκύει την προσοχή των επενδυτών όσο το ύψος του χρέους. Ακόμη και οι διαχειριστές χρέους στις πλουσιότερες οικονομίες του κόσμου επικεντρώνονταν στο κόστος του δανεισμού, δηλαδή στο ύψος των τοκομεριδίων. Oχι πια. Πολλοί δίνουν πλέον βάρος στην εξασφάλιση μιας συνεχούς ροής χρηματοδότησης

 Ορισμένοι, για παράδειγμα, περιορίζουν τον όγκο των βραχυπρόθεσμων ομολόγων ούτως ώστε να μην καταφεύγουν συστηματικά στις αγορές για την αναχρηματοδότηση χρέους. Οι ΗΠΑ ήταν το 2008 εξαρτώμενες σε βραχυπρόθεσμους τίτλους του Δημοσίου για να χρηματοδοτήσουν ένα αυξανόμενο χρέος. Eκτοτε έχουν μεταφέρει τις περισσότερες υποχρεώσεις του κράτους σε μακροπρόθεσμα ομόλογα. Το ποσοστό του χρέους των ΗΠΑ, που ωριμάζει εντός δωδεκαμήνου, μειώθηκε από το 45% που ίσχυε το 2008 στο, μόλις, 30%, δηλαδή σε ένα ιστορικά χαμηλό επίπεδο.

Ο μεγαλύτερος φόβος για την κυβέρνηση μιας χώρας είναι να μην καταφέρει να αντλήσει χρήματα από την αγορά, διότι συμβολίζει την απώλεια της ψήφου εμπιστοσύνης των επενδυτών. Η έλλειψη ρευστού που μπορεί να προκύψει δεν είναι τόσο ανησυχητική. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, συνέβη ακριβώς αυτό τον Μάρτιο του 2009. Αν και αποτέλεσε μια μικρή ανωμαλία, προκλήθηκε αναστάτωση στις αγορές και διόλου κολακευτικά σχόλια από τον Τύπο.






Δημοπρασίες με χαμηλό κόστος

Τα κράτη προτιμούν, κατά κανόνα, να πραγματοποιούν δημοπρασίες για την άντληση κεφαλαίων μέσω ομολογιακών δανείων, διότι το κόστος είναι χαμηλότερο. Η καταβολή προμηθειών σε κοινοπραξία τραπεζών, για την προώθηση ομολόγων απευθείας σε επενδυτές, δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής κίνηση.

Αλλά το κόστος των δημοπρασιών στη Βρετανία είναι πλέον τόσο υψηλό, που έχουν διογκωθεί, παράλληλα, οι κίνδυνοι για τους βασικούς διαπραγματευτές, δηλαδή τις τράπεζες που αγοράζουν τα ομόλογα στις δημοπρασίες και μετέπειτα τα διαθέτουν στους επενδυτές μέσω της δευτερογενούς αγοράς.

Αυτή η πραγματικότητα ισχύει σε μεγαλύτερο βαθμό για τα μακροπρόθεσμα ομόλογα, των οποίων οι τιμές είναι πολύ πιο ευμετάβλητες και επηρεάζονται από εξωτερικές πιέσεις. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, η βρετανική κυβέρνηση άρχισε να συμπληρώνει τις δημοπρασίες ομολόγων με κοινοπρακτικά δάνεια τραπεζών.

Οι διαπραγματευτές, στο μεταξύ, αντιμετωπίζουν πολύ μεγαλύτερες πιέσεις για να στηρίξουν τις εκδόσεις κρατικών ομολόγων.

Νωρίτερα, φέτος, η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ ενημέρωσε τους βασικούς διαπραγματευτές ότι θα έπρεπε να συμμετέχουν στις δημοπρασίες ανάλογα με το μέγεθος και την κατάταξή τους στον κλάδο.

Ο Ντίνο Κος, πρώην επικεφαλής αγορών στην ομοσπονδιακή τράπεζα της Νέας Υόρκης, υπογραμμίζει ότι ο νέος όρος, σχεδόν, εγγυάται ότι δεν θα αποτύχει μια δημοπρασία.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, ακόμη και η πιο προσεκτική διαχείριση χρέους δεν μπορεί να ενισχύσει το οικονομικό προφίλ μιας χώρας, εάν τα ελλείμματά της συνεχίζουν να αυξάνονται. Ωστόσο, μερικές πινελιές μπορούν πάντα να παίξουν θετικό ρόλο, όπως θα συνειδητοποιήσει η Ιρλανδία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: