Παίρνω τις τσάντες, δύο μάσκες, διπλά γάντια, αντισηπτικά μαντιλάκια, οπλίζομαι με θάρρος, ανοίγω την πόρτα του σπιτιού και βγαίνω έξω, στον πόλεμο - ο εχθρός είναι αόρατος, καραδοκεί παντού, όπως οι Βιετκόγκ πίσω απ' τους θάμνους.
Βάζω τις τσάντες στο πορτμπαγκάζ, καθαρίζω τα χερούλια της πόρτας με αντισηπτικό, ανοίγω την πόρτα και μπαίνω στη θέση του οδηγού. Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Φοράω προσεκτικά τη μάσκα και από εκείνη την στιγμή δεν την ξαναγγίζω. Ανοίγω για λίγο τα παράθυρα να αεριστεί καλά ο χώρος μέσα και τα ξανακλείνω. Δεν βάζω μουσική για να μην ξεχαστώ και κάνω κάποιο μικρό, πλην μοιραίο λάθος.
Φτάνω δύσπιστα στο σουπερμάρκετ και παρκάρω αρκετά μέτρα μακριά από τα άλλα αυτοκίνητα.
Μόλις δω το προϊόν που μ'ενδιαφέρει και είναι μικρό το πιάνω με το μαντιλάκι και το βάζω σε μια αποστειρωμένη σακούλα. Αν είναι μεγάλο, το πιάνω απλώς με τα γάντια και το χώνω μαζί με το προηγούμενο. Αποφεύγω εντελώς να αγγίξω προϊόντα που ίσως τα έχει ακουμπήσει άλλος. Και δεν παίρνω χύμα αλλαντικά, τυρί, ζαμπόν και τέτοια γιατί θα πρέπει να τα αγγίξει και ο υπάλληλος, να τα κόψει, να τα βάλει σε χαρτί ή σε σακούλα, αν και θα το ήθελα, γιατί ο νεαρός που είναι πίσω απ' το ψυγείο και κάνει αυτή τη δουλειά είναι πολύ όμορφος και σέξι, ψηλός, μελαχρινός με όμορφα φλογερά μάτια. Οχι. Κάνω τη θυσία και πάω στο απέναντι ψυγείο και διαλέγω μόνη μου συσκευασμένα τυριά και κασέρια, έτοιμα, μέσα σε νάιλον, διότι αυτά έχουν και το επιπλέον προσόν ότι μπορώ να τα πλύνω εξωτερικά, σχολαστικά, με αντισηπτικό.
Τελειώνοντας τα ψώνια, ρίχνω μια μακρινή, δήθεν αδιάφορη ματιά στον υπάλληλο πίσω απ' τα ψυγεία των αλλαντικών και πάω προς το ταμείο, φροντίζοντας να μη συναντηθώ με άλλον στους διαδρόμους και στο ταμείο να μην έχει πελάτες που περιμένουν - κάνω κύκλους ή παριστάνω ότι ψάχνω στα ράφια μέχρι να αδειάσει.
Κρατώντας τις γεμάτες τσάντες βγαίνω και πάω στο αυτοκίνητο. Ανοίγω το πορτμπαγκάζ και καλού κακού βάζω μια δόση απολυμαντικού στο χέρι απ' το μπουκαλάκι και πασαλείβω τα χερούλια απ' τις τσάντες με τα ψώνια. Γυρίζω το καρότσι στη θέση του προσέχοντας να μην ακουμπήσω τίποτα. Παίρνω πίσω το κέρμα κρατώντας μαντιλάκι.
Σκουπίζω το πόμολο του αυτοκινήτου, ανοίγω, βγάζω τη μάσκα και τα γάντια και τα πετάω δίπλα, σε έναν κάδο σκουπιδιών. Μπαίνω στο όχημα και βάζω πάλι λίγο αντισηπτικό στα χέρια, στα μούτρα και στον λαιμό. Ανοίγω τα παράθυρα ώστε αν έχει μπει ο ιός να φύγει με τον αέρα. Σταυρώνω και μια τον χώρο, να ξορκίσω την αρρώστια. Βάζω μπρος.
Φτάνοντας σπίτι βγάζω πρώτα το πατάκι του αυτοκινήτου και το κρεμώ σ' ένα κάγκελο του μικρού κήπου που έχουμε. Θα το αφήσω εκεί, είκοσι τέσσερις ώρες στον ήλιο και στον αέρα.
Ολα αυτά κράτησαν μόνο τρεις ώρες. Ουφ, το φχαριστήθηκα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου