Υποθέτω ότι η τοξοβολία, ως ολυμπιακό άθλημα, χρειάζεται γερή εξάσκηση και τέχνη. Ελεγχο του σώματος, σωστή στάση, ρυθμό. Ηταν η πρώτη σκέψη που μου ήρθε στο μυαλό όταν είχα δει την εικόνα του Τοξοβόλου στην πλατεία Συντάγματος. Ενα γυμνασμένο παιδί το οποίο ξεχώριζε από τον συρφετό των «Αγανακτισμένων» που έβριζαν, μούντζωναν και πετούσαν πέτρες. Κάτι το ευγενέστερο, που λένε. Εκτοτε μάθαμε πως είναι γιος διευθυντή ορχήστρας, αριστούχος μαθητής, έχει σπουδάσει περιβαλλοντολογία. Η τοξοβολία, πριν γίνει η πολιτική του ταυτότητα, ήταν το αγαπημένο του άθλημα.
Μάθαμε ακόμη πως συμμετείχε σε ένοπλες ληστείες, συνελήφθη και καταδικάστηκε σε 13 χρόνια φυλακή. Εξέτιε την ποινή του στις αγροτικές φυλακές της Τίρυνθας ως βοσκός όταν δραπέτευσε για να συλληφθεί ξανά προχθές μαζί με δύο κοπέλες. Ησαν και οι τρεις σε ένα αυτοκίνητο συντροφιά με καλάσνικοφ, ούζι και πυρομαχικά. Ετοίμαζαν κάποιο «χτύπημα» ή μήπως μόλις είχαν χτυπήσει; Αυτό έχει σημασία μόνον για την Αντιτρομοκρατική...
Σημασία για εμάς έχουν το πορτρέτο του και τα ελάχιστα βιογραφικά στοιχεία που μας τον συστήνουν. Δεν ξέρω πόσοι θυμούνται ακόμη την έκπληξη που μας είχαν προκαλέσει τα πρόσωπα της «17 Νοέμβρη». Επί είκοσι πέντε χρόνια δολοφονούσαν αθώους και ανυπεράσπιστους συμπολίτες μας. Οι κατά συρροήν δολοφόνοι είχαν δημιουργήσει ένα θρύλο γύρω τους. Οι φλύαρες προκηρύξεις τους, με την κατάχρηση ορολογίας της μαρξίζουσας κοινωνιολογίας, κοινότοπες αναλύσεις περί μεταπρατισμού της ελληνικής αστικής τάξης, ιμπεριαλισμού και λοιπών στερεότυπων, αντιμετωπίζονταν από πολλούς ως εμβριθείς αναλύσεις της κοινωνίας μας. Η μόνη εμβρίθεια που διέθεταν ήταν η ηγεμονία της αριστερής σκέψης στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, σε συνδυασμό με την ημιμάθεια των δημοσιολογούντων, και το μόνο κύρος τους ήταν το αίμα των θυμάτων. Η φαντασία είχε πλάσει την εικόνα μιας ομάδας βαρέων διανοητικών βαρών που χρησιμοποιούσε το πιστόλι ως φυσική προέκταση της σκέψης της.
Οταν τους είδαμε στους τηλεοπτικούς μας δέκτες, αντί να απογοητευθούμε με τους εαυτούς μας απογοητευθήκαμε με την εικόνα τους. Κάτι ταλαίπωροι τύποι, που επικαλούνταν την ιδεολογία τους για να δικαιολογήσουν την κτηνωδία τους.
Μα είναι δυνατόν να είναι αυτό η ιδεολογία;
Και όμως είναι. Στο κάτω κάτω και ο Σιάντος δεν διέφερε και πολύ από το επίπεδο των αδελφών Ξηρού. Απ’ αυτήν την άποψη μάλλον φτηνά τη γλιτώσαμε με την εκσυγχρονισμένη εκδοχή της ένοπλης Αριστεράς.
Πολλά μπορείς να πεις γι’ αυτούς.
Μπορείς να μιλήσεις για κοινωνικά συμπλέγματα που κάποιος επιτήδειος, όπως ο Γιωτόπουλος, τα μεταμορφώνει σε πολιτική. Υποθέτω θα τους μάγεψε με το δύσκολο λεξιλόγιό του και θα τους εντυπωσίασε με τις γνώσεις του.
Μπορείς να πας πίσω στη δικτατορία ή ακόμη πιο πίσω, στον Εμφύλιο, για να ακολουθήσεις την παράπλευρη κυκλοφορία του κακοφορμισμένου μίσους.
Κάποτε πρέπει να αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε μήπως το στερεότυπο περί «ροπής προς τον διχασμό» του ελληνισμού δεν είναι παρά ροπή προς το πρωτογενές χάος που είναι θαμμένο στο υπόβαθρο της κοινωνικής συμβίωσης. Εκεί ο καθένας αναγορεύει εαυτόν σε κριτή, και χτίζει σαν μικρός θεός το αυθαίρετο του δικού του κόσμου.
Το θέμα με την τρομοκρατία είναι ψυχολογικό. Πώς παίρνεις την απόφαση να σκοτώσεις έναν περαστικό; Δεν χρειάζεται να έχεις αποδείξεις ότι είναι ένοχος. Αρκεί να είσαι βέβαιος πως εσύ έχεις το δίκιο με το μέρος σου και το επιβεβαιώνεις επειδή σκοτώνεις κάποιον που θεωρείς ότι δεν το έχει.
Ο Τοξοβόλος δεν έχει καμία σχέση με όλ’ αυτά. Είναι παιδί μιας Ελλάδας που δεν έχει σχέση με τη χώρα των αδελφών Ξηρού, του Κουφοντίνα και του Γιωτόπουλου. Γόνος αστικής οικογενείας, μεγαλωμένος σε καλλιεργημένο περιβάλλον –δεδομένης της ιδιότητας του πατέρα του–, πειθαρχημένος, «απολύτως ενταγμένος» που λένε, για ποιον λόγο στρέφεται εναντίον της κοινωνίας που τον έχει πλάσει και υποστηρίξει;
Μην περιμένετε απάντηση. Ακόμη και οι ψυχαναλυτικές ερμηνείες μοιάζουν ανεπαρκείς. Οποιαδήποτε ερμηνεία δεν είναι του ύψους του Ντοστογιέφσκι στους «Δαιμονισμένους» μοιάζει απλοϊκή, κοινότοπη, διεκπεραιωτική.
Θα διακινδυνεύσω μια σκέψη, όχι για να απαντήσω στο ερώτημα, αλλά για να συμμετάσχω στη συζήτηση που κάποτε πρέπει να ανοίξει. Και πρέπει να ανοίξει διότι ο Τοξοβόλος δεν είναι μεμονωμένη περίπτωση.
Είναι...
μια προωθημένη έκφραση της γενιάς που έκαψε την Αθήνα το 2008, η «έντεχνη» εκδοχή των παιδιών που πετάνε μολότοφ για να περάσουν το Σαββατόβραδο και καίνε τα αυτοκίνητα διάφορων μικροαστών για να αισθανθούν την ανωτερότητά τους.
Κατασκευάσαμε –και το ρήμα είναι κυριολεκτικό– γενιές συναρμολογημένες από ικανότητες, λιγότερες ή περισσότερες, με μόνο συνεκτικό στοιχείο την παντοδυναμία τους. Η εκπαίδευσή μας είναι στα πρότυπα του Lego. Και όταν αυτοί οι μικροί θεοί συνειδητοποιούν τη δύναμή τους στρέφονται εναντίον όποιου προσπαθεί να την περιορίσει ή να τη διαψεύσει.
Η νέα τρομοκρατία γεννήθηκε και ανδρώθηκε στις μεζονέτες μιας αστικής Ελλάδας, που η ίδια δεν σεβόταν τον εαυτό της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου