Με δύο λέξεις: μνημείο μικροαστισμού. Και όχι διότι προσπαθούσαν να μιλήσουν για το ψυχικό και ηθικό βάρος μιας τέτοιας ψήφισης, αλλά διότι προέβαιναν σε απέλπιδες απόπειρες να καταδείξουν ότι, με τα λόγια, θα αποκαθαρθούν στο πουργκατόριο της αριστερής ψυχής.
«Ντρέπομαι», «με βαριά καρδιά», «δεν πιστεύω αυτό που υπογράφω», «συρθήκαμε με το πιστόλι στον κρόταφο», ώς και τις αυτοκτονίες ή τους θανάτους από αναθυμιάσεις επικαλέστηκαν κατά τον τρόπο του γνώριμου εθνολαϊκισμού.
Οπως ακριβώς ο μικροαστός των δεκαετιών του ’80 και του ’90 προσπαθούσε ν’ απεκδυθεί την καταγωγή του με δάνεια, κάρτες, μίζες και ρουσφέτια, αγωνιζόμενος ν’ αλλάξει κοινωνική τάξη και, όταν ήρθε η ώρα του λογαριασμού, βρέθηκε με το πιστόλι στον κρόταφο και ένα βήμα πριν από την απόλυτη καταστροφή, λέγοντας ότι δεν φταίει (ποτέ δεν φταίει), έτσι και οι οδυρόμενοι βουλευτές, από την ανάποδη, πάλεψαν ν’ απεκδυθούν τη μνημονιακή τους πρακτική με τη γλώσσα της θυματοποιημένης αριστερής ψυχής.
Μόνο που η σύγκρουση με την πραγματικότητα είναι αμείλικτη. Το μικροκομματικό συμφέρον και η ανταπόκριση στις αγωνιστικές προσδοκίες ήρθε σε σύγκρουση με τη διάσωση της χώρας και τη διατήρηση της ευρωπαϊκής της ταυτότητας.
Κι αντί της υπερηφάνειας γι’ αυτήν την επιλογή, είδαμε τη μιζέρια ενός λόγου, μια ψυχογλωσσικής ορολογίας που φοβάται να δηλώσει:
Ναι, στον βωμό της σωτηρίας της χώρας συνοψίζω όλους μου τους αγώνες.
Κι αν δεν είναι, τελικά, και τόσο «αριστερό» αυτό, τουλάχιστον είναι έντιμο. Και αποτελεί ιστορική ευθύνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου