Ιδιαίτερα όταν οι πολίτες (οι αδικούμενοι δηλαδή), αντί ν' αντιδρούν, περιπίπτουν σε κατάσταση παθητικού (ή κι εσκεμμένου) ληθάργου όσον αφορά τα κοινά. Είτε για να μην αντιπαρατεθούν με τις εξουσίες. Είτε από κομματικό παρωπιδισμό. Είτε και από κλασικό ωχαδελφισμό. Το χειρότερο δηλαδή σύνδρομο, που αναιρεί τα θεμελιώδη αντανακλαστικά και διανοίγει διόδους παρακμιακής ολισθήσεως της πολιτείας. Με τραγικά τα επίχειρα, που αναποδράστως επέρχονται (και δρέπονται) ως παράγωγα της ενδογενούς παθογένειας του συστήματος. Η οποία κι εμφανίζεται τελικά έως και μη αναστρέψιμη.
EΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Ο κόρος, η ύβρις και ο όλεθρος
«Το της πόλεως
όλης ήθος
ομοιούται
τοις άρχουσι...»
Οσο και αν φανεί παράδοξο (και ίσως ανορθόδοξο), εντούτοις η
επαρκέστερη τομή στα σημερινά πάθη των νεοελλήνων μπορεί να προκύψει διά
του κλασικού ελληνικού λόγου και των διαχρονικών του διαλεκτικών. Τόσο
ως διαγνωστική προσέγγιση όσο και ως αφοριστική κριτική.
Οταν για παράδειγμα ο Μένανδρος αποφαίνεται ότι «τα δάνεια
δούλους τους ελευθέρους ποιεί», δεν χρειάζεται να προστεθεί οτιδήποτε
άλλο για να δώσει το μήνυμα για τα παράγωγα που εκ των πραγμάτων
ανακύπτουν για την πολιτεία και τους πολίτες από την αδήριτη (έως και
ασύνετη όμως) πρακτική του εύκολου δανεισμού. Για την πρώτη ως έκπτωση
της εθνικής της κυριαρχίας. Για τους δεύτερους ως υποθήκευση φυσικών
δικαιωμάτων.
Εάν πάλι θελήσει ένας ν' ανατάμει τα αίτια (και άρα τις ευθύνες)
για όσα οδήγησαν στην καταθλιπτική ολίσθηση (κι επομένως να ερμηνεύσει
τα αιτιατά), δεν έχει παρά να εγκύψει πάνω στον πυθαγόρειο αφορισμό που
λέει ότι:
«Εισιέναι εις τας πόλεις, πρώτον τρυφήν [δηλαδή μαλθακότητα],
έπειτα κόρον [ήτοι λαιμαργία και αρπακτικότητα], είτα ύβριν [δηλαδή
αλαζονείαν] μετά δε ταύτα όλεθρον...»
Αυτό διετυπώθη περίπου έξι αιώνες προ Χριστού. Και είναι σαν να
αποτελεί ακτινογράφηση των παρ' ημίν «εδώ και τώρα». Αυτό (και άλλα
συναρτώμενα της παιδευτικής ελληνικής σκέψεως) ήτο εκεί. Και αν απέβαινε
δείκτης παιδείας και οδηγός πολιτικο-κοινωνικής ζωής, τα νυν απευκταία
θα είχαν μάλλον προαποτραπεί.
Οπως και αν είχαμε υπόψη το του Αντισθένους ότι: «Τας πόλεις
απόλλυσθαι, όταν μη δύνωνται τους φαύλους από των σπουδαίων διακρίνειν».
Ή το του Αριστοτέλους: «Αι πλεονεξίαι των πλουσίων απολλύουσι μάλλον
την πολιτείαν». Κι ακόμη, την κατηγορηματική απόφανση του Ισοκράτους,
που λέει ότι: «Το της πόλεως όλης ήθος ομοιούται τοις άρχουσι».
Συστήνοντας στη συνέχεια προς τους δημόσιους άνδρες τον μονόδρομο των
επιβαλλόμενων συμπεριφορών των. Λέγοντας:
«Εκ των κοινών επιμελειών [από τα δημόσια δηλαδή αξιώματα]
απαλλάττου μη πλουσιότερος αλλ' ενδοξότερος». Καθώς, «πολλώ γαρ
χρημάτων, κρείττων ο παρά του πλήθους έπαινος».
Χωρίς πέραν αυτών να παραλειφθούν οι προσεγγίσεις του Πλάτωνος,
οι οποίες οδηγούν σε ό,τι μεν σήμερα θα εθεωρείτο ακραίο, αλλά που έχουν
άμεση σχέση με τον κολασμό των φαύλων. Αφού λέει: «Μηδέν επί δώρησι
διακονείν. Ο δε μη πειθόμενος απλώς τεθνάτω αλούς τη δίκη...»! Εκείνοι
δηλαδή που υπηρετούν το δημόσιο δεν πρέπει να παίρνουν μίζες. Κι όποιος
δεν θέλει να το καταλάβει, «απλώς τεθνάτω» με περίπου συνοπτικές
διαδικασίες!
Και ναι μεν δεν υπάρχει ασφαλώς και δεν τίθεται θέμα τέτοιας
(εσχάτης) τιμωρίας. Αλλά και δεν μπορεί να μη συγκατανοηθεί το έωλο
διακύβευμα της κατ' εξακολούθησιν ατιμωρησίας. Με τον μεν Αίσωπο να
προειδοποιεί ότι «το κατ' αρχάς μη κολαζόμενον, επί μείζον αύξεται». Τον
δε Πυθαγόρα ν' αποφαίνεται ότι: «Οι μη κολάζοντες τους κακούς,
βούλονται αδικείσθαι τους αγαθούς». Με τον Πλάτωνα πάλι να θεωρεί ως
«εσχάτην αδικίαν, δοκείν δίκαιον είναι μη όντα». Και ότι: «Τον αδικούντα
μη διδόναι δίκην, πάντων μέγιστον τε και πρώτον κακόν πέφυκεν». Η μη
δηλαδή τιμωρία των αδικούντων είναι το μέγιστο και πρώτο κακό.
Ιδιαίτερα όταν οι πολίτες (οι αδικούμενοι δηλαδή), αντί ν' αντιδρούν, περιπίπτουν σε κατάσταση παθητικού (ή κι εσκεμμένου) ληθάργου όσον αφορά τα κοινά. Είτε για να μην αντιπαρατεθούν με τις εξουσίες. Είτε από κομματικό παρωπιδισμό. Είτε και από κλασικό ωχαδελφισμό. Το χειρότερο δηλαδή σύνδρομο, που αναιρεί τα θεμελιώδη αντανακλαστικά και διανοίγει διόδους παρακμιακής ολισθήσεως της πολιτείας. Με τραγικά τα επίχειρα, που αναποδράστως επέρχονται (και δρέπονται) ως παράγωγα της ενδογενούς παθογένειας του συστήματος. Η οποία κι εμφανίζεται τελικά έως και μη αναστρέψιμη.
Εάν ο πολίτης δεν αναδυθεί από την τέφρα και δεν αναδειχθεί ως ο
καθαυτό διαχειριστής των εξελίξεων, επανανακαλύπτοντας τον κεντρικό
ρόλο του και παρεμβαίνοντας ουσιαστικά, τα πράγματα θα οδεύσουν προς το
χειρότερο. Θα υποτραπούν. Και τα παράγωγα που εθνικώς θα εισπραχθούν θα
είναι πέρα και από τραυματικά. Εάν δηλαδή δεν αναταχθούν οι απαξιωμένοι
θεσμοί και δεν ανακάμψει το ήθος (με ό,τι αυτό σημαίνει), τότε ό,τι και
αν συμβεί, πολύ δύσκολα η πολιτεία θ' επαναποκτήσει προοπτικές. Και
μόνον μυωπάζοντες (ή εθελότυφλοι) θα περιορίσουν τον απολογισμό σε
οικονομικές διαστάσεις. Γιατί θ' αποδομηθούν πολύ περισσότερα και θα
χαθούν εθνικώς ουσιαστικότερα. Τα οποία και ίσως να μην επανακτηθούν..
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ,
ΕΛΛΑΔΑ,
ΚΟΙΝΩΝΙΑ,
ΛΥΚΑΥΓΗΣ,
ΞΕΦΤΙΛΙΚΙΑ,
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου