EΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
«Ιδού το λάθος του Σαρδανάπαλου, του πάμπλουτου βασιλιά της Ασσυρίας, ο οποίος ζήτησε να σκαλίσουν στον τάφο του το εξής επιτύμβιο:
'Πήρα μαζί μου ό,τι έφαγα και γλέντησα κι ό,τι με χόρτασε ηδονή.
Όλα τα άλλα μου πλούτη τα 'χω αφήσει πίσω μου'.
'Αυτό', είπε ο Αριστοτέλης, 'θα περίμενες να το γράψει στον τάφο του ένα βόδι, κι όχι ένας βασιλιάς'».
Κικέρων, «Ο Δρόμος προς την Ευτυχία», εκδόσεις Ωκεανίδα, σελ. 92.
Όπως έχει ειπωθεί και στο παρελθόν «ο Κικέρων (106-43 π.Χ.) ήταν ο πρώτος συστηματικός ξεναγός του άγριου Λάτιου στους κήπους της αρμονίας που φρόντιζαν οι Έλληνες φιλόσοφοι. Σκαρφάλωσε στους ώμους τους για να δει το βαθύτερο νόημα, που απ’ όλους διαφεύγει. Σκεπτόμενους και μη». Αναμφίβολα ήταν ένας φιλόσοφος, παρόλο που δεν κατόρθωσε να φτάσει σε αίγλη τους εμπνευστές του έργου του. Εκείνος δεν δίστασε να κριτικάρει -άλλες φορές ακριβοδίκαια κι άλλες με φθόνο- τους Έλληνες φιλοσόφους, προσπαθώντας να διαμορφώσει με σαφήνεια ένα δικό του σύστημα θέασης του κόσμου, του Ανθρώπου και της Αρετής. Αγαπούσε με πάθος, συνέπεια και το δέον σέβας την σοφία και όλοι του οι στοχασμοί ήταν θυμιάματα στην χάρη της. Στο μεσοκαλόκαιρο του 45 π.Χ. άρχισε να γράφει τις περίφημες «Τουσκουλανές Διατριβές» του, απόσπασμα από τις οποίες παρατέθηκε προηγουμένως. Αυτές οι διατριβές γεννήθηκαν μέσα σ' έναν ωκεανό πόνου, όπου τον βύθισε η απώλεια της Τυλλίας, της αγαπημένης κόρης του. Το όνομα της κόρης του δεν αναφέρεται ούτε μία φορά σ' αυτό το σπουδαίο έργο αλλά είναι προφανές ότι το έγραψε για εκείνην με παραλήπτη τον ίδιο τον εαυτό του! Η μεγάλη αγωνία του Κικέρωνα ήταν να αποδείξει ότι ο ενάρετος άνθρωπος πρέπει και μπορεί να είναι ευτυχισμένος, αντλώντας όλα όσα χρειάζεται η αίσθηση της ευδαιμονία του από την ίδια την Αρετή του.
Η χρήση του παραδείγματος του Σαρδανάπαλου ήταν εύλογη από την πλευρά του φιλοσόφου. Τότε που γράφτηκαν οι «Τουσκουλανές Διατριβές», ο συγκεκριμένος βασιλιάς της Ασσυρίας είχε κατοχυρώσει μια απαρασάλευτη απέχθεια που έδειχναν οι ιστορικοί, οι φιλόσοφοι και οι στοχαστές προς το πρόσωπό του. Ήταν μανιακός με την ύλη και τις απολαύσεις και φρόντισε να το διαλαλεί ακόμα και στους διαβάτες που αντίκριζαν τον τάφο του.
Κι όμως, παρά τη λεκτική ομοβροντία της κατεστημένης «ενημέρωσης», της εξωνημένης «διανόησης», της κατά παραγγελίαν «ιστοριογραφίας», η Ιστορία λειτουργεί με τη σωρό του δίποδου βοδιού, όπως η έρημος με τα κουφάρια των κανονικών βοδιών. Ξεγυμνώνει τον σκελετό της προσωπικότητας από τις περιττές σάρκες. Απομένει, σαν κατάλευκο οστό, μόνο η αλήθεια. Δηλαδή, το πάθος για απολαύσεις, ισχύ και ηδονές που κατέλαβε το χώρο της ψυχής τους. Ένα ασυγκράτητο θυμικό, μια απέραντη γαστέρα κι ένα κυρίαρχο υπογάστριο που παρέλαβαν άνθρωπο και απέδωσαν στην κοινωνία ένα τέρας, ένα κτήνος.
Περί κτηνών πρόκειται και όχι ανθρώπων. Σε όποια εποχή κι αν αναφερόμαστε, σε όποια συγκυρία κι αν βρεθούν αυτοί οι τύποι. Όσοι βλέπουν, ακούν, νιώθουν τριγύρω τους τόσο απίστευτο πόνο, όσον υπάρχει στην Ελλάδα και εκείνοι προσπαθούν να ποντάρουν πάνω του για να στοιβάξουν κι άλλη ύλη πάνω στην ύλη, είναι δίποδα κτήνη – ανώφελα για την κοινωνία και το περιβάλλον τους. Είναι πρόσωπα εξόχως προβληματικά, τα οποία δεν δύνανται να συγκεντρώσουν ποτέ κάποιο ποσό που θα... εξαγοράζει την ευτυχία. Όσο και να τα καταφέρουν στο χρυσό, πάντα θα τους λείπει το πολυτιμότερο μέταλλο όλων: η Αγάπη. Κι όποιος δεν έχει αρκετό από αυτό το θησαυρό στη ζωή του πάντα θα πεινά. Κι όσο καλπάζει η μάστιγα της άγνοιας μέσα του τόσο θα νομίζει ότι η γιατρειά για τον πόνο είναι ακόμα περισσότερος πλούτος...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου