Αυτό συμβαίνει συνήθως, όταν το αντικείμενο της «Συκοφαντικής δυσφήμισης διά του τύπου», αδίκημα για το οποίο μηνύθηκαν οι δημοσιογράφοι, αφορούσε κάποια «άποψη» ή κάποια «γνώμη». Όμως, καλώς ή κακώς, το ρεπορτάζ αφορούσε στοιχεία. Κανονικά. Αριθμούς και συγκεκριμένες συμβάσεις, που βάσει συγκεκριμένων τροπολογιών συνάφθηκαν με τη διαδικασία του επείγοντος. Όλα με ημερομηνίες και αποδείξεις. Και εδώ είναι το πρόβλημα.
Διότι ο Πάνος Καμμένος, συνηθισμένος να επισείει επάνω από τα κεφάλια όσων του κάνουν κριτική τον τσαμπουκά της μήνυσης, νόμισε ότι κι εδώ πρόκειται για μια αρνητική κριτική. Και αντέδρασε κάνοντας αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα: με νομικό bullying. Που αποτελεί μια ακόμα πατενταρισμένη συμπεριφορά, όταν δεν απευθύνει στους αντιπάλους του γραβάτες με πέη, προτροπές για σεξουαλικές στάσεις («στα τέσσερα, εσείς…»), υψωμένα μεσαία δάχτυλα ή συκοφαντίες. Για τις τελευταίες, μάλιστα, απολαμβάνει από τον ΣΥΡΙΖΑ ένα ιδιαίτερο καθεστώς. Όπου ο νόμος «ελαστικοποιείται», η δυσφήμιση συμπεριλαμβάνεται αυθαίρετα στα υπουργικά του καθήκοντα (μπορεί να είναι κιόλας στη λογική της παρούσας διακυβέρνησης…) και του παρέχεται απλόχερα η βουλευτική ασυλία.
Στην περίπτωση όμως του ρεπορτάζ του «Φιλελεύθερου», η δυσφήμιση –αν προκύπτει κάτι τέτοιο– μπορούσε να προέρχεται μόνο από τα στοιχεία. Και σε περίπτωση που τα στοιχεία είναι αληθινά, τότε δεν υπάρχει δυσφήμιση. Υπάρχει αποκάλυψη που δεν θα ήθελε ο εμπλεκόμενος να γίνει. Οπότε για να αποφανθεί κάποιος αν ευσταθεί η μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση πρέπει πρώτα να διαπιστώσει αν τα στοιχεία που παρουσιάζονται ευσταθούν. Και –έκπληξη!– έτσι ακριβώς έγινε! Δεν ασκήθηκε καν δίωξη στους δημοσιογράφους. Μάλιστα άνθρωποι που βρέθηκαν παρόντες σχολιάζουν ότι ο ανακριτής γέλαγε με το κείμενο της μήνυσης.
Αντίθετα, διατάχθηκε περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης. Δηλαδή αυτό για το οποίο επί τόσους μήνες αρνείται να απαντήσει η κυβέρνηση – εκτός από τον Δημήτρη Βίτσα που ως υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής φρόντισε να ξεκαθαρίσει ότι δεν έχει καμία σχέση με τα κονδύλια. Με άλλα λόγια, θα μάθουμε πού πήγαν τα 1,6 δις της έκτακτης και τακτικής βοήθειας της Ε.Ε. για τους πρόσφυγες. Εκ των οποίων μόνο ένα μικρό μέρος έχει απορροφηθεί από ΜΚΟ.
Γι’ αυτό και είναι λάθος να μετατεθεί το θέμα σε ηθικό επίπεδο της φίμωσης του τύπου, αφού το ζητούμενο δεν είναι να κριθεί ο αυταρχισμός της κυβέρνησης. Αυτό είναι υποκειμενικό θέμα. Οι φιλοκυβερνητικοί θα ισχυριστούν ότι η κυβέρνηση αμύνεται, οι αντικυβερνητικοί θα αρχίσουν να τους παρομοιάζουν με καθεστώς Βόρειας Κορέας, ο Σωτήρης –καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή– Καψώχας θα ισχυριστεί ότι κάθε ρεπορτάζ που δεν συμφέρει την κυβέρνηση έχει στοιχεία φασισμού και όλα θα τελειώσουν σαν μια ακόμα ελάσσονος σημασίας ανταλλαγή εξυπνάδων στο twitter. Όπου ο καθένας θα υπεραμύνεται χουλιγκανικά για τη δική του αλήθεια.
Αυτό ακριβώς απέφυγαν οι διωκόμενοι δημοσιογράφοι με την εμφάνισή τους. Υποστήριξαν το ρεπορτάζ τους θεωρώντας ότι μόνο με την παρουσία τους μπορεί να υποστηριχθεί σωστά. Λέγοντας μάλιστα ότι ήρθαν να διευκολύνουν τη δικαιοσύνη να κάνει το έργο της, γιατί άκουσαν ότι τους καταζητούν. Δηλαδή έκαναν αυτό που λέμε «όποιος έχει στοιχεία να τα πάει στον Εισαγγελέα».
Μόνο που αντί να γίνει αυτεπάγγελτα, έγινε μέσω της μήνυσης Καμμένου. Ο οποίος τώρα θα πρέπει να αποδείξει ότι τα τεκμηριωμένα στοιχεία είναι ψευδή. Και όχι αν θίγεται από τον ένα ή τον άλλο χαρακτηρισμό κατά τη γνώμη του, όπως έγινε με την περίπτωση Πετρουλάκη για παράδειγμα.
Το καλό με την περίπτωση των κονδυλίων της Μόριας είναι ακριβώς αυτό: δεν υπάρχουν γνώμες. Υπάρχουν στοιχεία. Τα οποία κρίνεται αν είναι ακριβή ή όχι. Και εκεί πρέπει να παραμείνει το επίκεντρο. Διότι εκεί δεν υπάρχουν πολλές βολικές «αλήθειες». Υπάρχει μόνο μία. Οπότε δεν περνάνε ούτε τα «με πολεμάνε» ούτε τα «αυτοί κάνουν αντιπολίτευση», ούτε τα υψωμένα μεσαία δάχτυλα, ούτε οι γραβάτες με τα πέη.
Εκτός αν ο Πάνος Καμμένος...
προτίθεται να κάνει μήνυση στην ίδια την πραγματικότητα.
Οπότε φυσικά χρειάζονται εκτός τους δικηγόρους και άλλες επιστημονικές ομάδες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου