"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


KOINΩΝΙΑ και ΠΟΛΙΤΙΚΗ στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΡΙΖΟΠΛΗΚΤΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Η γενιά του Κυνόδοντα


Στον «Κυνόδοντα» του Γιώργου Λάνθιμου, δύο γονείς κρατούν έγκλειστα τα τρία παιδιά τους σε μια απομονωμένη μονοκατοικία, δημιουργώντας ένα πλαστό σύμπαν από το οποίο τα τελευταία είναι αδύνατον να αποδράσουν. Ολη η ζωή περνά εκεί, στον κήπο και στα δωμάτιά τους, καθώς ο έξω κόσμος είναι απειλητικός, μια άγνωστη ζούγκλα με την οποία δεν πρέπει να έχουν καμιά απολύτως επαφή. Οι γονείς μάλιστα επινόησαν μια ιστορία πως ο μεγαλύτερος αδελφός τους, που τόλμησε να φύγει, κατασπαράχθηκε από μια γάτα.


Η ταινία γνώρισε διεθνή αναγνώριση όχι μόνο για το πρωτότυπο σενάριό της ή τη λοξή σκηνοθετική προσέγγιση, αλλά για έναν ακόμη λόγο: η μετανεωτερική Ελλάδα εξακολουθεί να δομεί την ύπαρξή της γύρω από τον πυρήνα της οικογένειας.


Τα πρώτα χρόνια της κρίσης, αυτό θεωρήθηκε ένα από τα μεγαλύτερα δίκτυα κοινωνικής ασφάλειας:  


Είσαι νέος, φοιτητής, άνεργος, ανασφάλιστος, απλήρωτος ή χωρίς πραγματικά προσόντα σε ένα εξόχως ανταγωνιστικό επαγγελματικό περιβάλλον;  


Διασωζόσουν από τη σύνταξη του παππού, τη γενναιοδωρία της γιαγιάς, την προστατευτικότητα του πατέρα και την έγνοια της μάνας. Οι οικείοι αναπλήρωναν τα κενά της καταρρέουσας πολιτείας, που είχε πλημμελή ή και ανύπαρκτη θεσμική πρόνοια για να φροντίσει τη νέα γενιά, που μαστιζόταν όσο καμιά άλλη ηλικιακή ομάδα από τη συμπίεση του εισοδήματος και την απώλεια θέσεων εργασίας.


Καθώς η ύφεση βαθαίνει και δεν αχνοφαίνεται κάποια ηλιαχτίδα άμεσης βελτίωσης στην οικονομία, η γενιά των 700 ευρώ που έγινε η γενιά των 400 ή του ισχνού επιδόματος ανεργίας, θυμίζει πάλι τον «Κυνόδοντα»:  


Εικοσιπεντάρηδες και τριαντάρηδες ζουν στην πατρική εστία, χαρτζιλικώνονται, αποκτούν γεροντίστικα χούγια και θυμό για την έλλειψη πραγματικής προοπτικής. Οσοι δεν έχουν τολμήσει να φύγουν για το εξωτερικό (και ας τους κατασπαράξει η γάτα...), μένουν πίσω σαν απόμαχοι, σακατεμένοι από την ενηλικίωση που μοιράζονται με τους γονείς τους.


Την ώρα που η Ευρώπη, η Αμερική, το Ισραήλ και οι BRICS επενδύουν στο ανθρώπινο κεφάλαιο της νεολαίας –ακόμα και με την ποταπή προσέγγιση του εύπιστου καταναλωτή– η Ελλάδα με τον σαραντάρη πρωθυπουργό εξακολουθεί να έχει γιους και κόρες που δεν μπορούν ακόμη να γίνουν αυτόνομες προσωπικότητες μακριά από τους ανιόντες.


Πώς να περιμένει λοιπόν κάποιος μια ανανέωση της κοινωνίας, της πολιτικής, του δημοσίου λόγου, του επιχειρείν από ανθρώπους που ζουν εγκλωβισμένοι στα παιδικά τους δωμάτια και στον συγχρωτισμό με ιδέες και ανησυχίες της τρίτης ηλικίας;


Αν κάτι στερεί από τη χώρα η οικονομική κρίση, είναι:


H ευκαιρία των νέων να παραμερίσουν την κηδεμονία. Να βαδίσουν χωρίς πατερίτσες και χωρίς μητερίτσες όπως λέει κι ένα πικρό ποίημα...

Δεν υπάρχουν σχόλια: