"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ και ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Συμπερίληψη χωρίς παραγωγή

 Γράφει ο Αρίστος Δοξιάδης

Στα συνέδρια και στα κείμενα που αναφέρονται φέτος στα πενήντα χρόνια από την πτώση της δικτατορίας διαφαίνεται ένα σταθερό μοτίβο: η αντίθεση ανάμεσα στους πολιτικούς θεσμούς, που βελτιώθηκαν, και στην οικονομική βάση, που έμεινε στάσιμη.

Οι θεσμοί της δημοκρατίας εξελίχθηκαν και εμπλουτίστηκαν από διαδοχικές κυβερνήσεις από το 1974 μέχρι σήμερα, είναι ανθεκτικοί, και εύλογα οι διεθνείς δείκτες μας κατατάσσουν στις πιο ελεύθερες και θεσμικά συγκροτημένες χώρες στον κόσμο. Το Democracy Index του Economist για το 2023 τοποθετηθεί την Ελλάδα στην 20ή θέση παγκοσμίως, στη μικρή ομάδα των ολοκληρωμένων δημοκρατιών (full democracies). Ηταν περίπου εκεί το 2006 που πρωτοδημοσιεύτηκε ο δείκτης, έπεσε τη δεκαετία της κρίσης και των μνημονίων, και επανήλθε τώρα.

Αλλά η οικονομία, συγκριτικά με όλες τις άλλες χώρες της Ευρώπης, αναπτύχθηκε ελάχιστα και ήταν (και είναι) ιδιαίτερα ευάλωτη σε κρίση, όπως φάνηκε το 2009. Η ιδιωτική και η δημόσια κατανάλωση αυξήθηκαν μέχρι το 2009, χωρίς αντίστοιχη αύξηση της παραγωγής, και η διαφορά καλύφθηκε από ευρωπαϊκά κονδύλια και εξωτερικό δανεισμό – μέχρι τη στιγμή που ο δανεισμός σταμάτησε.

Η απόκλιση ανάμεσα στην πολιτική και την οικονομία συνιστά (άλλο ένα) «ελληνικό παράδοξο».

Οι πιο διαδεδομένες θεωρίες για την πολιτική οικονομία της ανάπτυξης βλέπουν μια ισχυρή συσχέτιση των δύο.

Οι Acemoglu και Robinson, στο γνωστό τους έργο με τίτλο «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη», γράφουν ότι οι χώρες με συμπεριληπτικούς (inclusive) πολιτικούς θεσμούς συνήθως έχουν και συμπεριληπτικούς οικονομικούς θεσμούς, και αυτοί οδηγούν σε σημαντική αύξηση της παραγωγικότητας και του εθνικού εισοδήματος.

Εμείς, με μια έννοια, αναπτύξαμε συμπεριληπτική οικονομία μετά το 1974. Πάρα πολλές οικογένειες είδαν το εισόδημά τους να αυξάνεται, απέκτησαν δικό τους σπίτι, έστειλαν παιδιά στο λύκειο και μετά στο πανεπιστήμιο, έγιναν δυτικού τύπου καταναλωτές. Ο εθνικός πλούτος δεν συγκεντρώθηκε σε λίγες οικογένειες και δεν είχαμε «ολιγάρχες» με την οικονομική έννοια, παρόλο τον σχετικά συγκεντρωμένο έλεγχο των μέσων ενημέρωσης. Οι κυβερνήσεις, για να επιβιώνουν, έπρεπε κάπως να μεριμνούν για το εισόδημα των πολλών.

Ενα από τα μαθήματα της κρίσης θα έπρεπε να είναι ότι μακροπρόθεσμα δεν υπάρχει οικονομική ανάπτυξη με συμπερίληψη αν δεν αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας.

Η διασπορά των εισοδημάτων, όμως, έγινε κυρίως με κρατική παρέμβαση.

Στην αρχή ήταν οι πελατειακές σχέσεις (βουλευτές που έκαναν ρουσφέτι σε ψηφοφόρους) και στη συνέχεια οι οργανωμένες ομάδες συμφερόντων (επιχειρηματίες, επαγγελματίες, ισχυρά συνδικάτα) που διεκδικούσαν ευνοϊκές προστατευτικές ρυθμίσεις.

 

Το πρότυπο της συμπερίληψης στις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες είναι διαφορετικό: εργοδότες και εργαζόμενοι συνεργάζονται για να βελτιώνουν την ποιότητα και την αξία των προϊόντων που παράγουν, πωλούν στη διεθνή αγορά, και από τα έσοδα δίνουν καλούς μισθούς, κάνουν νέες επενδύσεις με τα κέρδη, και βελτιώνουν τις δεξιότητες του προσωπικού. Είναι ένας ενάρετος κύκλος, με περιορισμένη ανάμειξη του κράτους.

Ενα από τα μαθήματα της κρίσης για εμάς θα έπρεπε να είναι ότι …

 

μακροπρόθεσμα δεν υπάρχει οικονομική ανάπτυξη με συμπερίληψη αν δεν αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας. Αυτό απαιτεί, μεταξύ άλλων, κατάλληλη κατάρτιση των εργαζομένων και παραγωγικές επενδύσεις από τους εργοδότες. Δυστυχώς, λίγοι το βλέπουν αυτό μέχρι και σήμερα. Οι περισσότεροι επιμένουν να μετρούν αριθμούς φοιτητών (που θα πάρουν άχρηστα πτυχία), επενδύσεις σε κτίρια (αλλά όχι σε μηχανήματα και σε εργαστήρια) και εγκωμιαστικά σχόλια αναλυτών που μας κοιτούν από μακριά.

Ευτυχώς υπάρχουν οι «μπαρουτοκαπνισμένοι» επιχειρηματίες (όπως τους χαρακτήρισε ο Ευ. Μυτιληναίος στο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών για τη Μεταπολίτευση) που έμαθαν χάρη στην κρίση να αναζητούν την ανάπτυξη στην παγκόσμια αγορά, οι νέοι με δίψα για ουσιαστική μόρφωση που θέλουν να ξεπεράσουμε τα ελληνικά παράδοξα και μερικοί πολιτικοί που κατανοούν τις σημερινές προκλήσεις.

Και εγώ, αθεράπευτα αισιόδοξος, θέλω να ελπίζω ότι στα επόμενα χρόνια θα περάσουμε από την πελατειακή συμπερίληψη στην παραγωγική.

Δεν υπάρχουν σχόλια: