"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Πώς Μπάιντεν και Ερντογάν θα μπορούσαν να δώσουν τέλος στις κακές Αμερικανοτουρκικές σχέσεις

Του Sinan Ulgen / Bloomberg

Για δεκαετίες, η Τουρκία θεωρείτο εταίρος στρατηγικής σημασίας από τους Αμερικανούς προέδρους. Ο Μπαράκ Ομπάμα επισκέφθηκε τη χώρα στο πρώτο επίσημο ταξίδι του στο εξωτερικό. Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε τακτική απευθείας επαφή με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Με τον Τζο Μπάιντεν, η φύση αυτής της σχέσης έχει αλλάξει.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ άφησε να περάσουν τρεις μήνες πριν δεχθεί να μιλήσει με τον Ερντογάν στο τηλέφωνο, σηματοδοτώντας έναν υποβιβασμό της Τουρκίας στην κατάταξη της λίστας των φίλων της Αμερικής. 

Την επόμενη ημέρα, ο Μπάιντεν έσπασε με μια άλλη παράδοση των προέδρων των ΗΠΑ της σύγχρονης εποχής, χαρακτηρίζοντας τις σφαγές Αρμενίων στην οθωμανική εποχή της Τουρκίας ως "γενοκτονία", έναν όρο ο οποίος πυροδοτεί έντονη εχθρότητα από πλευράς της Άγκυρας προς όποιον τον χρησιμοποιεί.

Άλλοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν στέλνουν τα δικά τους μηνύματα Ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν επέλεξε να μην συνομιλήσει καθόλου με την Άγκυρα κατά τη διάρκεια της πρόσφατης στρατιωτικής σύγκρουσης Ισραήλ-Χαμάς.

Η απογοήτευση είναι αμοιβαία. Η τουρκική ηγεσία τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει τις ΗΠΑ με υποψία, με Τούρκους ανώτερους αξιωματούχους να ισχυρίζονται ότι η Αμερική βρισκόταν πίσω από την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία του Ιουλίου του 2016.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο Μπάιντεν και ο Ερντογάν πρόκειται να πραγματοποιήσουν την πρώτη τους συνάντηση "πρόσωπο με πρόσωπο" στις 14 Ιουνίου, στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες.  

Τι μπορεί να περιμένει κανείς;

Στην Άγκυρα, οι προσδοκίες είναι υψηλές. Η ελπίδα είναι ότι ο Ερντογάν θα είναι σε θέση να πείσει τον Μπάιντεν ότι οι χώρες τους έχουν αμοιβαία στρατηγικά συμφέροντα, τα οποία εξυπηρετούνται καλύτερα μέσω μιας προβλέψιμης, φιλικής διμερούς σχέσης. Αυτό, θα υποστηρίξει ο επικεφαλής του τουρκικού κράτους, απαιτεί από τις ΗΠΑ να αναλάβουν δράση ως προς τους υφιστάμενους τομείς διαφωνιών των δύο πλευρών.

Και αυτοί είναι πολλοί, συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης από πλευράς Τουρκίας του πυραυλικού συστήματος αεράμυνας S-400 από τη Ρωσία, το οποίο οι ΗΠΑ θεωρούν ότι μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια του ΝΑΤΟ,
της σχέσης των ΗΠΑ με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), οι οποίες κατά την Τουρκία συνδέονται άρρηκτα με την "κουρδική τρομοκρατική οργάνωση" του PKK (σ.μ. Κόμμα Εργαζομένων Κουρδιστάν), της έλλειψης δράσης από την πλευρά των ΗΠΑ σχετικά με τα αιτήματα της Τουρκίας για έκδοση του Τούρκου αυτοεξόριστου ισλαμιστή ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, ο οποίος ζει στην Πενσιλβάνια και της δίωξης στη Νέα Υόρκη της τουρκικής τράπεζας Halkbank για φερόμενες παραβιάσεις των κυρώσεων κατά του Ιράν.

Ο Ερντογάν φιλοδοξεί να εμπλέξει τον Μπάιντεν σε ευρείες διαπραγματεύσεις για όλα αυτά τα εκκρεμή ζητήματα.

Ο Λευκός Οίκος, ωστόσο, φαίνεται να κινείται σε διαφορετικό μήκος κύματος. Η κυρίαρχη παγκόσμια οπτική της κυβέρνησης Μπάιντεν φαίνεται να επικεντρώνεται στον υπερδυναμικό ανταγωνισμό με την Κίνα και τη Ρωσία, ενώ ένας βασικός στόχος της εξωτερικής της πολιτικής είναι ο περιορισμός των αυταρχικών καθεστώτων. Από την άποψη αυτή, η Τουρκία δεν βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο των στρατηγικών προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ και επομένως η επίλυση των παραπόνων της Άγκυρας δεν αποτελεί αμερικανική προτεραιότητα.

Υπάρχει επίσης το ζήτημα του ίδιου του Ερντογάν.
Η "θερμή" σχέση του με τον Τραμπ ήταν βέβαιο ότι θα τον καθιστούσε ύποπτο στα μάτια μιας κυβέρνησης των ΗΠΑ υπό τους Δημοκρατικούς. Το κλίμα σίγουρα επιδεινώνεται από το γεγονός ότι ο Μπάιντεν, ο οποίος επιθυμεί διακαώς να προωθήσει τις δημοκρατικές ελευθερίες τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, έχει δηλώσει στο πρόσφατο παρελθόν την πρόθεσή του να στηρίξει την αντιπολίτευση εντός Τουρκίας.

Παρά τις τρέχουσες, όχι πολλά υποσχόμενες περιστάσεις, οι δύο πρόεδροι ενδέχεται να καταφέρουν να σημειώσουν πρόοδο στο ζήτημα των S-400, το οποίο με τη σειρά του θα μπορούσε να γίνει η απαρχή μιας λιγότερο τεταμένης διμερούς σχέσης.

Η αμερικανική θέση έχει σκληρυνθεί μετά την έγκριση από το Κογκρέσο του Νόμου Εξουσιοδότησης για την Εθνική Άμυνα (NDAA), ο οποίος ορίζει ότι η Τουρκία πρέπει να "σταματήσει να κατέχει" το σύστημα των S-400 προτού αρθούν οι κυρώσεις των ΗΠΑ. Ο πήχης τίθεται έτσι πολύ ψηλά για μια τουρκική ηγεσία η οποία έχει υπερασπιστεί αδιάκοπα την απόκτηση των S-400 ως ένδειξη των αυξανόμενων φιλοδοξιών και της στρατηγικής αυτονομίας της χώρας.

Ωστόσο, η Άγκυρα μπορεί να αποδεχθεί μια συμφωνία στην οποία θα της επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει το σύστημα μόνο σε εξαιρετικά έκτακτες περιστάσεις κατά τις οποίες θα τίθεται σε κίνδυνο η τουρκική εθνική ασφάλεια.
Η εγκατάσταση των S-400 στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ, η οποία χρησιμοποιείται από τις ΗΠΑ, θα επιτρέψει την εύκολη παρακολούθηση της συμμόρφωσης της Τουρκίας σε μια τέτοια περίπτωση.

Η πρόκληση θα είναι εν προκειμένω να επιτευχθεί ένας από κοινού συμφωνημένος ορισμός για το ποιες θα ήταν αυτές οι "έκτακτες περιστάσεις", δεδομένης της φύσης των απειλών που αντιμετωπίζει η Τουρκία, οι οποίοι περιλαμβάνουν συμβατικές, καθώς και υβριδικές και ασύμμετρες απειλές, όπως η τρομοκρατία και η ύπαρξη "αποτυχημένων κρατών" στη γειτονιά της.

Μια διπλωματικά ελκυστική επιλογή θα ήταν...

 

 να συνδέσει κανείς τη χρήση του συστήματος με τις περιστάσεις που ορίζονται στα άρθρα 4 και 5 της Συνθήκης του Ατλαντικού - δηλαδή, περιστάσεις κατά τις οποίες τα μέλη του ΝΑΤΟ θα συμφωνούν ότι η εδαφική ακεραιότητα ή η ασφάλεια της Τουρκίας απειλείται ή ότι η χώρα δέχεται ένοπλη επίθεση. Αυτή η σύνδεση θα περιόριζε σημαντικά τις πιθανές περιπτώσεις χρήσης των S-400 μόνον έναντι πραγματικών και όντως επικείμενων απειλών.

Για να λειτουργήσει μια τέτοια συμφωνία, ο Μπάιντεν θα πρέπει να πείσει το Κογκρέσο να τροποποιήσει τον NDAA.  

Σε αντάλλαγμα, ο Ερντογάν θα πρέπει να αποδεχθεί πλήρως τους αυστηρούς όρους οι οποίοι θα ρυθμίζουν τη χρήση του συστήματος S-400 στο μέλλον.

Η πρόοδος ή η στασιμότητα σε αυτό το ζήτημα θα καθορίσει το αποτέλεσμα της πρώτης συνάντησης των δύο προέδρων - και ίσως το μέλλον των σχέσεων ΗΠΑ και Τουρκίας.


Δεν υπάρχουν σχόλια: