Στην τελευταία παράγραφο άρθρου του που είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Το Βήμα» στις 7 Ιουλίου 1985 και έφερε τον τίτλο «Γιατί ταλαιπωρείται η γλώσσα», ο αείμνηστος Εμμανουήλ Κριαράς έγραφε τα εξής:
«Φυσικά η αναλυτικότερη και βαθύτερη προσέγγιση των αιτίων του δυσάρεστου αυτού φαινομένου που έχομε σήμερα (να αγνοούνται λ.χ. από τελειόφοιτους της μέσης παιδείας λέξεις όπως «ευδοκίμηση» και «αρωγή» και να ακούμε και να διαβάζομε «η ανακήρυξη της Αθήνας ως πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης») —για να περιοριστώ μόνο σ’ αυτά τα παραδείγματα— απαιτεί πλατύτερη ανάπτυξη που δεν έγινε με το σύντομο τούτο άρθρο. Θα χρειαζόταν μια εκτενέστερη μελέτη, όπου και θα διατυπώνονταν προτάσεις για την αντιμετώπιση και τη θεραπεία της όλης σημερινής γλωσσικής μας ταλαιπωρίας· μια μελέτη που θα ευχόμουν σύντομα να έρθει στη δημοσιότητα».
Με το εν λόγω άρθρο του ο Κριαράς αναφερόταν στην αδυναμία μεγάλου αριθμού υποψηφίων στις Πανελλήνιες (για την ακρίβεια, Γενικές ονομάζονταν τότε) Εξετάσεις εκείνης της χρονιάς να κατανοήσουν τους όρους «ευδοκίμηση» και «αρωγή», που περιλαμβάνονταν στο θέμα της Έκθεσης στο οποίο είχαν εξεταστεί οι υποψήφιοι και των τεσσάρων δεσμών την Τρίτη 11 Ιουνίου 1985.
Πιο αναλυτικά, το θέμα της Έκθεσης Ιδεών στο οποίο είχαν κληθεί να καταθέσουν τις απόψεις τους οι υποψήφιοι για την τριτοβάθμια εκπαίδευση το μακρινό πλέον 1985 ήταν το εξής:
«Ο άνθρωπος, ο αποφασισμένος να μάθει πολλά γράμματα και να διαπρέψει σε μια επιστήμη ή σε μια τέχνη, δεν αποβλέπει πια, κατά την επικρατούσα άποψη, στην προσωπική του μόνο ευδοκίμηση. Προσφέρει και στους άλλους πολύτιμη αρωγή».
Επρόκειτο για ένα απόσπασμα από άρθρο του διαπρεπούς λογοτέχνη και εκπαιδευτικού Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου (1901-1982), που είχε δημοσιευτεί στην αθηναϊκή εφημερίδα «Ελευθερία» στις 24/4/1966 και έφερε τον τίτλο «Ο στοχασμός και ο λόγος: Έργα υποδομής. Η ανάγκη ενός πλατύτερου φωτισμού» (συμπεριελήφθη αργότερα, το 1980, στον τόμο «Όρθιες ψυχές και άλλα παράλληλα κείμενα» των εκδόσεων Φιλιππότη).
Οι μεγαλύτερης ηλικίας αναγνώστες και αναγνώστριες θα θυμούνται ενδεχομένως το θόρυβο που είχε δημιουργηθεί γύρω από το συγκεκριμένο θέμα της Έκθεσης, τις ατέρμονες συζητήσεις και τις ποικίλες αντιδράσεις αναφορικά με τις λέξεις «ευδοκίμηση» και «αρωγή».
Από τότε έχουν περάσει 36 ολόκληρα χρόνια. Αμέτρητοι μαθητές και μαθήτριες έχουν αποφοιτήσει έκτοτε από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, έχοντας υποστεί μάλιστα τη βάσανο των Πανελληνίων Εξετάσεων.
Δυστυχώς, στις τρεισήμισι αυτές δεκαετίες που έχουν παρέλθει από την «εποχή της ευδοκίμησης και της αρωγής» τα πράγματα σε ό,τι αφορά το γλωσσικό όχι μόνο δεν έχουν βελτιωθεί, όπως ευχόταν —και αγωνιζόταν γι’ αυτό έως το τέλος του μακρότατου βίου του— ο Κριαράς, αλλά, αντίθετα, έχουν γίνει σαφώς χειρότερα.
Δεν τολμώ να σκεφτώ τι θα συνέβαινε εάν στις επικείμενες Πανελλαδικές Εξετάσεις καλούνταν οι υποψήφιοι να πραγματευτούν τις έννοιες της ευδοκίμησης και της αρωγής.
Φαντάζεστε ποιες θα ήταν οι αντιδράσεις των ίδιων των εξεταζομένων, των γονέων τους, της «εκπαιδευτικής κοινότητας», των πολιτικών κομμάτων και των συνδικαλιστικών παραφυάδων τους κ.λπ.;
Τα ερωτήματα που προκύπτουν από τα προαναφερθέντα είναι κατά την άποψή μου εύλογα και συνάμα αμείλικτα:
Τι έχουν κάνει οι πάσης φύσεως και πασών ιδεολογικών καταβολών αρμόδιοι από το 1985 και μετά, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατά Κριαρά γλωσσική ταλαιπωρία μας;
Θα αντιμετωπιστεί επιτέλους σοβαρά το γλωσσικό στη χώρα μας, δηλαδή ως ένα ζήτημα που αφορά την ίδια την εθνική μας υπόσταση και την πολιτισμική μας ταυτότητα;
Θα καταστεί κάποια στιγμή εφικτή η...
χάραξη και κατ’ επέκταση η υλοποίηση μιας εθνικής στρατηγικής στο χώρο της παιδείας, ώστε να ξεφύγουμε οριστικά από τις άγονες αντιπαραθέσεις και τις διαρκείς παλινωδίες, που μόνο αναστάτωση και δεινά επιφέρουν;
Τέλος, θα μπορέσουμε ως κοινωνία να αποδεχτούμε και να ενσωματώσουμε στην εκπαιδευτική διαδικασία την αρχή της αντικειμενικής και αξιοκρατικής αξιολόγησης, καθώς και την ουσιαστική επιβράβευση όχι μόνο των τυπικά αρίστων, αλλά και όσων πραγματικά μοχθούν και κοπιάζουν;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου