"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ και KOINΩΝΙΑ: Ο χορός της μπάλας και των ψευδαισθήσεων

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ

Ε​​ίναι προφανές ότι στην εποχή της παγκόσμιας κρίσης, ούτε το ποδόσφαιρο ως σύστημα αξιών όχι μόνο ηθικών, αλλά και εμπορικών και πολιτικομιντιακών, θα μπορούσε να εξαιρεθεί από αυτήν. Ισως για πρώτη φορά από την εποχή που άφηνε τον ρομαντισμό του ερασιτεχνισμού, τη δεκαετία του ’70, για να περάσει στην εμπορική μέθη του επαγγελματισμού, να γίνεται με τέτοια σφοδρότητα πεδίο κοινωνικοπολιτικών συγκρούσεων.
 

Ετσι βλέπουμε τις κολοσσιαίες αντιφάσεις του σύγχρονου κόσμου συμπυκνωμένες, διογκωμένες και τραγικές να αντανακλώνται περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο γεγονός, από οποιαδήποτε προηγούμενη εποχή στο βραζιλιάνικο Μουντιάλ. Γιατί οι ξέφρενοι ρυθμοί της σάμπα και οι εξωτικές πολυδιαφημισμένες παραλίες, όπως και τα ακριβοπληρωμένα σε χρήμα και ανθρώπινες ζωές στάδια, είναι μόνον η βιτρίνα. Πίσω της υπάρχουν η φτώχεια, η εγκατάλειψη, οι άθλιες συνθήκες εργασίας, η καθημερινή βία, ο κυβερνητικός αυταρχισμός.

 


Επικοινωνιακό επομένως, όσο και αθλητικό υπερθέαμα προβάλλεται μεν σαν στιγμιαία ένωση και συμβολική εξίσωση στα γήπεδα, στις κερκίδες και μπροστά από τις οθόνες, προσώπων και κοινωνιών, εθνών και φυλών, αλλά την ίδια στιγμή αποτελεί τον πιο σκληρό, αλλά ως φαίνεται και πιστό «καθρέφτη» των μεγάλων ανισοτήτων του σύγχρονου κόσμου. Και αν η βραζιλιάνικη εκδοχή του Μουντιάλ έχει επικριθεί για την ανάλγητη πολιτική των κυβερνώντων και τη σπατάλη χρήματος, ενώ ο λαός υποφέρει από τη φτώχεια, ήδη αυτή που ακολουθεί, του Κατάρ για το Μουντιάλ του 2022, θεωρείται ακόμη χειρότερη, για τις άθλιες εργασιακές συνθήκες των μεταναστών εργατών από την Ινδία και το Πακιστάν
 


Ακόμη δεν μπήκαν θεατές στα στάδια της Βραζιλίας καλά καλά και οι καταγγελίες για όσα συμβαίνουν στο Κατάρ, με το απάνθρωπο καθεστώς της Kafala, των ενοικιασμένων από εταιρείες εργαζομένων, οι οποίες τους εκμεταλλεύονται κρατώντας αυτές το μεροκάματο και δίνοντάς τους τα ελάχιστα προς επιβίωση, προκαλούν τη συνείδηση του κόσμου. Το ίδιο και οι θάνατοι εργατών λόγω άθλιων συνθηκών, που έχουν ήδη σημειωθεί – στη Βραζιλία 8, στο Κατάρ ήδη πολύ περισσότεροι.
 


Λένε πως το ποδόσφαιρο λατρεύεται ως θέαμα γιατί συμβολίζει την ίδια τη ζωή, τη βία που υπάρχει σε αυτή, τον ανταγωνισμό όπως και την αλληλεγγύη, αλλά και τον θάνατο. Η τραγωδία είναι ότι όλα αυτά διέφυγαν από τα συμβολικά όρια των γηπέδων, ήδη από τις εποχές που συνδέθηκαν το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός με την πολιτική και αποτελούν πλέον τον ασφυκτικό κλοιό μιας όλο και πιο άγριας πραγματικότητας γύρω από τον ψυχαγωγικό πυρήνα του αθλήματος.

 


Αλίμονο, το ποδόσφαιρο που ο Πελέ αποκαλούσε το «όμορφο παιχνίδι» –Beautiful Game– παρουσιάζοντάς το σαν μια ιδανική έκφραση του ονείρου της δημοκρατικής εξίσωσης, καθώς οποιοσδήποτε από οπουδήποτε μπορούσε να παίξει μπάλα και να γίνει αστέρι, εξελίχθηκε σε ιδανικό αντικείμενο πόθου μιας όλο και πιο νοσηρής επικοινωνιακής βουλιμίας:

 Ολο και περισσότερο θέαμα, όλο και περισσότερο χρήμα, όλο και περισσότερη πολιτική. Και μπορεί η απόλαυση για το μεγάλο κοινό του να παραμένει ίδια, αλλά και αυτό το ίδιο πλέον δεν αρκείται στους συμβολικούς του μύθους.

 
Ενδειξη της αμφισβήτησης, η οποία περιβάλλει πλέον την αλλοτινή «θρησκεία» της μπάλας των Βραζιλιάνων, αποτελεί το γεγονός ότι ακόμη και ο ίδιος ο Πελέ, ο βασιλιάς-πρότυπο των λαϊκών μπαλαδόρων στις φτωχογειτονιές του κόσμου, έχει εκπέσει στις συνειδήσεις των συμπατριωτών του επειδή διαφήμιζε το Μουντιάλ σαν σωτήριο γεγονός για τη χώρα. Με τις φαβέλες της ανθρώπινης εξαθλίωσης, τους μισθούς πείνας, την ανεργία, την ανυπαρξία υποδομών στην παιδεία και την υγεία, τα υπερμεγέθη στάδια, τα οποία είναι αμφίβολο αν θα ξαναγεμίσουν ποτέ μετά το πέρας του Μουντιάλ, να αποτελούν ύβρη, η γιορτή του ποδοσφαίρου μοιάζει μια σκανδαλώδης πολυτέλεια για τη χώρα.
 


Θα έλεγε κανείς ότι ξεδιπλώνονται δύο αντικρουόμενες επικοινωνιακές αφηγήσεις γύρω από το μεγάλο γεγονός, αφήνοντας το ίδιο πάντως, τους ζωντανούς μύθους των γηπέδων και το θέαμα των αγώνων, ανέπαφο


Η μία, η επίσημη, της FIFA, των Αρχών της Βραζιλίας, των χορηγών, των τηλεοπτικών δικαιωμάτων και των διαφημιστικών κονδυλίων, των χαρούμενων τουριστών και των εθνοντοπαρισμένων οπαδών, που προβάλλει το Μουντιάλ σαν μεγάλο πανηγύρι γλεντιού και συνάντησης των λαών – είναι και αυτό, φυσικά. 


Και η άλλη αφήγηση είναι αυτή των φτωχών Βραζιλιάνων, των ανέργων, των εξαθλιωμένων εργατών, που το βλέπουν σαν τη μεγάλη ευκαιρία να στραφεί το παγκόσμιο βλέμμα στα προβλήματά τους


Ανισες αφηγήσεις, ακριβώς γιατί η μία είναι το οικοδόμημα των λατρεμένων ψευδαισθήσεων, ενός κόσμου που σπαρταράει για να κρατήσει το οικοδόμημα των αξιών του έστω και προσβάλλοντάς τες. Και η άλλη είναι η σκληρή εικόνα μιας πραγματικότητας των αξιών που απεμπολήθηκαν ήδη από εξουσίες, οι οποίες μάχονται να διατηρηθούν και να αυξήσουν κέρδη. 


Το παγκόσμιο κοινό για πρώτη ίσως φορά με τέτοια ένταση έχει τη μιντιακή εικόνα των μεγάλων αντιθέσεων.  

Να ελπίσουμε για το τέλος της αφέλειας; 


Εχουμε ελπίσει πολλές φορές.

Δεν υπάρχουν σχόλια: