"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Η στρατηγική του ταβερνιάρη

Tου Kωστα Λεονταριδη

Ο Ρόναλντ Ρίγκαν (1911 - 2004) αποτελεί ισχυρό παράδειγμα για το πόσο ψηλά μπορεί να φθάσει ένας κοινωνικός άνθρωπος σε μια ανοιχτή δημοκρατία. Από δευτεροκλασάτος ηθοποιός, καλός πιστολέρο στην οθόνη, έγινε κυβερνήτης της Καλιφόρνιας και κατόπιν ο 40ός πρόεδρος των ΗΠΑ (1981 - 1989). Είναι σαφές ότι ο λαός που τον τίμησε δυο φορές δεν συνέζευξε τις ερμηνευτικές του ικανότητες με την πολιτική του πειθώ.

Υποθετικά, στην πλειονότητα των μη άμεσα ενδιαφερομένων δεν θα ηχούσε παράδοξο εάν καταλάμβαναν ύπατο αξίωμα ηθοποιοί μέγιστου βεληνεκούς, π.χ. ένας Ορσον Ουέλς, ένας Λόρενς Ολίβιε ή η πιο σύγχρονη Μέριλ Στριπ. Εαν ο Ρίγκαν ζούσε στην Ελλάδα και λεγόταν, ας πούμε, Ρίγκας, θα υποδυόταν ρόλους ντόμπρου, παλικαρά όποτε χρειαζόταν, ενώ οι φωτογραφίες του θα υπήρχαν και στους τοίχους σε ταβέρνες ολίγον λαϊκές. Αυτό το σκηνικό είναι έθιμο δεκαετιών και υπενθυμίζει τη δύναμη της αναγνωρισιμότητας

Ο ταβερνιάρης -κατά κανόνα παχουλός και φαινομενικά καλοκάγαθος- απαθανατίζεται σχεδόν σε όλες τις δημοσίως ανεκτές στάσεις με τους «επώνυμους» πελάτες. Τους αγκαλιάζει, τσουγκρίζει το ποτήρι του, κουνάει με άνεση το δάκτυλο. Είναι ένας εκπαιδευμένος ρολίστας που διαφημίζει το κλίμα εύκρατης οικειότητας που επικρατεί στο μαγαζί. Και όχι μόνον. Οι καρφιτσωμένες φωτογραφίες με χαμόγελα βγαλμένα από καρμπόν αποτελούν πιστοποιητικό ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών της ταβέρνας. Για να την επιλέγουν υπουργοί, ηθοποιοί, άνθρωποι της διανόησης, ε, κάτι θα ξέρουν. Οι καλοπροαίρετοι άγνωστοι πελάτες -αφού ακόμα και μια «στημένη» φωτογραφία ισοδυναμεί με χίλιες λέξεις- χαζεύουν τους τοίχους σχολιάζοντας στην παρέα: «ρε τον μπαγάσα τον ταβερνιάρη, κοίτα κολλητηλίκια. Και δεν του φαίνεται». Αλλοι (χωρίς να το ομολογούν) καταλαμβάνονται από μια ελαφρά αίσθηση αυτοϊκανοποίησης επειδή τρώνε και πίνουν στον ίδιο χώρο όπου συχνάζουν διασημότητες.


Πρωτοξάδελφη της πονηριάς του ταβερνιάρη είναι και η χρόνια στρατηγική των κομμάτων να διακοσμούν τις λίστες υποψηφίων με πρόσωπα γνωστά (από τα σίριαλ, τα γήπεδα, την τηλεοπτική δημοσιογραφία, την εμπορική κουλτούρα) και στον τελευταίο Ελληνα. 

Ο πικρόχολος σχολιασμός για τα αυτονόητα κίνητρα αυτής της τακτικής είναι εξ ορισμού λανθασμένος και άδικος. Στη δημοκρατία μας όλοι δικαιούνται να εκτεθούν (ασκούμενοι κατόπιν στου κασίδι το κεφάλι), αλλά και ο κάθε ψηφοφόρος κρατάει τη δική του ζυγαριά, προσπαθώντας να διαπιστώσει με τις δικές του προσλαμβάνουσες το τέλος της μεταπολίτευσης· ανάμεσα σε συνθήματα, χειροκροτήματα, «θα» και ένα πλήθος λαλίστατων που ξαναζητούν την ψήφο μας αναδυόμενοι από την ατομική τους κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Αλλά μόνο στις αληθινά μεγάλες ομάδες ο πονοκέφαλος του προπονητή, ειδικά στα καθοριστικά παιχνίδια, έχει να κάνει με το ποιους να πρωτοχωρέσει στη σύνθεση με τόσους πρωτοκλασάτους που διαθέτει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: