Οταν ο Καίσαρας Αύγουστος ζητάει να τον δει κατ’ ιδίαν, του λέει: «Μη σηκώνεις πάνω μου τα μάτια σου, Λάζαρε. Ακουσα ότι το κεφάλι σου μοιάζει με το κεφάλι της Μέδουσας κι όποιον κοιτάξεις τον κάνεις να πετρώνει». Πράγματι. Γι’ αυτό και ο Καίσαρας δίνει τη διαταγή να τυφλωθεί ο Λάζαρος, μην αντέχοντας αυτό το φοβερό βλέμμα. Εις μάτην όμως: «Αποτυπωμένη με πυρωμένο σίδερο βαθιά μέσα στο κρανίο του, η καταραμένη γνώση του κρυβόταν εκεί μέσα λες και είχε στήσει ενέδρα, κι απ’ αυτή την ενέδρα κατάτρωγε τα χιλιάδες αόρατα μάτια τους τούς ανθρώπους, και κανείς πια δεν τολμούσε να κοιτάξει τον Λάζαρο».
Μια μοντέρνα παραβολή
Tου Ηλια Μαγκλινη
Καθώς διανύουμε τη Μεγάλη Εβδομάδα, οι σκέψεις τρέχουν μακριά από την πολιτική και την παραπολιτική, και ψηλαφούν αυτή την ανάγλυφη, συλλογική ψυχική εγγραφή που είναι οι δραματικές αφηγήσεις των Παθών. Οι συναρπαστικές αυτές ιστορίες και το μυστηριακό στοιχείο των μορφών τους, είτε πιστός είσαι είτε άθρησκος. Οπως, ας πούμε, η μορφή του Λαζάρου.
Από το επεισόδιο της ανάστασης του Λαζάρου εμπνεύστηκε ο Ρώσος συγγραφέας Λεονίντ Αντρέγιεφ (1871-1919) την εκπληκτική ομότιτλη νουβέλα του (εκδόσεις Ροές, σε μετάφραση από τα ρωσικά της Σταυρούλας Αργυροπούλου, Αθήνα, 2003).
Η ανάσταση του Λαζάρου υποτίθεται ότι είναι το μεγαλύτερο θαύμα που πραγματοποίησε ο Ιησούς έως τη σταύρωση. Φυσικά, η απόλυτη κορύφωση είναι η Ανάσταση του ίδιου του Ιησού. Αλλά εκείνη του Λαζάρου έχει τη δική της ιδιαιτερότητα: δεν είναι ο Υιός του Θεού που επιστρέφει από τη Βασιλεία του Πατρός αλλά ένας κοινός θνητός. Ωστόσο, η βιβλική αφήγηση περιορίζεται στο συμβάν της ανάστασης του Λαζάρου. Παραπέρα δεν μαθαίνουμε τι γίνεται: πώς περνάει την ξαναποκτημένη του ζωή ένας θνητός που βίωσε το αδιανόητο; Τι θυμάται από το σύντομο πέρασμά του από το Επέκεινα; Πώς τον αντιμετωπίζουν οι οικείοι του; Μονάχα στα απόκρυφα ευαγγέλια υπάρχουν ποικίλες αφηγήσεις ως προς τα ύστερα του θαύματος.
Στη δική του νουβέλα, ο Αντρέγιεφ, ενεργώντας πρωτίστως ως συγγραφέας, κάνει ακριβώς αυτό, προσεγγίζοντας την ιστορία ρεαλιστικά και τον Λάζαρο ως πρόσωπο με τη δική του εσωτερική ζωή.
Η ματιά του Αντρέγιεφ πάνω στο επεισόδιο είναι έξοχα λοξή: αντιστρέφει το θαύμα του Ιησού και το παρουσιάζει περίπου ως κατάρα. «Τρεις μέρες ήταν νεκρός: τρεις φορές ανέτειλε ο ήλιος και τρεις φορές έδυσε, εκείνος όμως ήταν νεκρός. […] Και τώρα βρίσκεται ξανά ανάμεσα στους ανθρώπους: τους αγγίζει, τους κοιτάζει -τους κοιτάζει!- και μέσα από τις μαύρες κόρες των ματιών του, σαν μέσα από σκούρα κρύσταλλα, κοιτάζει τους ανθρώπους το ίδιο το ακατάληπτο Υπερπέραν». Ποιος αλήθεια να αντέξει ένα τέτοιο βλέμμα; Εναν κοινό θνητό που κατέχει τέτοια γνώση; «Οι δρόμοι που ακολουθούσε ο Λάζαρος ήταν αδειανοί: απ’ άκρη σ’ άκρη η γενέθλια γη καταριόταν το μισητό όνομα του εκ θαύματος αναστημένου κι ο κόσμος το έβαζε στα πόδια και μόνο με την είδηση του φοβερού ερχομού του. […]Αυτός ο παράξενος άνθρωπος γνώρισε τον θάνατο, και τούτη η γνώση του ήταν αινιγματική και καταραμένη».
Οταν ο Καίσαρας Αύγουστος ζητάει να τον δει κατ’ ιδίαν, του λέει: «Μη σηκώνεις πάνω μου τα μάτια σου, Λάζαρε. Ακουσα ότι το κεφάλι σου μοιάζει με το κεφάλι της Μέδουσας κι όποιον κοιτάξεις τον κάνεις να πετρώνει». Πράγματι. Γι’ αυτό και ο Καίσαρας δίνει τη διαταγή να τυφλωθεί ο Λάζαρος, μην αντέχοντας αυτό το φοβερό βλέμμα. Εις μάτην όμως: «Αποτυπωμένη με πυρωμένο σίδερο βαθιά μέσα στο κρανίο του, η καταραμένη γνώση του κρυβόταν εκεί μέσα λες και είχε στήσει ενέδρα, κι απ’ αυτή την ενέδρα κατάτρωγε τα χιλιάδες αόρατα μάτια τους τούς ανθρώπους, και κανείς πια δεν τολμούσε να κοιτάξει τον Λάζαρο».
Από τη στιγμή που ο νεκρός επιστρέφει δεν μπορεί παρά να είναι κάτι μιαρό. Το γνωστό «οι ζωντανοί με τους ζωντανούς» κ.τ.λ., βρίσκει τη δικαίωσή του. Η μοντέρνα παραβολή του Αντρέγιεφ δεν διαφέρει ριζικά από ένα παλαιό έθιμο που επιβιώνει ακόμα: μετά την ταφή του νεκρού, ο συγγενής πλένει συμβολικά τα χέρια του. Διότι η ζωή είναι πάνω απ’ όλα ζωή, κι ας περιέχει τον θάνατο, κι ας περιλαμβάνει μέσα της το τέλος, το τέλος υπό την έννοια του οριστικού σκοπού, ενός εσωτερικού, υπαρξιακού στόχου. Ετσι ώστε να είναι ζωή αντάξια του στίχου του Ντίλαν Τόμας: «And Death shall have no dominion», τόσο σε εποχές ευμάρειας όσο και εποχές κρίσης.
Το προηγούμενο Σάββατο ήταν το Σάββατο του Λαζάρου. Αυτό που μας έρχεται είναι το Σάββατο της Αναστάσης. Ετσι όπως ο καθένας ψαύει μέσα του τον δικό του νεκρό, έτσι όπως κοιτάζουμε μπροστά έτσι ώστε ο θάνατος να γίνει σκοπός, ένα τέλος με την απόλυτη σημασία του· καλή Ανάσταση σε όλους, προσωπική και συλλογική.
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΠΟΨΕΙΣ,
ΘΡΗΣΚΕΙΑ,
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ,
ΚΟΙΝΩΝΙΑ,
ΜΑΓΚΛΙΝΗΣ,
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου