Πώς το έλεγε ο Λουκιανός Κηλαηδόνης; «Θέλω ένα βράδυ να κάνω ένα πάρτι, πάρτι από εκείνα τα παλιά / και να καλέσω σε εκείνο το πάρτι να ‘ρθουν τα πιο καλά παιδιά». Και τα «πιο καλά παιδιά» ήταν οι προσωπικοί ήρωες του αγαπημένου συνθέτη. Οπως ο Φελίνι και ο Μάρκος, ο Σαρλό και ο Καντίνσκι, ο Μπρεχτ και ο Σαββόπουλος, ο Μακλάρεν και ο Σεφέρης, ο Ντίλιγκερ, ο Βέγγος, ο Τσιτσάνης.
Στα μεταμεσονύχτια πάρτι που έγιναν στην Αγία Παρασκευή, στην Κηφισιά δεν ήταν, βέβαια, καλεσμένοι οι «φίλοι» του Λουκιανού. Ηταν 16άρηδες, 17άρηδες και 18άρηδες που, αν κρίνω από την περιοχή (αν και καθόλου δεν πιστεύω στους ταξικογεωγραφικούς διαχωρισμούς), δεν είναι και από τα παιδιά που λιώνουν τα νιάτα τους στη βιοπάλη. Πρόκειται για τη γενιά που μεγάλωσε μέσα στην κρίση και γι’ αυτό οι γονείς τους, ίσως και από ενοχές, τα κανάκεψαν ως τους «τελευταίους αυτοκράτορες».
Είναι η λεγόμενη Generation Z, ένα βήμα παραπέρα από τους «επαναστάτες της πορδής με τα λεφτά του μπαμπά» του Πορτοκάλογλου (πολύ τραγούδι σήμερα), που, όπως κατάλαβα από τα συνθήματά τους και από τις ψιλομολότοφ εναντίον των αστυνομικών που επενέβησαν για να τους διαλύσουν, εκλαμβάνουν ως πολιτική διεκδίκηση το δικαίωμα στις «ποτάρες». Κάτι σαν «εκεί που κρεμούσαν οι καπεταναίοι τ’ άρματα, κρεμούν ετούτοι τις τεκίλες».
Συζητώντας σχετικά με κάποιον φίλο, πήγε να κάνει κάποιες αναγωγές στη λογοτεχνική γενιά των μπίτνικ, του Μπάροουζ, του Κέρουακ, του Γκίνσμπεργκ. Ελα, σε παρακαλώ πάρα πολύ. Αυτού του είδους η αντίδραση στον κομφορμισμό αλλά και η κραιπάλη ως ιδεολογία μπορεί μεν να καταγράφηκε σαν κίνημα, ήταν όμως μία μοναχική περιπέτεια αυτοκαταστροφής, στα όρια του μονόδρομου. Αν επιζητούσε τη μαζικότητα, θα είχε απολέσει την αντικειμενική της αξία.
Κατά βάθος λυπάμαι αυτούς τους νεαρούς ντεμέκ αντιρρησίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου