[Οι στατιστικές είναι αμείλικτες:
Αυτό ήταν αναμενόμενο από τη στιγμή που ο Πάπας εξόρισε τον Χριστό από τη Γη στον ουρανό και χρίστηκε αντιπρόσωπος Χριστού (vicarius Christi) καταργώντας την Εκκλησία Του. Ηδη από τον 11ο αιώνα, στη Γαλλία τουλάχιστον, αναπτύσσεται μια «λαϊκή» κουλτούρα στους αντίποδες της θρησκευτικής. Η Σύνοδος Βατικανό 2 (1965) έπαιξε αποφασιστικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη – πριν την επισφραγίσει η ενδημία της παιδεραστίας – , μας λέει ο Guillaume Cuchet στο βιβλίο του Πώς ο κόσμος μας έπαψε να είναι χριστιανικός. Ανατομία μιας κατάρρευσης (2018). Ακολουθεί συνέντευξη του συγγραφέα στον Youna Rivalain. Ε.Δ.Ν.]
Αναφέρεστε σε μια κρίση του εκκλησιασμού όχι εξαιτίας του «Μάη του 68» ή της εγκυκλίου Humanae vitae του Πάπα Παύλου VI για την αντισύλληψη το ίδιο έτος, αλλά την τοποθετείτε το 1965. Πού βασίζεται αυτή η παρατήρηση;
Εργάστηκα στα αρχεία του Fernand Boulard, ιερέα και ειδικού κοινωνιολογικών θεμάτων για την επισκοπή. Έκανε έρευνες για τον εκκλησιασμό σε όλες τις επισκοπές της Γαλλίας μεταξύ 1945 και 1965. Στο τέλος, κατέληξε σε μια συνολική σταθερότητα των ποσοστών των εκκλησιαζομένων μακροπρόθεσμα, παρά την ελαφρά μείωση, οι ρίζες της οποίας χρονολογούνται από την Επανάσταση. Ωστόσο, στα μέσα της δεκαετίας του 1960, ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, αυτές οι καμπύλες βυθίστηκαν. Από κει ξεκίνησε η εργασία μου. Έτσι, πενήντα χρόνια μετά τα συμπεράσματα του Boulard, προσπάθησα να επαληθεύσω τη διάγνωσή του και να προτείνω κάποιες υποθέσεις σχετικά με αυτή τη μαζική απομάκρυνση από τον εκκλησιασμό.
Πριν από τη Σύνοδο, ο εκκλησιασμός ήταν υποχρεωτικός υπό την ποινή θανάσιμου αμαρτήματος. Πώς η αλλαγή που ξεκίνησε με την Βατικανό ΙΙ οδήγησε σε σημαντική πτώση του ίδιου του εκκλησιασμού;
Ο εκκλησιασμός είναι «κανονική» υποχρέωση για τους Καθολικούς. Ήταν μέρος αυτών που ονομάζονταν «εντολές της Εκκλησίας»: ο εκκλησιασμός την Κυριακή, δηλαδή η μετάβαση στην θεία λειτουργία της Κυριακής και του Πάσχα, η θεία κοινωνία τουλάχιστον μία φορά το έτος μετά από εξομολόγηση.
Ως έμμεση συνέπεια της Συνόδου, ξαφνικά η Εκκλησία επέμενε πολύ λιγότερο για τις υποχρεώσεις αυτές από ό, τι στο παρελθόν. Άρχισε να θεωρεί ότι ο εκκλησιασμός ήταν σχετικά δευτερεύων, ότι το σημαντικό ήταν η συμμετοχή, η συμπεριφορά σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, η κοινωνική ή πολιτική στράτευση. Εκείνη την εποχή, αρκετές γενιές χριστιανών, μεγαλομένων με αυτό το σύστημα υποχρέωσης, απομακρύνθηκαν. Πιστεύω ότι ήταν μάλλον αυτή η αλλαγή στην έννοια του εκκλησιασμού, με τη νέα της έμφαση στην ατομική ελευθερία και μια πιο σύνθετη προσέγγιση του εκκλησιασμού, που συνέβαλε στην πτώση των ποσοστών συμμετοχής.
Αναφέρετε την εξαφάνιση μιας «ποιμαντικής του φόβου» που βασίζεται στη διδασκαλία του προπατορικού αμαρτήματος, της ατομικής κρίσης, της κόλασης και του καθαρτηρίου, για μια εικόνα ενός Θεού όλο αγάπη και μια μεγαλύτερη σημασία στον διαθρησκειακό διάλογο. Θα λέγατε ότι ο σύγχρονος καθολικισμός έχει γίνει πιο πατερναλιστικός για τους πιστούς;
Στις αναλύσεις του της δεκαετίας του ’70 και του ’80, ο ιστορικός Jean Delumeau επέμεινε στο γεγονός ότι ο μαζικός εκχριστιανισμός της Δύσης επιτεύχθηκε τις περισσότερες φορές με την «ποιμαντική του φόβου», επιμένοντας στις πιο ανησυχητικές πτυχές του Χριστιανισμού. Αφηνε λοιπόν να εννοηθεί ότι η Δύση είχε εκχριστιανιστεί μόνο επιφανειακά, από φόβο περισσότερο παρά από βαθιά πεποίθηση. Ως εκ τούτου, ο αποχριστιανισμός του 20ού αιώνα, κατά μία έννοια, ήταν μια ενδεχομένως ευεργετική αντισταθμιστική αντίδραση.
Νομίζω ότι αυτή τη διαπίστωση είναι εν μέρει αληθινή: ο προσυνοδικός καθολικισμός επικεντρωνόταν στο κήρυγμα των «έσχατων στόχων» που δημιούργησαν μια πολύ δραματοποιημένη ποιμαντική. Μια από τις πιο εκπληκτικές πτυχές της Συνόδου είναι ότι απέκρυψε εντελώς τους “έσχατους στόχους”, οι οποίοι ήταν κάποτε κεντρικά θέματα στο καθολικό κήρυγμα, την κατήχηση και την πνευματικότητα. Ξαφνικά, σταμάτησαν να μιλάμε γι ‘αυτούς και δώσανε μεγάλη έμφαση στη στράτευση και το άνοιγμα στον κόσμο.
Το άλλο στοιχείο που πρέπει να μέτρησε είναι η έμφαση στη θρησκευτική ελευθερία. Ορισμένοι Χριστιανοί το είδαν ως ένα νέο δικαίωμα να “διαλέξουν” τις αλήθειες της πίστης και τις υποχρεωτικές πρακτικές. Στο πνεύμα της Συνόδου, άρχισαν να «πειραματίζονται» στην κατήχησή τους, απορρίπτοντας ό,τι δεν τους άρεσε ή φαινόταν απίθανο, ειδικά καθώς οι ίδιοι οι κληρικοί έδειχναν να μη τα πιστεύουν πλέον.
Αναφέρετε μια κρίση στο μυστήριο της συμφιλίωσης κατά την εποχή της Βατικανό 2. Πώς βλέπετε λοιπόν τον Πάπα Φραγκίσκο, του οποίου η φιλευσπλαχνία είναι ένα από τα κλειδιά του μηνύματος, ειδικότερα με το Ιωβηλαίο της Φιλευσπλαχνίας και την αποκατάσταση του μυστηρίου της συμφιλίωσης.
Είναι μία από τις πιο εντυπωσιακές πτυχές της δεκαετίας του 1960 της θρησκευτικής ύλης: αυτό το μυστήριο, το οποίο ονομαζόταν «μυστήριο της μετανοίας», μετονομάστηκε σε «μυστήριο της συμφιλίωσης», και ταλαιπωρήθηκε με την μεταβολή. Τα ποσοστά εξομολόγησης κατέρρευσαν ενώ είχε κεντρικό ρόλο στη ζωή της Εκκλησίας: ήταν, μαζί με τις ταφές, το μυστήριο που απασχολούσε περισσότερο τον κλήρο. Όλοι οι εξομολόγοι πολιορκούνταν στις παραμονές των μεγάλων εορτών του λειτουργικού ημερολογίου! Σήμερα φαίνεται ότι υπάρχει ένα κίνημα ανακάλυψης της εξομολόγησης, κυρίως ως μυστηρίου της φιλευσπλαχνίας. Αυτό πάει μαζί με τις μεταμορφώσεις του σύγχρονου καθολικισμού. Η νέα γενιά, σε πλήρη άγνοια για τα προ της Συνόδου, ανακτά στοιχεία που αποκλείστηκαν από τη μετάλλαξη: το ράσο, τα λατινικά, το εξομολογητήριο κ.λπ. Αλλά δεν είναι μια απλή επιστροφή στην προσυνοδική κατάσταση: είναι μάλλον μια αναζωογόνηση του παλιού καθολικισμού!
Η ρήξη εξισορρόπησε τις περιοχές με μια ισοπέδωση προς τα κάτω. Πριν τη δεκαετία του 1960, οι περιφερειακές αντιθέσεις ήταν θεαματικές. Σήμερα, οι ανισότητες παραμένουν, αλλά είναι πολύ μικρότερες απ’ ό,τι 50 ή 60 χρόνια πριν. Σε πολλές αγροτικές ή / και ορεινές περιοχές, ο καθολικισμός έχει σχεδόν εξαφανιστεί, εν μέρει λόγω της κρίσης νέων ιερωμένων, η οποία δεν επιτρέπει πλέον τη διατήρηση του ενοριακού δικτύου, αναγκάζοντας τους πιστούς, συχνά ηλικιωμένους, να ταξιδεύουν πολύ μακριά για να λειτουργηθούν. Η κρίση των κλήσεων προς ιερωσύνη έχει ισοπεδώσει ορισμένες περιοχές, ενώ άλλες έχουν υπερασπιστεί καλύτερα τις θέσεις τους.
Οι κοινωνικές ανισότητες σχετίζονται με τον εκκλησιασμό;
Στη δεκαετία του 1950, ο καθολικισμός ήταν παρών σε όλους τους χώρους, με μεγάλες ανισότητες. Ο κλήρος ανησυχούσε ιδιαιτέρως για τα μικρά ποσοστά Καθολικών στον κόσμο της εργασίας που υποτίθεται ότι κρατά τα κλειδιά του “αυριανού κόσμου”. Σήμερα υπάρχουν ακόμα κοινωνιολογικές αντιθέσεις και, για λόγους που σχετίζονται με τη μετάδοση της πίστης, ο Χριστιανισμός φαίνεται να κρατάει καλύτερα σε μια ορισμένη κλασσική αστική τάξη που συνεχίζει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη γαλλική καθολική ζωή.
Αντιστρόφως, ο «αυτόχθονος» λαϊκός καθολικισμός έχει μειωθεί σημαντικά. Ο γαλλικός καθολικισμός έχει επομένως μια τάση να πολώνεται γύρω από μια συγκεκριμένη μπουρζουαζία αφενός και λαϊκές ενορίες που ενισχύονται από τη χριστιανική μετανάστευση αφετέρου – αυτό όμως δεν είναι αντιπροσωπευτικό της γαλλικής κοινωνίας στην ποικιλομορφία της και την πολυπλοκότητά της.
Οι πρώτοι που αποχωρούν είναι η γενιά των baby boomers*. Γιατί αυτοί;
Στη δεκαετία του 1950, το 80% μιας γενιάς προσερχόταν στην επίσημη θεία κοινωνία του στην ηλικία των 12 ετών, μετά από 3 χρόνια κατήχησης με υποχρεωτικό εκκλησιασμό. Την επομένη της επίσημης θείας κοινωνίας άρχιζε η μεγάλη κατρακύλα: ήταν η κορύφωση του εκκλησιασμού, μετά τον οποίο τα παιδιά έκαναν σχεδόν αυτό που ήθελαν. Ο κλήρος, που το ήξερε αυτό, θεωρούσε καθήκον του να τους μεταδίδει μια μαζική δόση θρησκείας, διότι δεν θα τα ξανάβλεπε πλέον σύντομα.
Σε αυτό το πλαίσιο έρχεται το πλήθος των baby boomers: 800.000 με 850.000, δηλαδή 200.000 περισσότεροι από ό, τι στη δεκαετία του 1930. Όπως και οι άλλοι, προσέρχονται στην επίσημη θεία κοινωνία τους, αλλά στη συνέχεια απομακρύνονται πολύ περισσότεροι από τους πρεσβυτέρους τους.
Υπάρχουν πολλές πιθανές εξηγήσεις: πρώτα απ ‘όλα, ο αριθμός και η ένταξή τους στην καταναλωτική κοινωνία που χαρακτηρίζει τα Ενδοξα Τριάντα (1945-1975), δημιουργώντας ένα πολιτισμικό χάσμα μέσα στις οικογένειες. Αυτή η γενιά είναι επίσης πιο μορφωμένη από τους γονείς της, καθώς η υποχρεωτική εκπαίδευση αυξήθηκε σε 16 χρόνια το 1959. Από την πλευρά της, η Εκκλησία επιμένει λιγότερο από ό, τι στο παρελθόν στην υποχρέωση του εκκλησιασμού. Μέσες άκρες, οι διαδηλωτές του Μάη του ‘68 άρχισαν να απομακρύνονται από την επίσημη θεία κοινωνία στη δεκαετία του ’60!
Η κρίση θα ερχόταν και χωρίς τη Σύνοδο; Ήταν αναπότρεπτη;
Αυτή η κρίση είναι διεθνής:
*Οι γεννηθέντες μεταξύ 1946-1964. Εκτοτε, με την γενίκευση των αντισυλληπτικών μεθόδων, τη νομιμοποίηση των εκτρώσεων και, γενικότερα, του ηδονιστικού πνεύματος οι γεννήσεις περιορίστηκαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου