ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 θα δείξουν πόσο μας ωρίμασε η
πεντάχρονη οικονομική κρίσι, τι διδαχθήκαμε από μια δυστυχία την οποία
εμείς οι ίδιοι προκαλέσαμε.
Αν κρίνω από την στάσι της Αντιπολίτευσης,
που ματαίωσε την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και μας ωδήγησε στις
κάλπες με μετέωρη την συμφωνία για την έξοδο της χώρας από το Μνημόνιο, η
κομματική σκοπιμότητα ακόμα μια φορά υπερίσχυσε του γενικού
συμφέροντος. Η φαντασίωσι της εξουσίας και το άγχος της ανυπομονησίας
επεκράτησαν, αφήνοντας κραταιό στην ψυχή έναν αποφασιστικό συντελεστή
της κακοδαιμονίας μας.
Παραπατούμε προς τις εκλογές, υπό την πίεσι δύο ισχυροτάτων
συναισθημάτων: Του φόβου και του θυμού.
Μας ανησυχεί βαθύτατα το
ενδεχόμενο μιας καταστροφής την οποία συνεπάγεται η έξοδος από την
Ευρωζώνη, ενώ είμαστε θυμωμένοι για το κακό που προκάλεσαν στον τόπο
αμαρτωλές πολιτικές ηγεσίες, χωρίς ωστόσο να αναγνωρίζουμε δικές μας
ευθύνες.
Στην τελευταία περίπτωσι η παρουσία της λογικής είναι τόσο
ισχνή, ώστε να λείπη ο κοινός νους και μαζί του το μέτρο.
Το μέτρο, που ανεκάλυψαν οι Ελληνες, όμως δεν το κατώρθωσαν ποτέ για
λογαριασμό τους, αυτό το μέτρο προσφέρει με τους θεσμούς και με τον
τρόπο της η Ευρώπη. Το ιστορικό όφελος που θα έχουν στην ευρωπαϊκή τους
θητεία λαοί, όπως οι Βαλκάνιοι, δεν είναι η καθόλου ευκαταφρόνητη
οικονομική υποστήριξι, αλλά μια ζωή με κανόνες και νόμους. «Νόμος»,
έλεγε ο Αριστοτέλης, είναι «ο άνευ ορέξεως νους», μια σκέψι χωρίς
συναισθηματική παρακίνησι. Το αντίθετο δηλαδή από τις φωτογραφικές
διατάξεις, με τις οποίες ευτελίζουμε τα νομοθετήματά μας καλλιεργώντας
την δυσπιστία συλλήβδην προς το πολιτικό σύστημα και επευλογώντας εν
τέλει την ανομία.
Εννοείται μ’ αυτό τον τρόπο η κοινωνία μας θα βουλιάζη
όλο και περισσότερο στο λαϊκιστικό τέλμα, οι δε κομματικοί αρχηγοί θα
παίζουν ρόλους φυλάρχων που αλληλοεξοντώνονται.
Ποιο από τα δύο συναισθήματα θα επικρατήση στην τρέχουσα συγκυρία;
Ενδεχομένως όποιο φέρη τις λιγώτερο παρακινδυνευμένες προσδοκίες. Ολα
είναι ανοιχτά. Πάντως όσο η έγνοια του κοινού συμφέροντος βαθαίνει, τόσο
ο φόβος της ατομικής τύχης ημπορεί να γυρνά σε ελπίδα για καλύτερη
μοίρα όλων μας στην συλλογική προσπάθεια· όσο ο φανατισμός του θυμού
φουντώνει επιθετικώτερα, τόσο η παραφορά μπορεί να αποδεσμεύση το
ενοχικό του υπόβαθρο, οπότε κινδυνεύει να χάση κάθε επαφή με την
πραγματικότητα εν ονόματι ενός νεφελώδους μέλλοντος και να επελαύνη μη
αντιλαμβανόμενος πως αυτοκαταστρέφεται.
Μη καλλιεργούμε αυταπάτες. Μόνο σε ένα τόπο με λόγο υπάρξεως την ενότητα
στην αλήθεια μπορούμε να μιλάμε για μέλλον. Με διχασμένη την κοινωνία
στην απληστία μας για εξουσία, ματαίως θα υψώνουμε τα λάβαρα της
ανθρωπιάς και της δικαιοσύνης: Οι δρόμοι όλοι βγάζουν στο άγνωστο όσο η
όρεξι του μέλλοντος επενδύει στην μερικότητα και την ιδιοτέλεια.
Αν
αφαιρέσουμε την αλήθεια και το μέτρο από την ζωή μας, καταδικάζουμε σε
ασφυξία την δικαιοσύνη. Η αλήθεια ανοίγει το μέλλον, αυτή έχει την
δύναμι της ανατροπής. Χωρίς αλήθεια το μέλλον είναι η κόλασι.
Μπορεί οι μέρες να περνούν, όμως δεν «τρέχει» τίποτε. Πράγματι ο
πνευματικός απολογισμός πέντε ετών οικονομικής κρίσεως είναι
συνταρακτικά φτωχός. Σαν να μην έχη αλλάξει τίποτε μέσα μας!
Και πώς ν’
αλλάξη όταν κουκουλώνουμε την αλήθεια μας και δεν ξεκινούμε από το
μερίδιο της δικής μας ευθύνης για την ζοφερή κατάπτωσι, αφού «φταίνε
μόνο οι άλλοι»;
Σ’ αυτό το «φταίνε οι άλλοι» κρύβεται ο νοσηρά
«αποενοχοποιητικός» πυρήνας του λαϊκισμού.
Ο λαϊκισμός ανακουφίζει
κολακεύοντας την ανευθυνότητα ως εσωτερική αδιαφορία και νωθρότητα.
Μάλιστα στην περίπτωσί μας μετέτρεψε την δυστυχία της κρίσεως σε άλλοθι,
σε αποχρώντα λόγο να μείνουμε αμετανόητοι, ώστε να μην αλλάξη τίποτε.
Καλό, πάντως, θα ήταν να το ξέρουμε:
Οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα
αναβάλλονται ή δεν γίνονται όχι τόσο επειδή αντιστέκονται τα διάφορα
συντεχνιακά συμφέροντα, όσο διότι αντιστέκεται στην μεταβολή η εσωτερική
άρνησι να αναλάβουμε το βάρος της προσωπικής μας ευθύνης.
Οφείλω επομένως να θέσω το ερώτημα:
Οντως δεν έχουν να χάσουν πια τίποτε
οι αδικημένοι της κρίσεως με μια πιθανή χρεωκοπία της χώρας μας και με
την έξοδό της από την Ευρωζώνη ή έστω με την παραμονή της σ’ αυτήν,
χωρίς όμως να εισπράττη ένα ευρώ από τα κοινοτικά κονδύλια ούτε και να
δανείζεται???
Θα εξακολουθήσουν να έχουν την ίδια νοσοκομειακή, ας πούμε,
περίθαλψι???
Και ποιο θα είναι το σχολείο, ποιο το μέλλον των παιδιών τους
στην καθημαγμένη χώρα όπου θα πρέπη να μεγαλώσουν. Το σκέφθηκαν άραγε
καλά οι άνθρωποι αυτοί μέσα στον κατανοητό θυμό τους???
Και ποιος εγγυάται
ότι ακόμη και με φανταστικό μηδενισμό του χρέους σε μερικά χρόνια δεν
θα το ξαναδημιουργήσουμε, όταν εξακολουθούμε να έχουμε τα ίδια μυαλά.
Ο
τόπος μας θα γιατρευτή όταν επί τέλους εσωτερικεύσουμε την ανάγκη του
μέτρου και επωμισθούμε το βάρος των προσωπικών μας ευθυνών. Γιατί δεν
υφίσταται μέτρο χωρίς το αίσθημα της ευθύνης. Αλλωστε, το μείζον
οικονομικό πρόβλημα δεν είναι η αναδιάρθρωσι του χρέους, είναι η
παραγωγική εκείνη δυναμική η οποία βασίζεται σε ένα δημόσιο υγιές,
φιλικό εξ ίσου προς την κοινωνία και προς την επιχειρηματική πρωτοβουλία
και προσπάθεια, όχι προς τα ελλείμματα. Εως εκεί, καθώς οι
συναπαραίτητες δικαιοσύνη που δεν αρνησιδικεί και παιδεία που διαπλάθει
ανώτερο ήθος με πνεύμα ανοιχτό και εγρήγορο είναι άλλης φύσεως θέματα.
Μ’ αυτό το «άλλης φύσεως» υπαινίσσομαι κάτι το οποίο παραπέμπει στην
βαθειά πίστι του πολιτικού συστήματος και την εμμονή των θεσμών στην
έννοια και την ανάγκη του κοινού συμφέροντος, στην αναγνώρισι της
πολιτειακής ενότητος και της κοινωνικής συνοχής ως ορίου για τις
πολιτικές αντιπαλότητες και τις ποικίλες διεκδικήσεις των επί μέρους
ομάδων και τάξεων.
Η πόλωσι του φανατισμού ενεργοποιεί την εσώτατη
επιθυμία να αποκλεισθή, αν όχι ν’ αφανισθή, από την πολιτική ζωή και
σκηνή ο οχληρός αντίπαλος. Μήπως δεν είναι «οι άλλοι» πατριώτες, όπως
συχνά καταγγέλλεται;
Μην αμφιβάλη κανείς: Ολοι αγαπούν την πατρίδα,
καθείς όμως θεωρεί, ελληνικώτατα, ότι την αγαπά αποκλειστικά και μόνο
αυτός!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου