Σε τεντωμένο σκοινί η οικονομία
Tου Θοδωρη Πελαγιδη
Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιώς
Οι πιστωτές μας όχι μόνο θέλουν να πάρουν πίσω τα δάνειά τους, όπως είναι φυσικό, αλλά και να αγοράσουν «Ελλάδα» φθηνότερα. Για να μας πείσουν να κάνουμε την περιοριστική πολιτική που «πρέπει» για να πληρώνουμε τις δόσεις μας, κύκλοι μέσα στην Ευρώπη κι όχι μόνο, διαδίδουν ότι όσο δεν κάνουμε γρήγορα τις απαραίτητες «προσαρμογές», τόσο εγγύτερα βρισκόμαστε στη χρεοκοπία. Ετσι, πιστεύουν ότι θα πειστούμε να κατεβάσουμε δαπάνες και να ανεβάσουμε τους φόρους.
Ομως, έτσι όπως εξελίσσεται η κατάσταση, το σκοινί που μας έριξαν για να βγούμε (κάποτε) από το πηγάδι της κρίσης μπορεί να τραβήξει κι αυτούς κάτω. Το ζήτημα είναι ότι μαζί με τον δραστικό περιορισμό της εγχώριας δαπάνης, κατανάλωσης και επενδύσεων, συρρικνώνεται και το εισόδημα, και το ένα παρασύρει το άλλο πιο κάτω. Στα στατιστικά στοιχεία, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, δεν απεικονίζεται το μέγεθος της δίνης αυτής. Το κίνημα των αποδείξεων έχει φέρει στην επιφάνεια ένα μικρό αλλά αξιοπρόσεκτο κομμάτι της παραοικονομίας, γεγονός που έχει βοηθήσει στατιστικά το επίσημο ΑΕΠ, ιδίως κατά το 1ο τρίμηνο του ’10, όχι όμως και την πραγματική οικονομία φυσικά.
Πρόκειται λοιπόν για την πραγματική οικονομία. Ο περιορισμός των πιστώσεων και γενικότερα της δαπάνης της οικονομίας αποκάλυψε την αναχρονιστικότητα ενός σημαντικού κομματιού της ελληνικής οικονομίας, του οποίου η επιβίωση βασίστηκε στο δανειστικό χρήμα και στη φορολογική ασυλία επί σειρά ετών. Στις παρούσες συνθήκες της πιστωτικής ασφυξίας, δεν υπάρχει δυνατότητα επιβίωσης των επιχειρήσεων αυτών, η πλειονότητα των οποίων συγκεντρώνεται στο λιανεμπόριο.
Οχι μόνο όμως. Δυστυχώς. Φαίνεται ότι και οι απώλειες της μεταποίησης φτάνουν τα τελευταία τρία έτη σχεδόν το 20%, οπότε και η συνολική συνεισφορά στο ΑΕΠ της μεταποίησης πρέπει να έχει κατέλθει περίπου στο 8%. Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι, αργά ή γρήγορα, να εξαντληθεί η δυνατότητα της, έτσι κι αλλιώς συρρικνωμένης, φορολογητέας ύλης να δίνει συνεχώς όλο και περισσότερους φόρους. Το ζητούμενο βέβαια, το οποίο δεν ομολογεί ευθαρσώς κανείς είναι ότι η επιβαλλόμενη μείωση της εγχώριας δαπάνης ώστε να συνεχιστεί η άμεση, βραχυχρόνια εξυπηρέτηση του χρέους μπορεί να επιτευχθεί σήμερα μόνο με αύξηση φόρων και περιορισμό της εγχώριας κατανάλωσης και επένδυσης. Η θεμελιώδης αυτή αντίφαση της πολιτικής φαίνεται πως αναδεικνύεται σήμερα και ήδη δίνει σήμα στον κόσμο ότι η λιτότητα δεν έχει τέλος. Ανάλογο δε σήμα δίδεται και στις αγορές οι οποίες επανέρχονται όσον αφορά τις εκτιμήσεις περί αναδιάρθρωσης του χρέους. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει το εργαλείο της υποτίμησης ή/και η πρόθεση της ΕΚΤ να αγοράσει κατευθείαν σε προνομιακή τιμή ελληνικά ομόλογα, αντί να μας επιβάλλεται ένα υψηλό για τις δυνατότητές μας επιτόκιο, τότε τα πράγματα δυσκολεύουν περισσότερο. Εάν δε οι δυτικές οικονομίες περιπέσουν σε δεύτερο κύμα ύφεσης, τότε πολύ δύσκολα θα αντιμετωπίσουμε την κατάσταση.
Το ζήτημα είναι το πώς και γιατί οι πιστωτές μας είναι τόσο άκαμπτοι. Οι γαλλικές τράπεζες είναι εκτεθειμένες $80 δισ. και οι γερμανικές $45 δισ. στα ελληνικά ομόλογα. Ο κίνδυνος να χάσουν τα λεφτά τους οι «μεγάλοι», είναι υπαρκτός. Δεν το βλέπουν;
Ετικέτες
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΠΟΨΕΙΣ,
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ,
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου