ΚΟΙΝΩΝΙΑ και ΠΟΛΙΤΙΚΗ στην ΣΥΡΙΖΟΠΛΗΚΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Κρύο ντους για τον "εξυπν΄τερο λαό του κόσμου" σε θολά νερά
Γράφει ο ΙΟΥΛΙΑΝΟΣ
Η κυβέρνηση Παπανδρέου χρειάστηκε έξι
μήνες από τη στιγμή που εκλέχτηκε με το λαϊκίστικο σύνθημα "Λεφτά
υπάρχουν" για να παραδεχτεί το αντίθετο και να αναζητήσει εναγωνίως
εξωτερική δημόσια χρηματοδότηση προς αποτροπή της επίσημης χρεοκοπίας
της χώρας.
Το πρώτο Μνημόνιο συνάντησε την
αντίδραση όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης, εφαρμόστηκε όσο και όπως
εφαρμόστηκε, συνέβαλε στην πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου, στην
αντικατάστασή της από την εμβόλιμη κυβέρνηση Παπαδήμου και, εν συνεχεία,
στην ανάληψη της εξουσίας από τον "αντιμνημονιακό" Σαμαρά και τον
ομιλούντα ακόμη απαξιωτικά περί "υπαλλήλων" Βενιζέλο, οι οποίοι, με τη
σειρά τους, αντιμέτωποι με την αμείλικτη πραγματικότητα των αριθμών, των
συσχετισμών και των προθέσεων, έφεραν το δεύτερο Μνημόνιο.
Η συνέχεια είναι πρόσφατη και δεν χρήζει
ιδιαίτερης μνείας. Ο Τσίπρας διαδέχτηκε τον Σαμαρά στον ρόλο του
καλπάζοντος "αντιμνημονιακού" αλόγου και ο ελληνικός λαός τον
επιβράβευσε ως τον πλέον ικανό θωπευτή των αυτιών του, όπως νωρίτερα
επιβράβευσε με το ίδιο ακριβώς σκεπτικό τον Παπανδρέου του "Λεφτά
υπάρχουν" και τον Σαμαρά των αλλεπάλληλων, αμετάτρεπτων και ακόμη
ανεξαργύρωτων "Ζαππείων".
Όλοι διαδέχθηκαν όλους και όλοι
κατέληξαν να εφαρμόζουν την ίδια "πολιτική" ένα διαρκές τροχάδην πίσω
από εξελίξεις στη διαμόρφωση των οποίων ουδόλως μετείχε ούτε μετέχει η
ελληνική πλευρά, καθώς η ίδια η φύση αυτών των εξελίξεων, ο ίδιος ο
αμιγώς καταναγκαστικός τους χαρακτήρας, αποδεικνύει ότι προκύπτουν εκ
του προχείρου, μέσω της εσπευσμένης, αυστηρά συγκυριακής και
"διεκπεραιωτικής" εφαρμογής έτοιμων συνταγών κάποιου τσελεμεντέ της
διεθνούς οικονομικής μαγειρικής, και όχι βάσει σοβαρής δικής μας
προεργασίας, δημιουργικής παρέμβασης, κοστολογημένων προτάσεων και
συνεκτικών προγραμματικών κατευθύνσεων που να χτίζουν στα ήδη
επιτευχθέντα και να κερδίζουν τα μέλλοντα –αντί να κρύβονται συνεχώς από
αυτά.
Ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών των
επιλογών κυβερνήσεων και πολιτικών υπήρξε η σταθερή προσήλωση του λαού
σε μια πολιτική βασιζόμενη στη διαρκή εξωτερική χρηματοδότηση –κατά
προτίμηση εντός της ζώνης του ευρώ– και χωρίς παραχωρήσεις που θα
συνεπάγονταν την επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου· μια πολιτική αποδοχής
της κατάστασης "ως έχει" εκ μέρους των Ευρωπαίων και του εν γένει
διεθνούς παράγοντα.
Μια αδύνατη πολιτική, αφού κανένας εξωτερικός
χρηματοδοτικός μηχανισμός στην ιστορία των διεθνών σχέσεων δεν συστάθηκε
με σκοπό την επ’ άπειρον υποστήριξη μιας θνησιγενούς οικονομίας και
μιας αυτοκτονικής κοινωνίας.
Οι προτεραιότητες της πλειοψηφίας των
συμπολιτών μας είναι φανερό ότι αντικατοπτρίζουν απλουστεύσεις και
μικρές ή μεγάλες ιδιοτέλειες οι οποίες αναπτύχθηκαν κατά την τελευταία
τεσσερακονταετία σε "προστατευμένο" οικονομικό περιβάλλον. Και αν η
διαπίστωση του Σενέκα "Ratio terroris prudentibus excudit" (Η λογική απομακρύνει τον φόβο από τους συνετούς ανθρώπους) φαίνεται εκ πρώτης όψεως ορθή, η συλλογική μας στάση καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης χρέους αποδεικνύει μάλλον το αντίθετο.
Ο παραλογισμός ήταν αυτός που κράτησε,
μέχρι πρότινος, τον φόβο μακριά. Η άγνοια κινδύνου εκδηλωμένη ως
παράλογη προσδοκία. Η ιδέα ότι όλα αυτά ήταν ένα κακό όνειρο, ένας
εφιάλτης που θα περνούσε. Η πίστη –ακόμη και του πολιτικού προσωπικού–
ότι το όλο θέμα αφορούσε "λογιστικές τακτοποιήσεις" ή, εν πάση
περιπτώσει, ότι θα αντιμετωπιζόταν "πολιτικά" με όσες υποδηλώσεις αυτό
συνεπάγεται. Όμως η πίστη, επιτρέψτε μου να πω, δεν μπορεί να αποτελεί
οδηγό στην πολιτική πράξη, η οποία δεν κινείται με γνώμονα το επιθυμητό
αλλά το εφικτό. Ούτε, βέβαια, στις συλλογικές στάσεις και επιδιώξεις της
κοινωνίας. Ούτε, πολλώ μάλλον, στις αποφάσεις που αφορούν την οικονομία
και την οικονομική ζωή εν ευρεία εννοία.
Οι πολιτικοί μας, δυστυχώς γι’ αυτούς,
δεν έχουν διαβάσει το έργο του Bertrand Russell. Αν το διάβαζαν, θα
έβγαιναν πολύ ωφελημένοι σε ό,τι αφορά στη διαμόρφωση της πολιτικής τους
ατζέντας. Για να μη κουράσω τους φίλους αναγνώστες, παραθέτω δύο μόνο
σύντομα αποσπάσματα από κείμενα του Russell που αναφέρονται στη φύση της
"πίστης" και στην προβληματική σχέση της με την πολιτική και την
κοινωνία:
"Ορίζουμε ως "πίστη" την εδραία
πεποίθησή μας για κάτι ατεκμηρίωτο. Όπου υπάρχει τεκμηρίωση, κανείς δεν
κάνει λόγο για "πίστη". Δεν αντιμετωπίζουμε ως ζήτημα πίστης την πρόταση
ότι δύο συν δύο κάνει τέσσερα ούτε την πρόταση ότι η γη είναι σφαιρική.
Κάνουμε λόγο για "πίστη" όταν επιδιώκουμε να υποκαταστήσουμε την
τεκμηρίωση με το συναίσθημα. Αυτή η υποκατάσταση της τεκμηρίωσης με το
συναίσθημα εγκυμονεί αντιγνωμίες και συγκρούσεις, καθώς διαφορετικές
κοινωνικές ομάδες επενδύουν σε διαφορετικά συναισθήματα" (Bertrand Russell, The Impact of Science on Society (1952), σ. 215).
"Οι πεποιθήσεις που υποστηρίζονται
με πάθος στερούνται επαρκούς τεκμηρίωσης. Το πάθος αποτελεί το μέτρο της
έλλειψης ορθολογισμού του υποστηρικτή μιας πεποίθησης. Δεν είναι τυχαίο
ότι οι πεποιθήσεις που διατυπώνονται στο πλαίσιο της πολιτικής και της
θρησκείας είναι σχεδόν πάντοτε παθιασμένες" (Από την Εισαγωγή του Bertrand Russell στην έκδοση του έργου του "Sceptical Essays" του 1961).
Κλείνω την αναφορά μου στο έργο του
Russell έχοντας κατά νου τη διαπίστωσή του ότι με την "πίστη"
επιδιώκουμε να υποκαταστήσουμε την τεκμηρίωση με το συναίσθημα.
Συμπληρώνω:
Εάν αυτό γίνεται λόγω άγνοιας, είμαστε απλώς ολιγόνοες και
αφελείς.
Εάν όμως γίνεται σκοπίμως, δηλαδή για να αποκρύψουμε γεγονότα,
καταστάσεις, αιτίες, αποτελέσματα, για να υπερασπιστούμε
ντετερμινιστικές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές "μηχανικές", τότε
είμαστε βαθιά, βαθύτατα ιδιοτελείς.
Επί πέντε χρόνια τώρα ακούσαμε τις πιο
ευφάνταστες, παρανοϊκές και αστήρικτες απόψεις για το πώς θα βγούμε από
το αδιέξοδο στο οποίο μας έριξαν κακές πολιτικές και οικονομικές
πρακτικές μιας τεσσερακονταετίας. Απόψεις οι οποίες αποδείχτηκαν, με την
άρον-άρον υιοθέτηση του τρίτου Μνημονίου, όμφακες.
Ακούσαμε για
προγράμματα που ουδέποτε υπήρξαν, για στρατηγικές οι οποίες
καταβαραθρώθηκαν, για φανταστικούς εναλλακτικούς χρηματοδότες, για
υποτιθέμενες οικονομικές νεκραναστάσεις που θα συνέβαιναν με την απλή
αλλαγή νομίσματος ενώ η οικονομία και οι διοικητικές και οικονομικές
δομές που μας εξασφαλίζουν τη νιρβάνα μας θα παρέμεναν ανέπαφες και σε
αφασία, κ.ο.κ.
Το ζήτημα επικεντρώθηκε –ορθά καταρχήν–
στην "αναγκαστική αποστράτευση" του πολιτικού προσωπικού που αποδείχθηκε
ανάξιο των περιστάσεων και διαχειρίστηκε καταστροφικά τα δημόσια
οικονομικά και την εν γένει διακυβέρνηση της χώρας.
Ποιος εχέφρων, μη
κινούμενος από προσωπική ιδιοτέλεια άνθρωπος διαφωνεί μ’ αυτό;
Ωστόσο, ο εχέφρων και ανιδιοτελής
άνθρωπος κατανοεί επίσης ότι δεν αρκεί η αλλαγή προσώπων για να
αποκατασταθεί η εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας και του κράτους.
Χρειάζεται, πολύ περισσότερο απ’ αυτό και με την προϋπόθεση ότι θα
υπάρξει πρώτα αυτό, ριζική αντιμετώπιση των παθογενειών, ριζική
καταπολέμηση των κατά Hermann Broch "παράλογων δυνάμεων", ριζική
επαναδιαπραγμάτευση και επαναβεβαίωση των συλλογικών μας αξιών.
Χρειάζεται, με δυο λόγια, να ειπωθούν οι
αλήθειες που δεν λέγονται αλλά μόνον εισπράττονται ως βουρδουλιές στην
πλάτη του κοινωνικού σώματος.
Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν συμβαίνει.
Επιμένουμε στην ίδια συνταγή για να λύσουμε ένα άλυτο πρόβλημα.
Επιμένουμε στη ρητορεία περί προστασίας μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού
τα οποία – επειδή ακριβώς δεν είχαμε την οξυδέρκεια και την
αποφασιστικότητα να ωθήσουμε, όταν αυτό ήταν εφικτό, στη βαθμιαία
προσαρμογή σε μιαν άλλη πραγματικότητα – ετοιμαζόμαστε τώρα, σπρωγμένοι
από καταστάσεις που δεν ελέγχουμε, να καταβαραθρώσουμε. Δεν έχει κανένα
εχέγγυο σοβαρότητας η πολιτική του "Όλα ή τίποτα". Όταν είσαι ο
αδύναμος, η συνέπεια ενός τέτοιου ψευτοδιλήμματος είναι προφανής και
αναπότρεπτη.
Οι πολιτικοί μας εξακολουθούν να
ωραιοποιούν τον παραλογισμό με τον οποίο πορεύτηκαν τόσα χρόνια.
Εξακολουθούν να παρουσιάζουν το επιθυμητό ως εφικτό. Εξακολουθούν να
θολώνουν τα νερά.
Το κρύο ντους θα το υποστούν οι ψηφοφόροι, ψηφίσαντες
και μη ψηφίσαντες...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου