Του κιτς η μάνα
Του ΚΩΣΤΑ ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
Το κιτς είναι καθημερινά δίπλά μας. Οχι μόνο ως έκφραση των λαϊκών, των λούμπεν κοινωνικών στρωμάτων· αλλά και το μικροαστικό και το μεγαλοαστικό και το κιτς των διανοουμένων και των πανεπιστημιακών
Xιλιάδες σελίδες έχουν γραφεί για το κιτς. Κοινωνιολόγοι, φιλόσοφοι των ηθών, αισθητικοί, δοκιμιογράφοι αλλά και λογοτέχνες έχουν αποπειραθεί να περιγράψουν, να ορίσουν και να ταξινομήσουν αυτό το φαινόμενο που διατρέχει εποχές, μορφές ζωής και είδη καλλιτεχνικά. Ως πλέον πρόχειρη παραπομπή θέλω να θυμίσω τις έξοχες σελίδες που του αφιέρωσε ο Μίλαν Κούντερα στην «Ελαφρότητα του Είναι». Και ο μεγάλος αυτός πεζογράφος παρεμβαίνοντας στην αφήγησή του ως δοκιμιογράφος, ως ηθογράφος, ανέλυσε την αισθητική του υπαρκτού σοσιαλισμού στη μαζική τέχνη αλλά και στις δημόσιες εκδηλώσεις. Δεν θα διακινδυνεύσω ακόμη έναν ορισμό, αν και σε αυτή την περίπτωση όλοι καταφεύγουν σε περιγραφές εξαιτίας της ποικιλίας με την οποία εμφανίζεται στη ζωή των κοινωνιών το κιτς.
Σπεύδω εδώ να επισημάνω πως μόλις τον περασμένο αιώνα και στις αρχές του έγινε μια διάκριση ανάμεσα στον πριμιτιβισμό, το λαϊκό ύφος και το ναΐφ. Δεν νομίζω πως θα είχαν αποφύγει τον χαρακτηρισμό του κιτς ή του αντιαισθητικού και ο Τελώνης Ρουσσώ και ο Θεόφιλος, ακόμα και ο Μακρυγιάννης ως ύφος γλωσσικό, και τα περισσότερα ρεμπέτικα τραγούδια και κάμποσα από τα δημοτικά γαμοτράγουδα. Αφήνω πολλές ταινίες του Μανέλλη, του Ξανθόπουλου και συλλήβδην όλη την παράδοση των θεατρικών μπουλουκιών ή των μεταμορφωτών (τραβεστί) θεατρίνων τύπου Ροτζάιρον ή Ζαζά. Δεν χρειάζεται άλλωστε καμία νεώτερη θεωρητική τεκμηρίωση και επιχειρηματολογία για να δεχτούμε πως και η καλλιτεχνική αλλά και η κοινωνική στην καθημερινότητα συμπεριφορά αλλάζει, όπως όλοι οι συρμοί, τα ήθη, οι ιδεολογίες, οι προκαταλήψεις και οι κριτικές αξιολογήσεις.
Εκείνο το οποίο θέλω εδώ σήμερα να εντοπίσω είναι η διαφορά ανάμεσα στο κιτς της πραγματικότητας, το κιτς στην τέχνη αλλά και στην κριτική καλλιτεχνική αποτύπωση του κιτς. Δεν είναι το ίδιο πράγμα. Το κιτς ως έκφραση όχι μόνο, όπως πιστεύουν πολλοί, των λαϊκών, των λούμπεν κοινωνικών στρωμάτων, αλλά και το μικροαστικό και το μεγαλοαστικό και το κιτς των διανοουμένων και των, ιδίως, πανεπιστημιακών είναι καθημερινά δίπλα μας και συχνά τόσο σύνηθες ώστε το θεωρούμε στοιχείο της ζωής μας, γούστο της εποχής μας και δικαίωμα εκφραστικής ιδιαιτερότητας.
Το κιτς θα το βρείτε στις νηπιακές κούνιες με τα πλουμιστά παιχνίδια, τα ξόρκια, τα αποτρόπαια για το μάτιασμα, τις «συμβολικές» μπομπονιέρες των βαπτίσεων και των εξεζητημένων αμφιέσεων που δωρίζει ο νονός. Θα το βρείτε στους γάμους με τους εξωφρενικούς στολισμούς, τα δανεικά χαλιά, τα κακόγουστα προσκλητήρια και τα πλέον ανόητα κείμενα που περιέχουν.
Θα το βρείτε στα νεκροταφεία και στους λαϊκούς αλλά και τους «ακριβούς» τάφους με τα προκλητικά μαυσωλεία, τις μεγεθυσμένες φωτογραφίες και τα χειρόγραφα στιχάκια. Αφήστε τους παιδικούς τάφους με τις κούκλες του νεκρού παιδιού. Μη μου πείτε για τα αρχαία κτερίσματα. Αυτά τα έθαβαν μαζί με τον νεκρό, δεν ήταν επίδειξη πένθους και επίδειξη πλούτου. Εχω δει στην Αμερική τάφους- διαμερίσματα με ολόκληρα σαλόνια ακόμη και με τηλεόραση (μακάβριο σκηνικό), όπου με πληροφόρησαν πως στις επετείους του νεκρού διοργανώνονται στο σαλόνι πάρτι για τους φίλους του και ακούγονται οι αγαπημένοι δίσκοι του.
Θα βρείτε το κιτς στις νταλίκες, τα ταξί, τα φορτηγά, αλλά και σε πολλά ιδιωτικά αυτοκίνητα που κατακλύζονται από γούρια, φωτογραφίες με γυμνές, οικογενειακά αναμνηστικά, παναγίες, σταυρούς και κομπολόγια. Υπάρχουν πανάκριβες επιπλώσεις με φανταχτερά χρώματα, περίτεχνα σκαλιστά πόδια (λιονταριού κ.λπ.), τερατώδη σύνθετα φορτωμένα στο κέντρο του σαλονιού, δίκην αρχαίας θυμέλης ή βωμού, τρέιλερ με όλα τα βλακώδη σχήματα μπουκαλιών (σχήματα αίλουρων, γάτων, γυμνών οδαλίσκων, με κρυστάλλινα πώματα κλόουν ή και νεκροκεφαλών...).
Θα βρείτε το κιτς στις πολιτικές συγκεντρώσεις με τα εμβληματικά ενδύματα, τα καπέλα και τις αυτοσχέδιες χειροποίητες μετά σκίτσων εκδηλώσεις γραπτές των φανατικών.
Θα το βρείτε στις διαδηλώσεις, όπου ο κάθε μετέχων προσέρχεται με το αυτοσχέδιο πλακάτ του, άλλοτε μεγαλογράμματο, άλλοτε μικρογράμματο, άλλοτε ειρωνικό, υβριστικό, άλλοτε ζωγραφικό.
Θα το συναντήσετε σε περιπατητές συμπολίτες και συμπολίτισσες με εξώπλατα, εξώστηθα και εξώκοιλα ξεχειλίζοντα στέατα, σε πόδια που καταλήγουν σε τσόκαρα ή πέδιλα που φοριούνται σαν τσαρούχια.
Κιτς είναι και οι διαφημιστικές φωτογραφίες κολεγίων με αποφοίτους που κρέμονται σαν από κρεμάστρα δανειζόμενες τήβεννοι.
Θα μπορούσα να πολλαπλασιάσω τα παραδείγματα, αλλά αφήνω να συμπληρώνεται εξ ιδίων εμπειριών το άλμπουμ του δημόσιου και ιδιωτικού μας κιτς.
Παλαιότερα σε κορνιζάδικο της Πατησίων υπήρχε κρεμασμένη στην είσοδο η ταμπέλα: «Πωλούνται πίνακες ζωγραφικής με το μέτρο»!! Αγοράζεις 4x4, 20x20 τοπίο, θάλασσα ή Βλαχοπούλες στη βρύση.
Τα προσφυώς σκυλάδικα βαπτισμένα τραγούδια, τα κακέκτυπα αντίγραφα και γλυπτά αρχαίων αγγείων και θεών, τα τσολιαδάκια, τα τσαρούχια, τα λιβανιστήρια, τα εικονοστάσια με τα στέφανα και σ΄ ένα βαμβάκι τον αφαλό του παιδιού είναι έργα ανθρώπων που βγάζουν, συχνά, γερό μεροκάματο. Δεν θα ήθελα παρά να προσθέσω τα λείψανα αγίων, κρανία μαρτύρων και κανάτια αναχωρητών για να συμπληρωθεί το καθημερινό αυθόρμητο, αλλά και επινοημένο, κατασκευασμένο κιτς. Οταν ακόμη και στην Επίδαυρο βλέπεις να «ερμηνεύεται» ο Αισχύλος, όταν ο χορός των γερόντων του Αργους υποδέχεται τον Αγαμέμνονα στην «Ορέστεια» με ουρήσεις στα παντελόνια του μυκηναίου βασιλιά ή ο Σοφοκλής όταν ο Πυλάδης στο φινάλε της «Ηλέκτρας» διώχνει με μια πετσέτα τις μύγες που τριγυρίζουν τον νεκρό Αίγισθο ή ο Ευριπίδης όταν ο Διόνυσος των «Βάκχων» μπουσουλάει και τα αχαμνά του σαρώνουν το έδαφος, ο Χορός ταΐζει τις κατσίκες του (είναι... ποιμενίδες του Κιθαιρώνα) με μπιμπερόν και η Αγαύη με το κεφάλι του Πενθέα στον θύρσο μπαίνοντας «λιμπίζεται» την κορυφαία του Χορού και της εφαρμόζει ένα δαγκωτό φιλί στο στόμα.
Ολα αυτά είναι κιτς, ορίστε τα. Αλλά δεν είναι κιτς όταν μία παράσταση ή ένας πίνακας ή ένας δίσκος απεικονίζει ή αποτυπώνει σκηνές κιτς, ακόμη και με τη μέθοδο της διόγκωσης και της υπερβολής για να σατιρίσουν το μικροαστικό κιτς γούστο ή την κιτσάτη έπαρση των νεόπλουτων ή τον ηλίθιο σνομπισμό των κουλτουριάρηδων (και ας αφήσουν κάποιοι τα σάπια, άλλο ο έξοχος νεολογισμός κουλτουριάρης του είρωνος λαού μας κι άλλο ο διανοούμενος, ο μορφωμένος, ο καλλιεργημένος, αυτόν τον σέβονται κυρίως οι λαϊκοί άνθρωποι. Κουλτουριάρης είναι ο κιτς ψευτοδιανοούμενος, ο ημιμαθής και ο μολιερικός ψευτοσπουδαίος).
Και μη μου πείτε πως το κιτς είναι θέμα παιδείας. Εχετε επισκεφθεί τους διαδρόμους, τις αίθουσες και τα προαύλια των Πανεπιστημίων;
Ετικέτες
ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ,
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ,
ΑΠΟΨΕΙΣ,
ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ,
ΚΟΙΝΩΝΙΑ,
ΤΑ ΝΕΑ,
ΤΕΧΝΗ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου