ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Λίγο μετά την έναρξη της μακράς διαδικασίας άρσης των περιοριστικών μέτρων για την προστασία από τον κορωνοϊό, και με επίγνωση ότι η καραντίνα είναι μια συνθήκη στην οποία μπορεί κάλλιστα να επανέλθουμε, έγραψα για όλα αυτά που την έκαναν πιο δύσκολη απ’ ό,τι θα μπορούσε να είναι. Γιατί αυτά είναι που, αν δεν διορθωθούν, θα την κάνουν ανυπόφορη αν επιβληθεί εκ νέου.
Οι ψεκασμένοι
Η συνωμοσιολογία δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, όμως η δυνατότητα που της παρέχουν τα social media να ξεδιπλωθεί και να επηρεάσει, είναι ακόμα σχετικά νεοπαγής. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ήδη αρκετά δείγματα του πώς η παραπληροφόρηση δηλητηριάζει τον δημόσιο λόγο και τις κοινωνικές εξελίξεις, με αντιπροσωπευτικότερο και πιο πειστικό τις ΗΠΑ του Trump.
Στην Ελλάδα, οι συνωμοσιολόγοι αρχικά διέδιδαν ότι ο κορωνοϊός είναι κατασκευασμένος ως σχέδιο εξόντωσης πληθυσμών. Μετά έδειξαν να τον αποδέχονται ως πραγματικότητα κι άρχισαν να προτείνουν αντιεπιστημονικά γιατροσόφια και θεραπείες. Ανώνυμα τρολ, “πνευματικοί ταγοί”, βουλευτές, ένα ετερόκλητο πλήθος που αποδεικνύει ότι η κουλτούρα του ψεκασμένου διαπερνά στρώματα και ιδιότητες, μοίραζαν επικίνδυνες συμβουλές -από πρόπολη και ανοιχτά παράθυρα μέχρι κηραλοιφές- για την αντιμετώπιση του ιού. Ακολούθως, αμφισβήτησαν τη χρησιμότητα της καραντίνας καταγγέλλοντάς την ως παραβίαση των δικαιωμάτων μας και δόλιο μέσο καταστροφής της οικονομίας.
Παράλληλα, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση δημοφιλούς καλλιτέχνη του λεγόμενου εντέχνου, που μέσα στην παραζάλη των likes και της απυρόβλητης φαντασιοπληξίας του, διέκρινε στον εγκλεισμό ένα πείραμα κοινωνικού ελέγχου πλανητικών διαστάσεων.
Έπειτα, οι συνωμοσιολόγοι αμφισβήτησαν τη χρησιμότητα της άρσης της καραντίνας, βλέποντας την ενέργεια αυτή ως πρόθεση υπονόμευσης της δημόσιας υγείας για χάρη της οικονομίας.
Εσχάτως διαδίδουν ότι η χρήση μάσκας είναι κόλπο για να πλουτίσουν οι εταιρείες που τις κατασκευάζουν.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο παρανοϊκής αντιδραστικότητας κι αχαλίνωτης ψευδολογίας γίνεται σαφές ότι το πραγματικό πρόβλημα των ψεκασμένων συμπολιτών μας δεν είναι ο ιός, αλλά η παθολογική ανάγκη τους να χτίζουν νέα προβλήματα πάνω στα υπάρχοντα για να αποσπάσουν ηδονή και συμπάθεια μέσα από το χάος.
Οι εκπρόσωποι των εθνικών μας δογμάτων
Οι εκκλησίες έκλεισαν και η συγκέντρωση του ΠΑΜΕ την Πρωτομαγιά έγινε με την τήρηση εύλογων αποστάσεων μεταξύ των διαδηλωτών. Αυτή είναι η επίσημη εκδοχή των πραγμάτων.
Ουσιαστικά όμως, οι εκκλησίες έκλεισαν αφού πρώτα τραβήχτηκαν αφτάκια και χάθηκε πολύτιμος χρόνος, οι εκπρόσωποί της προέτρεπαν τους πιστούς τους από την αρχή της πανδημίας να συνεχίσουν να κοινωνούν, διαδίδοντας αντιεπιστημονικές απόψεις καθ’ όλη τη διάρκεια της καραντίνας, ενώ κάποιοι ανταρτοπαπάδες συνέχισαν να προσφέρουν Θεία Μετάληψη στα κρυφά ενώ όλοι μετρούσαμε κρούσματα και νεκρούς.
Από την άλλη, το ΠΑΜΕ μπορεί να εκμεταλλεύτηκε επιτυχημένα ένα photo opportunity πλάθοντας μία viral αγωνιστική επικοινωνία ειρωνικής συμμόρφωσης στους νόμους, στην πραγματικότητα όμως όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι οι διαδηλωτές δεν προσγειώθηκαν στις θέσεις τους κατά μόνας, ούτε αποχώρησαν με διακτινισμό.
Με λίγα λόγια, τόσο η Εκκλησία όσο και το ΠΑΜΕ συμπεριφέρθηκαν με τρόπο συνεπή στον υπαρξιακό τους πυρήνα: ως κατ’ εξοχήν φορείς συντηρητισμού και θεσμοθετημένης αλαζονείας, που υπεράνω πραγματικότητας και ειδικών περιστάσεων, διαλέγουν την αλήθεια της τελετουργίας τους εις βάρος του κοινού οφέλους.
Οι απανταχού διάσημοι
Το σύστημα και η κουλτούρα των celebrities βρίσκονται σε ολοένα επιδεινούμενη παρακμή την τελευταία δεκαετία, με τη μανιώδη αυτοπροβολή των τελευταίων στα social media να έχει αντικαταστήσει το ενδιαφέρον που κάποτε προέκυπτε γι’ αυτούς χωρίς να το εκβιάζουν με προσωπικές αναρτήσεις ανά τέταρτο. Αυτό το γνωρίζαμε ήδη. Η κρίση του covid-19 όμως, απέδειξε πως δεν πρόκειται απλώς περί παρακμής, αφού ακόμα και η παρακμή μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς. Αντίθετα, πρόκειται για ένα φαινόμενο οξείας ανεπικαιρότητας, για παντελή δηλαδή έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα.
Από το γνωστό ανυπόφορο ζεύγος που δεν άφησε εκπομπή για εκπομπή που να μη μιλήσει για την προσωπική του εμπειρία με τον κορωνοϊό κι από τους κακόμοιρους μαϊντανούς που μας αφιέρωσαν το Imagine από το instagram (γιατί αλήθεια;), μέχρι τη Madonna και την Ellen που επιδόθηκαν σε ψευδοφιλοσοφικές αναλύσεις και άτοπο χιουμοράκι αντίστοιχα από την ασφάλεια της πολυτελούς καραντίνας τους ενώ ο κόσμος πεθαίνει, οι celebrities σε παγκόσμιο επίπεδο και κατά πλειοψηφία αποδεικνύουν ότι είναι πλήρως αποσυνδεδεμένοι από το περιβάλλον.
Αν η επ’ αγαθώ επιδραστικότητα είναι το πλεονέκτημα της δημοσιότητας, οι celebrities μάς παρουσιάσαν με τον πιο εύγλωττο κι εγωκεντρικό τρόπο την ανημπόρια τους να δουν μέχρι κι αυτό. Άγνοια, ναρκισσισμός και μια καταχρηστική, οριακά ανήθικη, ανάγκη μονοπώλησης του ενδιαφέροντος σε μία περίοδο που η προβολή τους θα έπρεπε να είναι το τελευταίο που τους ενδιαφέρει, συντείνουν στη διαπίστωση ότι η επιφάνεια της διασημότητας δεν υπήρξε ποτέ πριν τόσο αποκρουστική.
Ο Γιάννης Βρούτσης
Το πρόγραμμα τηλεκατάρτισης επιστημόνων υπήρξε από την αρχή εξαιρετικά προβληματικό και προσβλητικό, για δύο λόγους:
Ο πρώτος και πιο προφανής είναι πως όταν ενσκήπτει μία πανδημία που παραλύει την αγορά και δημιουργεί την ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης πληθυσμών, είναι άδικο να ενισχύεις τους μεν άμεσα κι ανεπιφύλακτα, αλλά να θέτεις προϋποθέσεις για να ενισχύσεις τους δε, με λιγότερα λεφτά μάλιστα και σε δεύτερο χρόνο. Πώς ακριβώς στοιχειοθετείται αυτή η ανισότητα;
Ο δεύτερος λόγος αφορά τις προϋποθέσεις αυτές, οι οποίες δεν είναι για παράδειγμα εισοδηματικές (προφανώς ο Λυκουρέζος δεν χρειάζεται επίδομα ας πούμε), αλλά εισάγονται ως καθολική αμφισβήτηση της γνωστικής επάρκειας των επιστημόνων – λες και τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να τους επιμορφώσεις! Το ότι η τηλεκατάρτιση αποδείχτηκε κι επί της ουσίας το φιάσκο που αποδείχτηκε, είναι απλώς το κερασάκι στην τούρτα, και για όσους δεν γεννήθηκαν χθες είναι απολύτως ενδεικτικό της απροκάλυπτης λαμογιάς και προχειρότητας με τις οποίες είναι εμποτισμένες αναρίθμητες δραστηριότητες μεταξύ δημοσίου και ιδιωτών στην Ελλάδα, ειδικά όταν αυτές γίνονται στη ζούλα. Από την κατάληξη της υπόθεσης δε, την απόφαση δηλαδή να δοθεί το επίδομα στους επιστήμονες χωρίς τη μεσολάβηση διαδικασίας, αποδεικνύεται ότι αυτό μπορούσε να γίνει εξαρχής, πράγμα που εκθέτει Βρούτση και Μητσοτάκη τουλάχιστον για αβλεψία και ερασιτεχνισμό, αν όχι για κάτι βαρύτερο.
Η εταιρική φιλαργυρία
Η πανδημία και τα παρεπόμενά της έδωσαν την αναπόφευκτη αφορμή στην αγορά να δείξει το ανάστημά της και να δοκιμάσει τις αντοχές αλλά και τα ηθικά αντανακλαστικά της μπροστά σε μία πρωτοφανή κρίση.
Κι ενώ, αναμφίβολα, υπήρξαν παραδείγματα επιχειρήσεων που στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, από σουπερμάρκετ που έμεναν ανοιχτά όλη μέρα και λειτουργούσαν άψογα παρά τις πρακτικές δυσχέρειες, μέχρι ευάλωτα και niche καταστήματα όπως η Πολιτεία που συνέχισε τη λειτουργία της αξιόπιστα με άλλη μορφή, υπήρξαν και οικτρές απογοητεύσεις.
Εντύπωση μου έκαναν κυρίως δύο περιπτώσεις:
Οι μεταφορικές εταιρείες από τη μία, που αντί να συνειδητοποιήσουν τον κοινωνικό χαρακτήρα που προσέλαβε η δραστηριότητά τους και την ιδιαίτερη βαρύτητα της ευθύνης τους εν μέσω καραντίνας, προέβησαν σε αυξήσεις τιμών και σε διάλυση του ήδη προβληματικού δικτύου εξυπηρέτησης. Δεν κατάλαβαν ότι αυτή ήταν η στιγμή τους; Δεν ήταν προφανές πως αυτή ήταν η ευκαιρία τους να αποδείξουν επιτέλους ότι μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους καλά (αντί να κρεμάνε τους πελάτες τους ως συνήθως) κι ότι το κοινωνικό συμφέρον -για το οποίο η λειτουργία τους ήταν τώρα ζωτικής σημασίας- τους αφορά και τους νοιάζει;
Η περίπτωση όμως της Aegean ξεπερνά κάθε άλλη περίπτωση απληστίας, αναιδούς αναλγησίας και προβληματικής εταιρικής κουλτούρας. Η άρνησή της να επιστρέψει στους πελάτες της τα χρήματα που κατέβαλαν για πτήσεις που μόνη της ακύρωσε, οι ανεπαρκείς επιλογές που τους έδωσε αντί επιστροφής (voucher και επαναπρογραμματισμό πτήσης, λες και κάτι τέτοιο είναι ρεαλιστικό στην παρούσα φάση), και το ανύπαρκτο επικοινωνιακό πλάνο της που θύμισε απαρχαιωμένη δημόσια υπηρεσία με τις απασχολημένες γραμμές επί ένα μήνα και τους αναρμόδιους υπαλλήλους να παίζουν πινγκ πονγκ, ήταν ψηφίδες ενός μωσαϊκού κακότητας και ανοργανωσιάς που προφανώς ήταν πάντα εκεί, αλλά οι συνθήκες (και το πολυδάπανο μάρκετινγκ) επιμελώς απέκρυπταν.
Η αποθέωση του θράσους και της τσιφουτιάς δε, ήταν...
το μέιλ που έστειλε στους πελάτες της πριν λίγες μέρες, με το οποίο τους παρότρυνε να συμμετάσχουν στη φιλανθρωπική της ενέργεια χαρίζοντας τα μίλια τους (!) τα οποία εκείνη θα τριπλασίαζε (καλοσύνη της). Εταιρική κοινωνική ευθύνη στις πλάτες αδικημένων πελατών ή αλλιώς, ο πελάτης ως αγελάδα για άρμεγμα με φανταχτερά γάντια. Ντροπιαστική διαχείριση κρίσης στην ουσία της και στο περιτύλιγμά της.
Οι πολιτικά φανατισμένοι
Ο πολιτικός φανατισμός της καραντίνας έχει διάφορες ταυτότητες και προελεύσεις αλλά μία κοινή παράμετρο: επιδεινώνει το πρόβλημα. Οι φανατισμένοι φιλοκυβερνητικοί ανέπτυξαν ένα είδος εμμονής με τον Σωτήρη Τσιόδρα που σε ορισμένες περιπτώσεις μοιάζει να ξεφεύγει από το πεδίο της εμπιστοσύνης στην επιστημονική του επάρκεια και να αγγίζει την προσωπολατρία. Ακόμη κι όταν ο Τσιόδρας έδειχνε την εύλογη αμφιβολία του, κάποιοι ήταν ψυχαναγκαστικά πεπεισμένοι πως όλα βαίνουν καλώς, ίσως και τέλεια, λες και η κατάσταση δεν είναι ασαφής και πρωτόγνωρη εκ των πραγμάτων, λες και οι επιστήμονες ανά τον κόσμο δεν λένε με χίλιους διαφορετικούς τρόπους κάθε μέρα ότι μέχρι να έχουμε επαρκή δεδομένα (κι αυτό θα πάρει χρόνο και κόπο) δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για την εξέλιξη του ιού και τη στάση μας απέναντί του. Το cult του (εξαιρετικά σπάνιου στη σοβαρότητά του) Τσιόδρα δημιούργησε έτσι μία αίσθηση ασφάλειας που δεν ανταποκρίνεται ακριβώς στην πραγματικότητα και συχνά φλερτάρει με τον ευσεβή πόθο. Και οι φανατισμένοι φιλοκυβερνητικοί με έναν τρόπο πρόδωσαν ότι η εικόνα των επιδόσεων της χώρας στη μάχη με τον κορωνοϊό είναι γι’ αυτούς κατά τι σημαντικότερη από την ίδια τη μάχη.
Από την άλλη, οι φανατισμένοι αντικυβερνητικοί, θολωμένοι από την ιδεοληψία και το μικροκομματικό μένος, θεώρησαν πως η συγκυρία είναι κατάλληλη για να ξεκαθαρίσουν τους λογαριασμούς τους με τους πολιτικούς τους αντιπάλους (βλέπε το απύθμενης οπαδικής ηλιθιότητας hashtag #μεταθαλογαριαστουμε). Ηδονική καταμέτρηση νεκρών, σύγκριση τραγωδιών με στόχο την ανάδειξη της αγαπημένης τους κυβέρνησης ως καταλληλότερης και σωρεία χυδαίων fake news λειτούργησαν όχι απλώς ως καύσιμο στη μηχανή της άκαιρης αντιπαράθεσης, αλλά ως κανονικό σαμποτάζ μίας προσπάθειας διαχείρισης κινδύνου η οποία μέχρι στιγμής δείχνει να αποδίδει καρπούς.
Τι κι αν η εξάπλωση του κορωνοϊού στην Ελλάδα ανασχέθηκε επιτυχώς;
Όταν το αφήγημα της κακής διαχείρισης απέτυχε παταγωδώς, νέα άρθρα και ποστ πλημμύρισαν τη σφαίρα του δημόσιου λόγου, κραυγάζοντας ότι η επιτυχία ήταν θέμα τύχης και όχι ικανότητας.
Άραγε αυτό σημαίνει ότι και η αποτυχία θα ήταν εξίσου θέμα τύχης;
Παραλογισμός, μικρότητα και μηδενικό ανθρωπιστικό ενδιαφέρον από αυτούς που καταξιώνονται με το τελευταίο ως σημαία τους. Μετά από μια δεκαετία οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, η Ελλάδα δεν έχει μάθει ακόμη να θέτει το συμφέρον της πάνω από παρωχημένες πολιτικές εμμονές και προκαταλήψεις.
Όσοι θεώρησαν με ελαφρή καρδιά ότι ο κορωνοϊός είναι απλώς μία κρίση, δηλαδή μία εξαιρετική κατάσταση που ως τέτοια δικαιολογεί την εξαιρετική βλακεία, ίσως πρέπει να λάβουν υπόψη την ευκολία με την οποία η κρίση μπορεί να μετατραπεί σε κανονικότητα. Και να αναλογιστούν τότε, πόσοι ευσυνείδητοι απαιτούνται για να αντισταθμίσουν την κοινωνική νοσηρότητα των ασυνείδητων. Δυστυχώς, τα μαθηματικά δεν βγαίνουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου