Για άλλη μια χρονιά, όμως, η δημοσίευση των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης δεν επέτρεψε την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων σχετικά με το ενδεχόμενο κάποια πολιτικά στελέχη να εκμεταλλεύτηκαν την ιδιότητά τους αποκομίζοντας οικονομικά οφέλη.
Όπως έχει επισημανθεί από πλήθος παρατηρητών, αυτό συμβαίνει διότι το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο δεν δίνει έμφαση στο πώς αποκτήθηκαν (ή μεταβιβάστηκαν) περιουσιακά στοιχεία στο πέρασμα του χρόνου, αλλά περιορίζεται στη γραφειοκρατική αποτύπωση μεταβολών σε ετήσια βάση.
Το φυσικό και διαχρονικό αποτέλεσμα είναι η όλη συζήτηση να μετατοπίζεται από το πλαίσιο του ελέγχου νομιμότητας σε ένα δημόσιο «περιουσιολόγιο» πρώην και νυν πρωθυπουργών, υπουργών, βουλευτών και ευρωβουλευτών.
Ποιος βουλευτής διαθέτει αυτοκίνητο τεράστιου κυβισμού;
Ποιος ευρωβουλευτής έχει τις περισσότερες τραπεζικές καταθέσεις;
Αν υπάρχει κάτι νέο στην όλη διαδικασία είναι ότι οι παλιές αντιπαραθέσεις της Βουλής μεταφέρθηκαν τα τελευταία χρόνια στα κοινωνικά δίκτυα, δίνοντας τροφή σε δηλητηριώδεις κομματικές διαμάχες.
Δίκαια θα διερωτηθεί εδώ κανείς. Αφού η πρακτική της δημοσίευσης δεν παράγει κανένα αποτέλεσμα, τότε γιατί διαιωνίζεται;
Εν είδει τελετουργίας το πολιτικό σύστημα ρίχνει κάθε χρόνο κάποια στελέχη του βορά στο φιλοθεάμον κοινό. Και εκείνο απολαμβάνει για λίγες ώρες το προνόμιο να κοιτά από την «κλειδαρότρυπα» το λογιστήριο της .
Αν δε προκύψει κάποια υπόθεση ανακριβών δηλώσεων, αρκετό χρόνο αργότερα ανακοινώνεται, συνήθως από την αρμόδια επιτροπή της Βουλής, ότι «τέθηκε στο αρχείο». Και έτσι επέρχεται η πολυπόθητη «κάθαρση» του πολιτικού συστήματος. Όχι διά του ελέγχου, αλλά διά της πολιτικής τελετουργίας.»
Όλα τα παραπάνω είναι σωστά, πλήν όμως η πολιτική τελετουργία ανοίγει και άλλες πόρτες σκέψεων.
Για παράδειγμα, η κοπιαστική επεξεργασία των λογιστικών στοιχείων,μας δειχνει ότι συνολικά οι 300 της ελληνικής Βουλής και οι εκπροσωποί μας στην Ευρωβουλή, το 2018, είχαν κινητά και ακίνητα περιουσιακά στοιχεία όχι μακρυά από τα 2 δις ευρώ, ήτοι περί το 1,2% του ΑΕΠ.
Επίσης το μέσο ετήσιο εισοδημάτων τους ήταν 75.640 ευρώ, ήτοι τρεις φορές υψηλότερο από το μέσο εθνικό κατά κεφαλήν εισόδημα.
Στα στοιχεία αυτά θα πρέπει να προστεθούν και αρκετές παροχές εις είδος,που σημαίνει ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας μπορεί με μεγάλη οικονομική άνεση να ασκεί απερίσπαστο τα καθηκοντά του.
Είναι κατάδηλο επίσης ότι αυτή η οικονομική άνεση συνιστά και εγγύηση ότι οι πολιτικοί μας δεν είναι ευάλωτοι σε πιέσεις και λοιπές μεθοδεύσεις φορέων που συναλλάσσονται με την πολιτική εξουσία.
Είναι όμως ετσι η πραγματικότητα?
Σε μεγάλο βαθμό θα λέγαμε πως ναι. Πλήν όμως, ο πολιτικός δεν είναι μόνος του στην ενεργό δράση
Υπάρχουν γύρω του κυκλώματα και ομάδες που συνιστούν την πρώτη ύλη του πελατειακού συστήματος στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες και οι οποίες κατά κανόνα είναι ασύδοτες. Ομως με τα πόθεν εσχες των εκπροσώπων αυτών των ομάδων ουδείς ασχολείται.
Συμβαίνει όμως από το πρόβλημα αυτό μύρια άλλα να έπονται και να πλήττουν μια κοινοβουλευτική δημοκρατία,η οποία παρ’ολα αυτά παραμένει μοναδικό σύστημα διακυβέρνησης με ηθικές αρχές.
Κατά τα λοιπά τα τελετουργικά πόθεν εσχες μας δείχνουν ότι η πολιτική μπορεί να είναι πολλαπλώς αποδοτικό επάγγελμα, με κύριο απαιτούμενο προσόν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου