Η ιστορική επιβίωση της κρατικής υπόστασης του Ελληνισμού είναι συνάρτηση κάποιων παραγόντων.
Ετσι, το ζητούμενο γίνεται ένα και μοναδικό: Πώς να συντονίσουμε τη δεδομένη, πολύ διευρυμένη (και αράγιστα παγιωμένη) γνώση, να συμβιβάσουμε τόσες αξιωματικές πεποιθήσεις. Δηλαδή, πώς θα πάψουμε να τα ξέρουμε όλοι όλα. Πώς θα αναχαιτισθεί η αντικοινωνική, αλλά δυσκατάσχετη λοιμική της δοκησισοφίας.
Πληθωρικά υπέρμετροι οι Ελληνώνυμοι, που δεν έχουν ανοίξει ποτέ βιβλίο, πέρα από τα σχολικά. Κι όμως έχουν γνώμη για τον Βενιζέλο και τον Μεταξά, τον Κοραή και τον Ιωνα Δραγούμη, τον Καποδίστρια και τη Βαυαροκρατία, την «εθνική αντίσταση» ως άλλοθι εξωραϊστικό της ζαχαριαδικής ένοπλης παραφροσύνης. Το ελλαδικό κράτος είναι αδιέξοδα βυθισμένο σε εξωφρενικά εξευτελιστικές δουλείες και ζει κάτω από ατιμωτικές αυθαιρεσίες της Αγκυρας, επειδή οι Ελληνώνυμοι «ξέρουμε» τι ψηφίζουμε, οι «πολιτικές» μας πεποιθήσεις είναι «προοδευτικά» απολιθωμένες.
Βέβαια, σε διεθνή πια κλίμακα σήμερα, τα συστήματα οργάνωσης και λειτουργίας του ανθρώπινου βίου θεμελιώνονται στην ενεργό κατάφαση της δοκησισοφίας, στην καλοστημένη ψευδαίσθηση της εγωτικής αυτεξουσιότητας.
Μακροπρόθεσμα και ανεπαίσθητα αυτή η μετάγγιση αυτοβεβαιότητας θωρακίζει το εγώ, τρέφει την αυταρέσκεια. Από το άρωμα και το κόσμημα (ή και από το τυρί ή το αλλαντικό) που προκρίνουμε, ώς την ποδοσφαιρική ομάδα που προτιμάμε και το κόμμα που ψηφίζουμε, οι επιλογές μας ταυτίζονται με την εγωτική μας αυτοβεβαιότητα, αφομοιώνονται και καθορίζουν την υπαρκτική μας ταυτότητα. Δεν λέμε: ο τάδε ψηφίζει ΠΑΣΟΚ ή του αρέσει ο «Ολυμπιακός» – λέμε: είναι Πασόκ, είναι «Ολυμπιακός».
Οπουδήποτε της γης σήμερα, η οργάνωση και λειτουργία της ανθρώπινης συλλογικότητας υποτάσσεται σε μεθόδους εξουσιασμού του ατόμου μέσω ευφραντικών ψευδαισθήσεων: Οι ψευδαισθήσεις δημιουργούνται και συντηρούνται όχι με συλλογισμούς, κριτικές αποτιμήσεις, θεληματικές επιλογές, χτίζονται «ανεπαισθήτως» με αθέλητες εντυπώσεις.
Στη σημερινή Ελλάδα οι θεσμοί είναι μεταπρατικοί, λειτουργούν μιμητικά, δεν γεννήθηκαν από την εγχώρια πείρα και ανάγκη. Ετσι, η υποκατάσταση της πραγματικότητας από τις εντυπώσεις γεννάει ακόμα και θεσμούς: Θα μείνει ίσως στην Ιστορία ως κορυφαίο δείγμα μικρονοϊκής κουφότητας η πρωτοβουλία «προοδευτικών» επαγγελματιών της εξουσίας να καταργήσουν τη βαθμολόγηση των επιδόσεων κάθε μαθητή στο σχολείο ή να την καταστήσουν εσκεμμένα συμβατική. «Πρόοδος» σε αυτή την οπτική είναι η ισοπέδωση όλων προς τα κάτω, η αριστεία χαρακτηρίστηκε ως «ρετσινιά» και η κριτική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών καταργήθηκε.
Ο τυραννικός ολοκληρωτισμός της προτεραιότητας των εντυπώσεων ψηλαφείται στο γεγονός ότι οι διάδοχοι των «προοδευτικών» αυτών πολιτικών δεν τολμούν να επαναφέρουν στο σχολείο την κριτική αποτίμηση, την άμιλλα, την αριστεία, μήπως και χαρακτηριστούν ασυγχρόνιστοι. Τρέμουν το ενδεχόμενο να...
Πραγματική σχιζοφρένεια στην περίπτωση των σημερινών Ελληνωνύμων και κανένας δεν μπορεί να προβλέψει πού θα καταλήξουμε. Μιλάνε στα «μέσα» με λέξεις ακόμα ελληνικές, αλλά το νόημα των λέξεων (συχνά και η σύνταξη) είναι δάνειο παρμένο από τη γλώσσα της πλανητικής κυριαρχίας των «Αγορών». Η συντήρηση, π.χ., είναι λέξη ελληνική με θετικό βιωματικό φορτίο, που την κατανοούμε σήμερα με προσλαμβάνουσες εντελώς αρνητικές. Συμβαίνει το ίδιο με πάμπολλες λέξεις.
Απαιτούν από μας (οι «εταίροι» μας!) να απαλειφθούν από τα πτυχία και τα απολυτήρια η ιθαγένεια και το θρήσκευμα.
Δυστυχώς, η ελευθερία και η δημοκρατία μόνο γεννιούνται. Δεν εξασφαλίζονται με συνταγές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου