"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


KOINΩΝΙΑ και ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Καφενεία!

Γνωστή  η  πρώτη  όψη του «νομίσματος» με το δυσάρεστο όνομα «Ανεργία». Που καταλήγει στη αχρηστία. Που επίσης σε βυθίζει  στον πάτο  της αυτοεκτίμησης.

 

Που  στέλνει πακέτο στην ξενιτιά εκατοντάδες   χιλιάδες Ελληνόπουλα. Και που πριονίζει τα έσοδα της  Αγοράς και των Ασφαλιστικών Ταμείων. Ενα  το κρατούμενο. Η παρακμή. Η  τραγωδία. Πεθαίνοντας  σαν χώρα!


Σχεδόν άγνωστη-από την  δημοσιότητα-η δεύτερη όψη του ίδιου «νομίσματος». Της ίδιας ανεργίας. Με το  εξής ερώτημα: Αραγε όλοι αυτοί  οι νέοι δεν μπορούν να   βρουν εργασία; Ολοι;
 

Οπως το άκουσα. Από τυχαία  αφήγηση. Από  τυχαία  συνάντηση. Από  τυχαίο  εστιάτορα πολυσύχναστης «γωνιάς» του κέντρου της Αθήνας:
 

«Εψαχνα εκπαιδευμένο  νέο για την κουζίνα μου. Κάποιος μου χτύπησε  την πόρτα. Κομψός,  ευπρεπής, καλοντυμένος. Τα βρήκαμε και αμέσως  φόρεσε την λευκή «στολή» και μπήκε στην κουζίνα. Πέρασαν  τρεις ώρες. Και αίφνης  βγήκε από την κουζίνα, έβγαλε την στολή και μου είπε «να με συγχωρείτε αλλά με τα τριάντα  ευρώ την ημέρα δεν με συμφέρει» «Γιατί;»  τον  ρωτάω «Επειδή παίρνω είκοσι ευρώ  την ημέρα από  τους παππούδες και τη μητέρα μου. Να σκοτώνομαι στην δουλειά  για δέκα  ψωροδεκάρες; Τρελό!». Και έφυγε!»
 

Την ίδια αφήγηση  την έχω ακούσει  πολλές  φορές. Από  πολλούς  μικρούς  επιχειρηματίες.
 
 
 Δεν καταδέχονται  μου λένε. Με το  χαρτζιλίκι  τα  βγάζουν πέρα. Μόνο οι  μετανάστες καταδέχονται!

 
Προσέξτε  τώρα τα παρελκόμενα. Ο άνεργος καταλήγει στα  καφενεία και τα σουβλατζίδικα. Ετσι μονίμως  καταλήγει  εξαρτημένος από  την οικογένειά του.  Ταυτόχρονα  χάνει την αίσθηση της πραγματικής Αγοράς.  Της   διαδικασίας.  Απομονώνεται στον «κόσμο» του. Μεγάλο μέρος των συντάξεων  τροφοδοτούν  καφενεία και  σουβλατζίδικα. Συρρικνώνεται η αυτοεκτίμησή  του. Μονίμως ανατροφοδοτεί την  δυστυχία του. Μονίμως κατηγορεί  τους πολιτικούς και  την κοινωνία. Μονίμως του φταίνε οι άλλοι!

 
Ετσι  παροπλίζει κάθε δημιουργική  του δραστηριότητα.  Ετσι «σκοτώνει»  την  φαντασία του. Ετσι απομακρύνεται  από την πραγματικότητα.  Ετσι, εξαρτημένος, ανήμπορος και «ακρωτηριασμένος» πορεύεται στο περιθώριο και  την ανυπαρξία!

 
Τι  θα μπορούσε να κάνει; Ποια η  δεύτερη επιλογή του;  
 
 
Θα σας το πω όπως το αισθάνομαι: 
 
Αν  ο συγκεκριμένος  νέος παρέμενε στην κουζινά. Αν συνέχιζε και  με τον κόπο  του έβγαζε το  δικό του μεροκάματο.  Αν  απ αυτή την  σχέση  εμπλούτιζε την  γνώση  του  γύρω από την εστίαση. Αν με την ανησυχία του κατόρθωνε να αποσπάσει πολύτιμες πληροφορίες. Και αν με τον ιδρώτα του εξασφάλιζε γνώση και πολύτιμη πείρα!
 

Αν  συνέβαιναν όλα αυτά τότε δύο  δρόμους θα μπορούσε να επιλέξει. 
 
 
 Υστερα  από μερικά χρόνια.  Είτε να μεταπηδήσει σε μια  δεύτερη επιχείρηση με καλύτερο μισθό και ανώτερη θέση.  Είτε ακόμα με φίλους  και συνεργάτες του να έφτιαχνε την δική του  γωνιά.  
 
 
Ρωτώντας πας στην Πόλη. Δουλεύοντας αποκτάς εργασιακή κουλτούρα. Δουλεύοντας κατακτάς  την  προσωπική σου ανεξαρτησία. Και όπως λένε «αγάλι αγάλι  γίνεται η αγουρίδα  μέλι». 
 
 
Γιατί «αργία μήτηρ πάσης κακίας». Ποιος  ξέρει. Σήμερα στην κουζίνα αύριο στο ρετιρέ. Γιατί τίποτα, μα τίποτα δεν κερδήθηκε ούτε κατακτήθηκε με τον  χαβαλέ στα  καφενεία!

Δεν υπάρχουν σχόλια: