"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΕΠΟΣ ΤΟΥ '40: «Αέρα!»: Κραυγή πολεμιστήριος...- Πώς προέκυψε και πότε εμφανίστηκε


Μ​​έρα που είναι, ας κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα από την (μικρο)πολιτική για να θυμηθούμε κάτι χαριτωμένο. Λοιπόν: η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου του 1940 είναι, μεταξύ πολλών άλλων, συνδεδεμένη και με ένα πασίγνωστο πολεμικό σύνθημα, το περίφημο «Αέρα!». Πράγματι, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο πολεμικό σύνθημα, το «Αέρα!» είναι ταυτισμένο με το έπος του ’40-’41.

Διερωτώμενος πώς προέκυψε και πότε εμφανίστηκε, έπεσα πάνω σε ένα κείμενο της φιλολόγου Ελένης Κ. Δημητρίου με τίτλο «Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι ως υποκειμενικό βίωμα του Ελληνα μαχητή», που περιλαμβάνεται στον συλλογικό τόμο «100 χρόνια από τη διεξαγωγή των Βαλκανικών Πολέμων. Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου», που εξέδωσε πέρυσι η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Φαίνεται, λοιπόν, πως σύνθημα «Αέρα!» ακούστηκε για πρώτη φορά το 1912-13. 

Γράφει η Ελένη Δημητρίου (η οποία είναι επίσης συγγραφέας και του εξαιρετικού «Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος ως προσωπικό βίωμα. Ημερολόγια Ελλήνων στρατιωτών», Σύλλογος Προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, 2010) ότι το σύνθημα «αποδόθηκε σε μια “διδασκαλία” ενός κατώτερου βαθμοφόρου, που τη χρειάστηκε για να αποκαταστήσει το εγώ του, ύστερα από ένα μικρό κάζο που έπαθε σε μια συμπλοκή».

Τι ακριβώς ξεστόμισε τότε ο ανώνυμος βαθμοφόρος;  

Ιδού: «Παιδιά, ο πόλεμος είνε ένας αέρας!.. Ο κίνδυνος θέλει αέρα!.. Για να τα βγάλωμε πέρα φροντίσετε να τον έχετε αυτόν τον αέρα!..»

Στην επόμενη μάχη, όταν οι στρατιώτες αντιλήφθηκαν τον εν λόγω αξιωματικό «κολλημένον σ’ ένα βράχο, του φώναξαν: – Αέρρααα!..».

Η συγγραφέας παραθέτει και το απόσπασμα από το σχετικό λήμμα του Δ. Μαρκόπουλου από τη Μεγάλη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια (τ. Β΄, Αθήναι 1928, σελ. 135): 

«Ετσι η λέξις επέρασε εις το Στρατιωτικόν λεξικόν. Αλλά η έννοια της επλάτυνε. Επήρε χίλιες σημασίες και χίλιους τόνους. Κραυγή πολεμιστήριος. Ξέσπασμα περιφρονήσεως. Ιαχή ενθουσιώδης. Ενθάρρυνσις στους κλονιζομένους. Πείραγμα για τους αποτεθαρρυμμένους».

Κατά την ειρηνική, μεταπολεμική περίοδο, το σύνθημα απέκτησε και έναν μάλλον αυτοσαρκαστικό χαρακτήρα. Στην κωμωδία «Λούφα και παραλλαγή» (1983) του Νίκου Περάκη, στην πρώτη σκηνή, παρακολουθούμε περίπολο Ελλήνων στρατιωτών κάπου στα σύνορα του Εβρου να έχουν στήσει ενέδρα και ξαφνικά να ανοίγουν πυρ. Ο εχθρός, όπως αποκαλύπτεται στο αμέσως επόμενο πλάνο, είναι ένας ταπεινός, κατατρομαγμένος λαγός. Με το που η περίπολος αντιλαμβάνεται πως ο «εχθρός» είναι νεκρός, οι φαντάροι εξορμούν με ενθουσιασμό φωνάζοντας «Αέρα!».

Βρισκόμαστε πολύ μακριά από τις εποχές του «πολεμιστήριου αέρα» – κι ευτυχώς. Μόνον οι καρδιές όσων νεαρών παιδιών βρέθηκαν στα διάφορα πολεμικά μέτωπα όλου του πρώτου μισού του ελληνικού εικοστού αιώνα γνωρίζουν τι ένιωθαν εκείνες τις κρίσιμες στιγμές. Στο ξεκίνημα του δεκάτου ενάτου αιώνα, ο Δούκας του Ελχινγκεν και πρίγκιπας του Μόσκοβα, Μισέλ Νεΐ (1769-1815), στρατάρχης του Ναπολέοντα, πριν από μια κρίσιμη μάχη κατά των Ρώσων (την οποία κέρδισε, υποχρεώνοντας τον Βοναπάρτη να τον χαρακτηρίσει: «Ο γενναίος των γενναίων» – Le Brave des braves), κοντοστάθηκε μπροστά στο πεδίο της μάχης και μονολόγησε: «Τρέμε, σαρκίον, τρέμε, γιατί αν ήξερες πού σε οδηγώ, θα έτρεμες ακόμα περισσότερο...»


Σχόλιο του αναγνώστη κ. Τσαντσάνογλου: «Η κ. Ελένη Δημητρίου έχει δίκιο ότι η κραυγή πρωτακούστηκε το 1912-13. Ομως η ερμηνεία, που αντλήθηκε από άρθρο της Μεγάλης Στρατιωτικής και Ναυτικής Εγκυκλοπαίδειας αποτελεί ηθικοδιδακτική ανεκδοτολογική εξήγηση, από αυτές που θυμούνται όλοι οι άντρες που πέρασαν βασική εκπαίδευση στο στρατό από συμπαθείς αλλά ημιμαθείς υπαξιωματικούς. 

Η κραυγή «Αέράαα!» (προσέξτε τον δεύτερο τόνο της προφοράς) πρωτακούστηκε από μια μονάδα Κρητών πολεμιστών στις μάχες εναντίον του τουρκικού στρατού στην Ηπειρο στα τέλη του 1912. Οι Κρητικοί πολεμούσαν δίπλα σε μια μονάδα Γαριβαλδινών Ιταλών και Επτανησίων μαχητών. Δεν γνωρίζω αν ήταν η μάχη του Δρίσκου, όταν μεταξύ των Γαριβαλδινών σκοτώθηκε και ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης. Η κραυγή που ακούστηκε από αυτούς την ώρα της εφόδου ήταν το ιταλικό Urràaa! Αυτό άκουσαν οι Κρητικοί και το επανέλαβαν εξελληνίζοντάς το σε Αέράαα! 

Δεν είναι παράξενο ότι η κραυγή είναι τουλάχιστον πανευρωπαϊκή. Hourra είναι η αντίστοιχη γαλλική, hurrah η αγγλική (τονισμένη στη λήγουσα με μακρό aaa· διαλεκτικά και huzzah). 

Για το αγγλικό επιφώνημα διαβάζω σε αγγλικό λεξικό: «Τον 18ο και τις αρχές του 19ου αιώνα, το βρετανικό πεζικό φώναζε τρία huzzah πριν από μιαν έφοδο με ξιφολόγχη, ως τρόπο αναπτέρωσης του ηθικού και εκφοβισμού του εχθρού. Ο Richard Holmes στο βιβλίο του Redcoat: The British Soldier in the Age of Horse and Musket διευκρινίζει ότι κραύγαζαν δύο σύντομα huzzah και μετά ένα τρίτο παρατεταμένο που κρατούσε σ’ όλη τη διάρκεια της εφόδου». Ακολουθούν άλλες ερμηνείες, δεν ξέρω με τι τεκμηρίωση, που παράγουν την κραυγή από τα τουρκικά (Ur Ah! = Vur hadi = Εμπρός, χτύπα!), ακόμη και τα μογγολικά». 


Δεν υπάρχουν σχόλια: