"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Λαθρεπιβάτης σε μια κούρσα αντοχής (Στη μνήμη του ΜΕΓΑΛΟΥ Χρήστου Βαρτζάκη)

Toυ Γιάννη Παπαδόπουλου


Περιμένει την πιστολιά. Μήνες ονείρων και δοκιμασίες χιλιομέτρων τον έχουν φέρει στην εκκίνηση ενός ακόμη μαραθωνίου. Φθινόπωρο του 1962 και ο Χρήστος Βαρτζάκης είναι έτοιμος να ποτίσει με τον ιδρώτα του την άσφαλτο. Οι διοργανωτές του αγώνα και ένας χωροφύλακας όμως έχουν άλλα σχέδια.

«Βαρτζάκη, έξω», του φωνάζουν. «Έχεις πίεση...». Αρνούνται να του δώσουν νούμερο και προσπαθούν να τον διώξουν από την αφετηρία. Του φράζουν τον δρόμο, τον τραβούν, του στερούν το όνειρο. Τι κι αν ο Χρήστος Βαρτζάκης είναι απολύτως υγιής και διψασμένος για αγώνα. Οι αρμόδιοι κρίνουν την ηλικία του απαγορευτική για μαραθώνιο. Τον έχουν ξεγράψει στα 51 του χρόνια. Σύμφωνα με τους- τότε- κανόνες της ελληνικής ομοσπονδίας είναι «μεγάλος για τρέξιμο». Ο φούρναρης από τον Πειραιά όμως δεν καταλαβαίνει από απαγορεύσεις. Παραμερίζει, αφήνει τους υπόλοιπους δρομείς να χαθούν στον ορίζοντα και ξεκινάει μόνος του την προσπάθειά του.  

Λαθρεπιβάτης σε μια κούρσα αντοχής.
Έτσι θα κυλήσουν και τα επόμενα χρόνια. Μοναχικά. Ώσπου δειλά δειλά θα ακολουθήσουν το παράδειγμά του κι άλλοι. Και γύρω του θα στηθεί ένα ολόκληρο κίνημα, αυτό των βετεράνων δρομέων. Ο αγώνας το ΄62 δεν ήταν ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος για τον Χρήστο Βαρτζάκη. Συνέχισε να τρέχει και να εμπνέει μέχρι τα 93 του χρόνια. Τελευταία φορά έβαλε τα αθλητικά του παπούτσια το 2004. Ήταν ο πρώτος λαμπαδηδρόμος στον Πειραιά. Πριν από μερικούς μήνες ένα ατύχημα στο σπίτι του τού προκάλεσε εγκαύματα στα πόδια. Στο νοσοκομείο η λύπη του ήταν μεγάλη. Η ακινησία δεν ταίριαζε στον τρόπο ζωής του. Στις 6 του περασμένου Σεπτεμβρίου (2009)  πέθανε. Σήμερα, οι παλιότεροι στους στίβους τον θυμούνται ως δάσκαλο και φίλο. Αυτή είναι η ιστορία του.

Ο Χρήστος Βαρτζάκης γεννήθηκε το 1911 στην Κωνσταντινούπολη και μεγάλωσε στο χωριό Διμόκορη Ιωαννίνων. Στα 13 του έφυγε για την Αθήνα αναζητώντας μια καλύτερη τύχη. Δούλεψε σε φούρνο. Τότε που το ψωμί ψηνόταν στα ξύλα και το ζυμάρι το ζύμωναν με τα χέρια. «Τον πρώτο καιρό κοιμόταν στο πατάρι, πάνω στα τσουβάλια», λέει η κόρη του, Κική Βαρτζάκη.
«Λόγω της δουλειάς του, όταν ξεκίνησε το τρέξιμο δεν είχε χρόνο για πολλές προπονήσεις. Έτρεχε μόνο τρεις φορές την εβδομάδα». Γράφτηκε στον Πειραϊκό Σύλλογο, μια ομάδα που σύμφωνα με τον βιογράφο του Χρήστου Βαρτζάκη, Κώστα Τσαγκαράκη, δεν ανήκε στα ευνοημένα σωματεία της Αθήνας. Αν και πρωταθλητής ο Βαρτζάκης έμενε εκτός σχεδιασμών του ΣΕΓΑΣ. Είχε σημαντικές διακρίσεις στις μεγάλες αποστάσεις, αλλά στον μαραθώνιο ξεχώρισε μεταπολεμικά.

Το 1948 κέρδισε στο πανελλήνιο πρωτάθλημα με τρεις ώρες και επανέλαβε την επιτυχία του το 1953. Έτρωγε και κοιμόταν λίγο. Όπως αναφέρει ο κ. Τσαγκαράκης, «όταν του έδωσαν το δικαίωμα να σιτιστεί σε κάποια ταβέρνα, από τη μεγάλη όρεξη για το καλό φαγητό πήρε πέντε οκάδες (περίπου έξι κιλά) σε 15 μέρες». Το 1950 άλλαξε δουλειά. Αλλά η μοίρα τον ήθελε πάλι στη νύχτα. Αυτή τη φορά ως φύλακα στον σταθμό του Ηλεκτρικού Σιδηροδρόμου στα Πετράλωνα.
ΟΣΟ ΠΕΡΝΟΥΣΑΝ τα χρόνια τόσο μεγάλωνε η αγάπη του για το τρέξιμο. Αλλά το κλίμα στους αγώνες- ειδικά την περίοδο του ΄60 - ήταν εχθρικό απέναντι στους δρομείς μεγαλύτερης ηλικίας. Ο Βαρτζάκης είχε γίνει δάσκαλος πολλών στο Καραϊσκάκη. Τον φώναζαν «θείο» και άκουγαν με σεβασμό τις ιστορίες του. Ο πανελληνιονίκης Βαγγέλης Βαγιανός ήταν ένας από τους αθλητές του. «Είχε φοβερή ζωτικότητα. Αγαπούσε την κίνηση, τη δράση.Του είχε μείνει όμως η πίκρα του ΄62. Τότε που του στέρησαν την επίσημη συμμετοχή στον μαραθώνιο της Αθήνας. Με τη λογική τους, στα 50 σου έπρεπε να ανοίξεις ένα λάκκο και να περιμένεις να πεθάνεις».

Ο Χρήστος Βαρτζάκης όμως επέμενε να αγωνίζεται. Ίδρυσε συλλόγους βετεράνων δρομέων και έτρεξε τον τελευταίο του μαραθώνιο το 1988 στη Ρόδο, σε ηλικία 77 ετών. Κάλυψε την απόσταση τότε σε 4 ώρες και 20 λεπτά. Τον Νοέμβριο του 2002 έτρεξε τα 10 χιλιόμετρα που διεξάγονται παράλληλα με τον Κλασικό Μαραθώνιο της Αθήνας. Παρά τις κράμπες, δεν δέχτηκε να εγκαταλείψει. Κάλυψε τα τελευταία δύο χιλιόμετρα υποβασταζόμενος από δύο δρομείς και τερμάτισε στο Καλλιμάρμαρο. Το 2008 τον τίμησε για την προσφορά του στον αθλητισμό ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
«Ήταν ο πρώτος που έκανε βετερανισμό στην Ελλάδα», λέει ο πρωταθλητής του μαραθωνίου Νίκος Πολιάς. «Αυτός γέννησε και ανέδειξε το κίνημα των ερασιτεχνών δρομέων. Το τρέξιμο τού έδινε ζωή. Όχι απλά η συμμετοχή. Αλλά και το κυνήγι της επίδοσης. Πάντα ήθελε να πηγαίνει όλο και πιο γρήγορα». Τον καμάρωνε Η γυναίκα του και οι δύο κόρες του ήταν πάντα δίπλα του στις προσπάθειές του.
«Ποτέ δεν του είπαμε να τα παρατήσει», λέει η κ. Βαρτζάκη. «Η μητέρα μας καμάρωνε με τις επιτυχίες του». Συνέχισε να πιέζει τον εαυτό του παρά την ηλικία του. Τα τελευταία χρόνια όμως έχανε τις δυνάμεις του και στενοχωριόταν. «“Θείε, το κατόρθωμά σου δεν είναι τα ρεκόρ”, του έλεγα. Αλλά ότι αγωνίζεσαι”», θυμάται ο κ. Βαγιανός.
Ακόμα κι όταν περιόρισε τους αγώνες του, ο Χρήστος Βαρτζάκης δεν υιοθέτησε μια καθιστική ζωή. Το σπίτι του Χρήστου Βαρτζάκη έμοιαζε με αθλητικό μουσείο. Κύπελλα, μετάλλια, κιτρινισμένα αποκόμματα εφημερίδων. Είχε και μια φωτογραφία μαζί με τον Σπύρο Λούη. Πολλά από αυτά τα αντικείμενα τα δώρισε στο Μουσείο Μαραθωνίων και Μαραθωνοδρόμων, στον Δήμο του Μαραθώνα.

ΠΗΓΗ: TA NEA

Δεν υπάρχουν σχόλια: