Υπάρχουν πολλά κράτη που τρέφουν αισθήματα μίσους απέναντι στη χριστιανική Δύση. Σε μια ευρεία γεωγραφία από το Ιράν έως το Πακιστάν, ο αντιδυτικισμός κορυφώθηκε, ειδικά με την άνοδο του ριζοσπαστικού ισλάμ.
Η Τουρκία προσπαθεί να σταματήσει την πληγή της ήττας απέναντι στον πολιτισμό της Δύσης, με απύθμενο θράσος που συνοδεύεται από επιθετικότητα.
Η τελευταία απόφαση για την Αγία Σοφία ήταν μία άλλη σαφής έκφραση αυτού του αισθήματος κατωτερότητας. Μετά τους λεονταρισμούς που εκτοξεύθηκαν με το: «Εμείς δεν θα πάρουμε άδεια από σας», αποκαλύφθηκε ότι η Ρωσία –και ειδικά ο Πούτιν– έδωσαν άδεια και εγγυήσεις για τη μετατροπή της σε τζαμί. Από τούδε και στο εξής ο εγγυητής των μοναδικών ψηφιδωτών της Αγίας Σοφίας δεν θα είναι το τουρκικό κράτος, αλλά η Μόσχα
Υπάρχει κι ένα άλλο μήνυμα που εκπέμπει αυτή η αίσθηση κατωτερότητας: «Εμείς οι μουσουλμάνοι, όπου γινόμαστε η πλειοψηφία δεν θα αναγνωρίζουμε το δικαίωμα στη ζωή στους χριστιανούς, θα καταλάβουμε τους χώρους λατρείας τους και θα τους καταστρέψουμε. Δεν μπορούμε να ζήσουμε σε κοινωνικά μοντέλα που είναι πλουραλιστικά και σέβονται τις διάφορες πεποιθήσεις, αλλά θα ζούμε σε καταπιεστικές, απαγορευτικές και μονοδιάστατες κοινωνίες».
Η εμφάνιση αυτού του μοντέλου είναι το αποτέλεσμα μιας ιστορικής διαδικασίας. Ο φόβος απέναντι στις διαφορετικές θρησκευτικές και εθνικές ομάδες που κατοικούν σε αυτήν τη γεωγραφία δεν είναι κάτι που εφευρέθηκε από το AKP.
Το κύριο αποτέλεσμα αυτής της νοοτροπίας, που άρχισε να διαμορφώνεται με τον Αβδούλ Χαμίτ τον Β’, πήρε το αληθινό χρώμα του με τον Ταλαάτ πασά και ολοκληρώθηκε κατά την περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας από το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP), είναι ότι οι τελευταίοι χριστιανοί αυτού του τόπου δέχτηκαν το τελειωτικό χτύπημα με τα γεγονότα της 6ης και 7ης Σεπτεμβρίου.
Η ήττα στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο κατέστησε την Τουρκία μια χώρα γεμάτη μίσος και θυμό απέναντι στη Δύση· αντί να μετατραπούν σε μια δημιουργική ενέργεια, έκαναν πολλές γενιές να μεγαλώσουν έτσι. Και οι κοσμικοί και οι ισλαμιστές είναι τελικά μια γενιά που μπορεί να τρέφει μόνο αισθήματα μνησικακίας, μια γενιά που δεν μπορεί να παράγει, να δημιουργεί και να ανταγωνίζεται.
Αυτή η μονοσήμαντη νοοτροπία που οδήγησε στην «εκκαθάριση» των χριστιανών και των εβραίων είναι φασίζουσα. Αυτή η νοοτροπία της κρατικής εξουσίας, η οποία δεν δίνει το δικαίωμα να ζει και να υπάρχει σε κανέναν «που δεν είναι σαν κι αυτόν», τελικά δεν άλλαξε και σε ό,τι αφορά τον τουρκικό λαό.
Η ιστορία της Τουρκικής Δημοκρατίας (η οποία ιδρύθηκε μετά τη Γενοκτονία των Αρμενίων του 1915), υπήρξε ιστορία σφαγών.
Πίσω από αυτήν την αντίληψη της τουρκικής κοινωνίας, η οποία καίει, και ισοπεδώνει σαν μπουλντόζα ό,τι βρίσκεται μπροστά της, κρύβεται ο ρόλος του κράτους. Στην πραγματικότητα, ο τόπος από τον οποίο προήλθε η ιδέα του κράτους δεν είναι η Αρχαία Ελλάδα ή η Ρώμη, αλλά η Κίνα. Η Κίνα δημιούργησε μια ομοιόμορφη κεντρική γραφειοκρατία 300 χρόνια πριν από τον Ιησού, δηλαδή 800 χρόνια πριν από την εμφάνιση του σύγχρονου κράτους στη Δύση. Η Κίνα έχει θεσπίσει μια γραφειοκρατική τάξη η οποία αντλούσε την ισχύ της αποκλειστικά από το βαθμό που είχε στην ιεραρχία*.
Η συμβολή της Ρώμης και της Ελλάδας στην ιδέα του κράτους είναι ότι στη λειτουργία του υπήρχε η λογική του ελέγχου και της λογοδοσίας των αξιωματούχων. Αυτό είναι το κύριο σημείο όπου η Ασία διαχωρίζεται από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Διότι, σε αντίθεση με τις ασιατικές κοινωνίες, η Δύση μπόρεσε να δημιουργήσει ένα διαφορετικό κέντρο αποφάσεων, ένα επίκεντρο αντίστασης, έναν πυρήνα της κοινωνίας των πολιτών.
Οι δυτικές κοινωνίες δεν προέκυψαν από τη φυλετική τάξη με τις εντολές και τους κανονισμούς του απόλυτου κυβερνήτη. Η Καθολική Εκκλησία παρείχε την κοινωνική υποδομή αυτού του μετασχηματισμού, ενώ ακόμα και οι αυτοκράτορες είχαν το Συμβούλιο των Φεουδαρχών.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η ατομικότητα να εμφανιστεί στο προσκήνιο πολύ πριν από την ίδρυση του σύγχρονου κράτους, ενώ το δικαιικό σύστημα χτίστηκε και απέκτησε ισχύ προτού πάρει όλες τις εξουσίες στα χέρια του το σύγχρονο κράτος.
Φυσικά οι κοινωνίες δεν είναι παιχνίδι στα χέρια του παρελθόντος, δανείζονται ιδέες και θεσμούς μεταξύ τους, αλλά αυτό που είναι σήμερα η κάθε κοινωνία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το παρελθόν της.
Από την Κίνα έως την Ανατολία, αυτή η γεωγραφία έχει φιλοξενήσει κράτη όπου όλα τα θεσμικά όργανα –συμπεριλαμβανομένης της θρησκείας– βρίσκονται υπό τον απόλυτο έλεγχο του κράτους, εκεί όπου η έννοια του κράτους δικαίου δεν έχει αναπτυχθεί και όπου η εξουσία είναι συνώνυμη της αυθαιρεσίας. Το όνομα των κρατών έχει αλλάξει, αλλά η βασική αρχή παρέμενε πάντα η ίδια.
Ο στόχος των μεταρρυθμίσεων που ξεκίνησαν με τον Σελίμ τον Γ’ στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και συνεχίστηκαν με τον Μουσταφά Κεμάλ κατά την περίοδο της Τουρκικής Δημοκρατίας ήταν μόνο η ενίσχυση του κράτους, και περιορίστηκε στο στόχο της εκπαίδευσης δυτικού τύπου και στην ένδυση του στρατού.
Σε αυτόν τον τόπο, όπου η ιδιωτική ιδιοκτησία και η ασφάλεια ζωής δεν ήταν ποτέ εγγυημένη, η ιδέα του εκδυτικισμού εγκαταλείφθηκε εξ αρχής, και ακόμα από την περίοδο του Σελίμ επιλέχθηκε ο επαρχιακού τύπου φορμαλιστικός ισλαμισμός.
Ο νεωτεριστικός εκσυγχρονισμός αυτόν τον πλουραλισμό και αυτό το Δίκαιο μπόρεσε να φέρει σ’ αυτήν τη χώρα. Ήταν ένα απλό μακιγιάζ μιας παλιάς πόρνης, που δεν ήταν αρκετό για να καλύψει την αλήθεια.
* Βλ. Fukuyama, F. (2011). The Origins of Political Order: From Prehuman Times to the French Revolution. New York: Farrar, Straus and Giroux.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου