"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΕΘΝΙΚΑ ΣΟΥΡΓΕΛΑ - ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΣΟΥΡΓΕΛΟΨΩΝΑΡΟΠΛΗΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Η θεια μ’ η Αμερσούδα (ως μεταμοντερνισμός)


Της ΡΕΑΣ ΒΙΤΑΛΗ

– Καλέ είδες τη Γιάννα; 

— Ποιος και δεν την είδε; Για τη Γιάννα γράφτηκε το λαϊκόν άσμα «Απόψε κάνεις μπαμ!». Μπαμ έκανε η γυναίκα. Περίμενε πώς και πώς τις γιορτές της επετείου, αλλά ήρθε ο κορoνοϊός. Τέτοια χαλάστρα! Τόσο χαμήλωμα πτήσης, δεν το άντεξε. Είπε, λοιπόν, «θα κάνω μια εμφάνιση που θα μείνει στην Ιστορία, πάνω και πέρα από την Ιστορία». Τι δεν καταλαβαίνεις; Παρ’ όλα αυτά, εγώ θα σου πω τα παρασκήνια, αλλά πρόσεξε, κακομοίρη μου, μη σου ξεφύγει λέξη. 

— Τάφος. 

Ακου λοιπόν. Η Γιάννα, με το που προβάρισε την ενδυμασία της, επικοινώνησε με τον Κυριάκο. «Ανθρωπος του κόσμου είσαι», του τόνισε, «Αντιλαμβάνεσαι ότι πρέπει να έχουμε συγγενείς ενδυμασίες στους εορτασμούς». 

«Δεν σε καταλαβαίνω, αγαπητή» είπε εκείνος, ενώ τον έλουσε κρύος ιδρώτας.

 «Πώς να σ’ το περιγράψω, Κυριάκο; Οπως π.χ. ο Σειληνός με την Ιωαννίδου στις ταινίες». 

«Και τι σκέφτεσαι, αγαπητή;», 

«Να ντυθείς τσολιαδάκι, σε μεταμοντέρνα, βέβαια, version. Οχι όπως οι βλάχοι κάποτε. Εχουμε γιορτή, θα υποδεχτούμε ξένους». 

— Κι εκείνος;

 — Εκείνος, Λεωνίδα μου, πρώτον γιατί προσπαθεί πάντα να κρατάει ισορροπίες και δεύτερον γιατί φοβήθηκε κανένα ξέσπασμα της Γιάννας στην τούρλα του Σαββάτου, την απέφυγε, με τη δικαιολογία ότι έχει τραυματισμό στη γάμπα από το ποδήλατο και δεν του επιτρέπει ο γιατρός την καλτσοδέτα. Γάτα η Γιάννα, αντιλήφθηκε το ψέμα, εκσφενδόνισε το τηλέφωνο και ξέσπασε σε κραυγές εμπνευσμένες από την Επανάσταση καθώς είχε αρχίσει ήδη και «το ζούσε». «Γκιαούρηδες!» ούρλιαζε. Ξεσήκωσε το Ψυχικό στις φωνές. 

— Μετά; 

— Αχ! Μετά πήγε στον Θόδωρο. «Πώς σου φαίνομαι;» τον ρώτησε φουρκισμένη, ενδεδυμένη μεταμοντέρνα Αμερσούδα. 

Εκείνος ψέλλισε «Interesting», όπως οι Αγγλοι όταν δεν ξέρουν τι να πουν.  

«Μόνο «Interesting» έχεις να πεις; Λοιπόν τέρμα η πλάκα. Σήκω! Φέρτε του τα ρούχα» διέταξε το προσωπικό που έσπευδαν αλλόφρονες. «Απλώστε τα!» συνέχισε. Τι ήταν αυτά, Λεωνίδα μου; Τι φισεκλίκια, τι κουμπούρια, τι μουστάκι τεράστιο από πλούσια τρίχα σπάνιας ράτσας αλόγου, τι καλτσοδέτα με χρυσή όμως φούντα, τι μια βράκα Κρητικιά, τι και τι!.. «Αυτά θα φορέσεις για να με συνοδέψεις. Και κοίτα να μάθεις να καβαλάς και άλογο όπως ο Κολοκοτρώνης, για να κάνουμε εμφάνιση έφιπποι. Να σκάσουν οι οχτροί μας». 

— Και ο Θόδωρος; 

— Ο Θόδωρος, Λεωνίδα μου, έκανε πως λιποθύμησε. Ξερός, κατάχαμα στη σπάνια μπουχάρα. Εκείνη ξανάρχισε να φωνάζει «Γκιαούρη! Γκιαούρη!» και τον κοπάναγε με το τσαντάκι «μεταμοντέρνο ανάποδο φέσι» που η φούντα κοιτάει ‘σακάτ. «Θα πάω μόνη μου! Δεν μοιράζομαι με κανέναν τέτοια δόξα» τον σκότωσε. 

Ο Θόδωρος ανασηκώθηκε τόσο δα. Κοιτάζοντας στα μάτια την πιστή του υπηρέτρια, ψέλλισε «Πιστή μας Μαριαλέν, αν αυτά τα φορέσει στην έναρξη, τι μας περιμένει στο φινάλε; Τι θα ντυθεί;», 

 «Κύρη μου κι αφέντη μου, η κυρά μας στη λήξη των εορτών έχει προγραμματίσει να ντυθεί φρεγάτα με κανόνια». Ξανά λιπόθυμος ο Θόδωρος. 

Κι έτσι, Λεωνίδα μου...

 

 στάθηκε μόνη, στητή κι αγέρωχη η Γιάννα. Και έπεσε όλο το βάρος στον έρμο Θεοδωρικάκο, που έπρεπε να βγάλει πέρα την εκδήλωση, σοβαρός και αγέλαστος.  

Αχ! Δεν καταλαβαίνει ο κόσμος από στιλ… Λατρεύω Γιάννα! Γιατί στον Σον Κόνερι με το κιλτ βγάλατε τον σκασμό;

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: