Toυ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΚΑΣΙΜΑΤΗ
Οταν ο Κουφοντίνας και οι φίλοι του δολοφονούσαν και απειλούσαν, δεν θυμάμαι ποτέ την πολιτεία να υποχώρησε στις απαιτήσεις που έθεταν.
Δεν θυμάμαι, λ.χ., τη Βουλή να συγκαλείται με θέμα «μήπως πρέπει να γίνουμε λαϊκή δημοκρατία;», προκειμένου να κατευνάσει τους τρομοκράτες. Ούτε θυμάμαι και τον κόσμο, τις λεγόμενες μάζες, να συγκινείται από το κάλεσμα της «17Ν» να ακολουθήσει τον επαναστατικό δρόμο, που υποτίθεται ότι άνοιγε με τις δολοφονίες της – εν πολλοίς, επειδή οι περίφημες προκηρύξεις της τρομοκρατικής οργάνωσης ήσαν ακατάληπτες για τους περισσότερους.
Αν, λοιπόν, τότε η πολιτεία και οι δημοκρατικοί θεσμοί της δεν υποχώρησαν, γιατί θα πρέπει να υποχωρήσει τώρα που ο δολοφόνος απειλεί με τη δική του ζωή;
Δεν διαφέρει το τότε από το τώρα.
Μία μορφή τρομοκρατίας είναι η απειλή που απευθύνει στην πολιτεία ο Κουφοντίνας, μέσω της αυτοκτονίας του. Είναι μία διαφορετική μορφή πάλης, για να το πω στην αρμόζουσα ορολογία. Πιο έξυπνη μάλιστα, διότι προβάλλει το πρόσχημα της υπεράσπισης της ανθρώπινης ζωής, του ύψιστου αγαθού.
Δεν πρόκειται όμως για δίλημμα ανάμεσα στη ζωή (του Κουφοντίνα) και την εκδίκηση του κράτους, όπως το παρουσιάζουν οι πολιτικοί του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι δίλημμα ανάμεσα στον τσαμπουκά του Κουφοντίνα και την υπεράσπιση της Δημοκρατίας.
Είναι δε σαφές ότι ο εκβιασμός ασκείται και από μία οργανωμένη βάση που συνδράμει τον Κουφοντίνα, όταν λ.χ. ο λογαριασμός της Προέδρου της Δημοκρατίας στο Facebook κατακλύζεται από εκατοντάδες μηνύματα υπέρ του. Υπάρχει οργάνωση και σχέδιο πίσω από το εγχείρημα του Κουφοντίνα.
Η σύγκριση του Κουφοντίνα με τον Μπόμπι Σαντς είναι τελείως επιπόλαια και ρηχή. Ο Σαντς, καλώς ή κακώς, εκπροσωπούσε ένα πραγματικό εθνικιστικό κίνημα, σε ένα πρόβλημα με χαρακτήρα εθνικό, πολιτικό, θρησκευτικό και βάθος αιώνων. Ο Κουφοντίνας ποιον εκπροσωπεί;
Εκτός από τους φίλους του και μερικές εκατοντάδες σαλεμένους.
Και τον Αρη Σπηλιωτόπουλο – συγγνώμη, θα τον ξεχνούσα τελείως – ο οποίος ξετρύπωσε από κάποιο μπαρ για να μας πει ότι «η σιωπή είναι ανοχή και συνέργεια σε θάνατο Κουφοντίνα», κατά τη διατύπωσή του.
Περισσότερα κοινά χαρακτηριστικά έχει ο Κουφοντίνας με έναν άλλο απεργό πείνας, ο οποίος κατέληξε σχεδόν είκοσι ημέρες πριν από τον θάνατο του Σαντς, αλλά δεν έγινε ποτέ σύμβολο με παγκόσμια εμβέλεια. Ηταν ο Γερμανός Ζίγκουρτ Ντέμπους, αριστεριστής τρομοκράτης, καταδικασμένος σε ποινή 12 ετών για ληστεία και βομβιστική απόπειρα, ο οποίος πέθανε μετά από δέκα εβδομάδες απεργίας πείνας στις φυλακές του Αμβούργου στις 17 Απρίλιου 1981.
Η τρομοκρατία της αυτοκτονίας είναι πιο επεξεργασμένη και λιγότερο βάναυση από την παραδοσιακή τρομοκρατία της κουμπούρας και, γι’ αυτό, είναι περισσότερο αποτελεσματική.
Το διαπιστώνουμε, λ.χ., στην περίπτωση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, που πέταξε από το παράθυρο το κύρος της, προκειμένου να συμπλεύσει με το ρεύμα της πολιτικής ορθότητας.
Το βλέπουμε και στην κωμικοτραγική περίπτωση του συνδικαλιστή αστυνομικού, ο οποίος δέχεται να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του Κουφοντίνα, αν είναι έτσι να σταματήσει ο αναβρασμός στον κόσμο των αναρχικών. «Εγώ συνδικαλιστής είμαι, δεν είμαι πολιτικός. Αυτά είναι για τους πολιτικούς», είπε δικαιολογούμενος ο άνθρωπος, χωρίς ίσως να καταλαβαίνει ότι μέσα στην ασύλληπτη αθωότητά του συναινούσε με την αναίρεση του ρόλου του ως αστυνομικού.
Η στάση του συνδικαλιστή έχει τουλάχιστον μια αθωότητα, με την οποία διασκεδάζεις.
Του ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ, όμως, είναι...
εξοργιστική στην κουτοπονηριά της.
Από τη μια, μέμφεται την κυβέρνηση ότι αυτοπαγιδεύτηκε, υπονοώντας ότι εκείνο στη θέση της θα τα κατάφερνε καλύτερα, ενώ, από την άλλη, παίρνει θέση υπέρ των απαιτήσεων του Κουφοντίνα. Αφήνει κάθε αξίωση εκπροσώπησης του Κέντρου και κρύβεται κομψά πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ. Οπως ο ελέφαντας με τα ροζ νυχάκια πίσω από την τριανταφυλλιά…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου