Ο Μπαμπινιώτης ορίζει: «Λειτουργικός αναλφαβητισμός είναι η ελλιπής γνώση της μητρικής γλώσσας (λεξιλογίου, γραμματικής κ.λπ.) που μειώνει την ικανότητα και αποτελεσματικότητα της επικοινωνίας. Γενικότερα, είναι η άγνοια στοιχείων που επιτρέπουν σε κάποιον να προσανατολίζεται σωστά στην κοινωνία, να κατανοεί τον κόσμο και την εποχή του επαρκώς».
Το αντίστοιχο λήμμα στο Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας, της Ακαδημίας Αθηνών, λέει για τον λειτουργικό αναλφαβητισμό: «Είναι η έλλειψη βασικών δεξιοτήτων που σχετίζονται με το διάβασμα, το γράψιμο και την αρίθμηση, προκειμένου να αντιμετωπίσει κάποιος τα προβλήματα της καθημερινής ζωής».
Και οι δυο αυτοί λεξικολογικοί ορισμοί παραπέμπουν σε ένα κρίσιμο κοινωνικό σύμπτωμα: Στην περίπτωση ατόμων ή περιθωριακών μειονοτικών ομάδων, που αδυνατούν να κατανοήσουν τις λέξεις της καθημερινής γλώσσας με το νόημα που τους αποδίδει η ετυμολογική τους σύσταση, η ιστορική τους χρήση και η κοινωνική πρακτική. Καταλαβαίνουμε όλοι ότι η ζωή δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς κώδικα κοινής συνεννόησης, είναι αδύνατο να κοινωνηθούν οι ανάγκες, να υπάρξει συλλογικός βίος, αδύνατο να συνεννοηθούμε για τα κοινά μας προβλήματα, χωρίς επαρκή γλωσσική κατάρτιση.
Ομως η διδασκαλία των λεγόμενων «γλωσσικών μαθημάτων» στο σχολείο υποβαθμίζεται θελημένα, προγραμματικά και ακατάσχετα τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ωσάν να μην έχει αντιληφθεί η ελλαδική κοινωνία ότι άνθρωπος χωρίς γλώσσα είναι άνθρωπος χωρίς σκέψη, άβουλος και αστόχαστος, έρμαιο των ενστίκτων του και της κάθε προπαγάνδας. Για να είναι αρεστή μόνο και όχι οικοδομητική και καρποφόρα η εκπαιδευτική πολιτική κάθε κυβέρνησης, ευτελίζονται τα γλωσσικά μαθήματα – τα παιδιά ασκούνται σε παιγνιώδεις εκφραστικές επιλογές, δεν μαθαίνουν πουθενά πώς χτίζεται μια αποδεικτική σύνθεση, πώς συγκροτείται ένα επιχείρημα, πώς κρίνεται η γνωστική βεβαιότητα και διαφέρει από την απατηλή εντύπωση.
Τα κόμματα και η αγορά θέλουν άσκεφτους καταναλωτές εντυπώσεων, με καταργημένη τη σκέψη, την κρίση, τη θέληση.
Η εξηλιθίωση των «μαζών» ποιον συμφέρει;
Τι σημαίνει η λέξη «δικαίωμα», με ποιο νόημα την προίκισε η ετυμολογική της σύσταση, η ιστορική της χρήση, η κοινωνική πρακτική;
Μεταφερθείτε τώρα στην τρέχουσα νεοελληνική καρικατούρα: Ο εντεταλμένος θεσμός εφαρμογής του κοινωνικού Δικαίου (η αστυνομία) εντοπίζει μέσα σε χώρους ιδρύματος κοινωνικού (σε πανεπιστήμιο) συγκεντρωμένο υλικό, προορισμένο για την τέλεση κακουργημάτων (τραυματισμό ή και θανάτωση συνανθρώπων). Η στοιχειώδης λογική απαιτεί ανίχνευση - έρευνα, αστυνομική και διοικητική, η πρυτανεία κρίνει ότι απαιτείται διακοπή της λειτουργίας του πανεπιστημίου για μια εβδομάδα.
Κάποια ομάδα φοιτητών διαφωνεί με την απόφαση της πρυτανείας.
Ποιος θα τους διδάξει, τώρα πια, τη στοιχειώδη λογική των ορισμών;
Ανεξάληπτη ντροπή και απύθμενη αχρειότητα ο βανδαλισμός της λέξης άσυλο, ακαδημαϊκό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου