Η εκτόξευση της χρηματιστηριακής αξίας της Apple πάνω από το 1 τρις δολάρια τον περασμένο χρόνο μονοπώλησε τα ΜΜΕ, διότι είναι η πρώτη εταιρεία που υπερέβη παγκoσμίως αυτό το όριο. Πώς όμως μια εταιρεία που το 1996, όταν ανέλαβε τα ηνία της ο Στηβ Τζόμπς, άξιζε 3 δις δολάρια, εκτινάχθηκε πάνω από το 1 τρις δολάρια;
Πριν χρόνια σε συνέντευξή του ο Στηβ Τζόμπς είχε πει: «Πολλές φορές οι άνθρωποι δεν ξέρουν τι θέλουν μέχρι να τους το δείξεις». Όταν μάλιστα ρωτήθηκε σε ποιο βαθμό η Apple ερευνά τι θέλουν οι πελάτες της, απάντησε: «Καθόλου. Δεν είναι δουλειά των πελατών να ξέρουν τι θέλουν… Εμείς βρίσκουμε τι θέλουμε»! (1).
«Η κοινωνία μας, λέει ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ, υποχρεώθηκε να κάνει μια υπαρξιακή επιλογή. Είτε θα έπρεπε να χαλιναγωγηθεί η οικονομική λογική της συσσώρευσης κεφαλαίου, για να είναι εφικτή η ελεύθερη ανάπτυξη των ανθρωπίνων ικανοτήτων και δυνάμεων έξω από την τυραννία της αγοράς και της εργασίας, είτε η οικονομική λογική θα έπρεπε να αυξάνει τις ανάγκες των καταναλωτών τουλάχιστον εξίσου γρήγορα με την παραγωγή εμπορευμάτων και εμπορευματοποιημένων υπηρεσιών». Έτσι, σύμφωνα με το δρόμο που επιλέχθηκε, «η παραγωγή δεν έχει πια στόχο να ικανοποιεί με τον πιο αποδοτικό τρόπο τις υπάρχουσες ανάγκες, λέει ο Andre Gorz. Αντιθέτως οι ανάγκες θα πρέπει να έχουν όλο και περισσότερο στόχο να επιτρέπουν στην παραγωγή να αναπτύσσεται».
Το ιδεολογικό πλαίσιο που θεμελίωσε όλα αυτά έχει βαθιές ρίζες. Όπως γράφει ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν, ο καπιταλισμός επικράτησε όταν στη φάση της μετανεωτερικότητας – μετά τον Β’ Παγκόσμιο πάνω κάτω – εγκατέλειψε τον ανταγωνισμό του με τον κομμουνισμό πάνω στην ικανοποίηση του συνόλου των ανθρώπινων αναγκών οι οποίες θεωρούνταν πεπερασμένες, σταθερές και υπολογίσιμες και οι προσπάθειές του επικεντρώθηκαν έκτοτε στη φροντίδα για την απεριόριστη ανάπτυξή των επιθυμιών: «Σε επιθυμίες που επιθυμούν περισσότερη επιθυμία, όπως γράφει, και όχι την ικανοποίησή τους, στον πολλαπλασιασμό τους αντί στη βελτίωση των ευκαιριών και επιλογών» (3).
Διότι...
«στην ανιαρότητα και τη γκριζάδα της ζωής, υπό ένα καθεστώς που σφετεριζόταν το δικαίωμα και διεκδικούσε την ικανότητα να θεσπίζει το μέγεθος και το περιεχόμενο των ανθρώπινων αναγκών», όπως συνεχίζει ο Μπάουμαν, «στη δικτατορία στις ανάγκες» όπως χαρακτηρίστηκε ο κομμουνισμός από την Άγκνες Χέλερ, αντιπαρέθεσε ο καπιταλισμός «το διαγωνισμό ομορφιάς στο ολοένα και περισσότερο πολύχρωμο και σαγηνευτικό καπιταλιστικό παζάρι» των επιθυμιών.
Σλαβόι Ζίζεκ: “Προβλήματα στον Παράδεισο”, σελ. 322. Εκδ. Μεταίχμιο
Ντέιβιντ Χάρβει: “Δεκαεπτά αντιφάσεις και το τέλος του καπιταλισμού”. Σελ. 440 – 443, Εκδ. Μεταίχμιο
Ζίγκμουντ Μπάουμαν: “Παράπλευρες απώλειες”, σελ. 61 – 62, Εκδ. του Εικοστού Πρώτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου