ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ και ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΥΡΙΖΟΠΛΗΚΤΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Το βάρος του χρέους και ο «πιο έξυπνος λαός στον κόσμο»
Γράφει ο Α. Παπανδρόπουλος.
Από τους νομπελίστες Αμερικανούς οικονομολόγους
Πολ Κρούγκμαν και Τζ. Στίγκλιτς, έως τον Γάλλο Τομάς Πικετί, συγγραφέα
του βιβλίου «Το Κεφάλαιο στον 21ο Αιώνα», όλοι οι κεϋνσιανοί
οικονομολόγοι, με μία φωνή, μαίνονται κυριολεκτικά για την ελάφρυνση του ελληνικού δημοσίου χρέους και, εμμέσως πλην σαφώς, στηρίζουν την κυβερνητική ρητορική.
Μοναδική
εξαίρεση τον τελευταίο καιρό σε αυτή την προσέγγιση υπήρξε μία ομιλία
στην Αθήνα ενός επίσης κεϋνσιανού Αμερικανού οικονομολόγου, του Ντάνι
Ρόντρικ, καθηγητή Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στη Σχολή Τζων Κέννεντυ
του πανεπιστημίου Χάρβαρντ, ο οποίος τόνισε ξεκάθαρα αυτό που μας
δείχνει η πραγματικότητα: ότι χωρίς σοβαρές και σε βάθος μεταρρυθμίσεις,
η Ελλάδα δεν θα γνωρίσει ανάπτυξη, όσο χρέος και αν της χαρίσουν οι δανειστές της.
«Το ελληνικό πρόβλημα είναι διαρθρωτικό και όχι δανειακό.
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, η Ελλάδα, αντί να ρίξει το βάρος στην
αναδιάρθρωση και την προσαρμογή της οικονομίας της στις νέες συνθήκες,
επωφελήθηκε από την ταχεία και ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων, υπερδανείστηκε
και σήμερα δεν διαθέτει τα απαραίτητα παραγωγικά και θεσμικά εργαλεία
για να μπορέσει να ξεπληρώσει τα χρέη της. Ο δρόμος της ανάπτυξης, που
είναι και ο μόνος που οδηγεί σε έξοδο από τα χρέη, είναι η καλή
διακυβέρνηση, η ποιοτική εκπαίδευση, η λιγότερη διαφθορά και η έξυπνη
λειτουργία των αγορών εργασίας και κεφαλαίων. Όλα τα άλλα έπονται», είπε
ο Αμερικανός καθηγητής.
Αυτές οι θέσεις και απόψεις του καθηγητή
Ντάνι Ρόντρικ μικρή απήχηση γνώρισαν στη χώρα μας, για τον απλό λόγο ότι
έννοιες όπως η ανάπτυξη, οι επενδύσεις, η καταπολέμηση της
γραφειοκρατίας και της διαφθοράς είναι πολύ «κακές» και ενοχλητικές
και, βεβαίως, αντίθετες με τις «σωτηριολογικές» ρητορικές σύγχρονων
επιστημόνων της δημαγωγίας και του λαϊκισμού. Έτσι, σφυρίζοντας
αδιάφορα, η χώρα οδεύει προς την πλήρη διαρθρωτική κατάρρευση -αλλά το
πρόβλημά της είναι τα δανεικά!
Το πρόβλημα όμως είναι πολύ σοβαρό,
αλλά κανείς δεν θέλει να το δει κατάματα. Με το Χρηματιστήριο υπό
διάλυση και τις τράπεζες βαρύτατα πληγωμένες, η ελληνική οικονομία
κινδυνεύει άμεσα από μία οδυνηρή διαρθρωτική κατάρρευση.
Παράλληλα, τους τελευταίους δέκα μήνες υπέστη σοβαρή ζημία, της τάξεως των 100 δισ. ευρώ,
η οποία μεταφράζεται σε ταχεία αποεπένδυση και άρα σε απαξίωση του
παραγωγικού ιστού. Έτσι, σε μία δύσκολη περίοδο όπου η χώρα έχει ανάγκη
από 30 δισ. ευρώ επενδύσεις ετησίως για να διατηρείται ο παραγωγικός
ιστός της, είναι ζήτημα αν γίνονται επενδύσεις 12-15 δισ. ευρώ.
Υπό
τις σημερινές χρηματιστηριακές συνθήκες, έτσι, οι διάφοροι κήρυκες της
«εθνικής αξιοπρέπειας» και οι πριμαντόνες των «επονείδιστων χρεών» θα
πρέπει να πληροφορηθούν ότι, αν κάποιοι επενδυτές αποφάσιζαν να ρίξουν
περί τα 25-30 δισ. ευρώ στη χρηματιστηριακή αγορά, θα αγόραζαν όλες τις εισηγμένες στο ΧΑΑ επιχειρήσεις και τράπεζες.
Αυτή
είναι η δραματική πραγματικότητα και δεν αποδίδει τίποτα ούτε ο
συσκοτισμός της, ούτε η λαϊκιστική αντιμετώπισή της. Και, όπως
επισημαίνει ο έγκριτος οικονομολόγος κ. Δημήτρης Ιωάννου, δεν αντιμετωπίζεται με παραδοσιακές οικονομικές συνταγές.
Εξάλλου,
ο κύριος λόγος αποτυχίας των από πενταετίας εφαρμοζόμενων μνημονιακών
πολιτικών οφείλεται στο γεγονός ότι αντιμετωπίζουν ένα πολύ σοβαρό
πρόβλημα διαρθρωτικής καταρρεύσεως, με εργαλεία που δεν ανταποκρίνονται
πλήρως στην ελληνική πραγματικότητα. Ακόμα χειρότερα, η τελευταία, με τη
διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ έφθασε στο χείλος του γκρεμού, με τους
αριθμούς να κάνουν το μέλλον ζοφερό.
Η Ελλάδα έτσι του 2015 δεν έχει τόσο πρόβλημα χρέους, όσο παραγωγικών μηχανισμών
που θα μπορούσαν να καταστήσουν βιώσιμο το σημερινό χρέος της. Με άλλα
λόγια, ακόμα και μία πλήρης διαγραφή του χρέους, έστω και με παράλληλη
επιστροφή στη δραχμή, δεν θα έλυνε κανένα απολύτως από τα πραγματικά
προβλήματα της οικονομίας.
Όπως ήδη τονίσαμε, η ελληνική οικονομία
υφίσταται μία συνολική διαρθρωτική κατάρρευση -η οποία, βεβαίως, δεν
άρχισε επί κυβερνήσεως ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αλλά πολύ πιο πριν. Πλην όμως, ο κ. Αλ.
Τσίπρας και οι περί αυτόν άσχετοι μαρξιστές(;) υπουργοί του κατάφεραν
τη χαριστική βολή, διαλύοντας κυριολεκτικά και τις εναπομείνασες υγιείς
αρθρώσεις της μικροοικονομίας. Αυτές δηλαδή που θα μπορούσαν να βγάλουν
τη χώρα από την κρίση, αν αφήνονταν να δραστηριοποιηθούν υπό συνθήκες
ευνοϊκές στην εξωστρέφεια και την παραγωγική αναδιάρθρωση.
Διότι σε αυτό το επίπεδο εντοπίζεται και η πραγματική ανεπάρκεια των οικονομικών μηχανισμών της χώρας.
Η Ελλάδα της μεταπολιτεύσεως, χάρη στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, κατάφερε για πολιτικούς λόγους να γίνει μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, το 1981.
Όμως, την κρίσιμη περίοδο των πρώτων βημάτων της μέσα στη μεγάλη αυτή οικογένεια, ο λαός της έφερε στην εξουσία το τότε τριτοκοσμικό ΠΑΣΟΚ,
το οποίο ήταν και ο κύριος εγχώριος πολιτικός φορέας του
αντιευρωπαϊσμού και της αντιδυτικής ρητορικής. Έτσι, σε μία εποχή που η
χώρα θα έπρεπε να προχωρήσει σε ριζική και βαθιά αναδιάρθρωση του
παραγωγικού της ιστού, οι κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου έκαναν
ακριβώς το αντίθετο. Έπληξαν τον τότε παραγωγικό ιστό της χώρας, αλλά
στήριξαν την κατανάλωση με υπέρμετρο δανεισμό -με αποτέλεσμα, η
ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζητήσεως να ευνοεί τις εισαγωγές.
Σταδιακά,
λοιπόν, σε μία χώρα όπου ο υπερεμπορισμός ήταν κύριο οικονομικό
χαρακτηριστικό της, το μεταπρατικό κεφάλαιο άρχισε να διογκώνεται με
τεχνητό τρόπο εις βάρος του παραγωγικού. Παράλληλα, όμως, εντυπωσιακή
διόγκωση γνώριζε και ο δημόσιος τομέας της οικονομίας, που με τη σειρά
του τροφοδοτούσε μία καταναλωτική φούσκα και εικονικές υπεραξίες στη
στρεβλή κτηματαγορά. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, η Ελλάδα είχε έτσι
ένα από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν εξωτερικά χρέη στον κόσμο, εμφάνιζε αρνητική βιομηχανική παραγωγή, με το εξωτερικό της έλλειμμα να καλπάζει προς τα πάνω.
Για να μπορέσει να βγάλει τη χώρα από την παραγωγική της ανεπάρκεια, ο διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου στην πρωθυπουργία, ο Κώστας Σημίτης,
θεώρησε σκόπιμη την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ -πλην όμως, πέρα από
κάποια εξυγιαντικά δημοσιονομικά μέτρα, δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει
τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούσε το εγχείρημα. Αυτές τις τελευταίες ούτε
η κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή θέλησε να κάνει.
Κατά συνέπεια...
σήμερα, η διαρθρωτική αδυναμία της χώρας κορυφώνεται και από μόνη της η
Ελλάδα περιθωριοποιείται εντός της ευρωζώνης. Αυτά δε που ακούστηκαν τις
τελευταίες ημέρες στη Βουλή, πολύ λυπούμεθα αλλά κάνουν το μέλλον άδηλον,
λίαν επιεικώς. Η ύφεση, όπως εγράφη στις στήλες αυτές, είναι πλέον
παρούσα και πολύ φοβούμεθα ότι βαίνει προς μονιμοποίηση -με ό,τι αυτό
συνεπάγεται για τον «πιο έξυπνο λαό του κόσμου».
Ετικέτες
ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ,
ΕΛΛΑΔΑ,
ΚΟΙΝΩΝΙΑ,
ΞΕΦΤΙΛΙΚΙΑ,
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ,
ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ,
ΠΟΛΙΤΙΚΗ,
ΣΥΡΙΖΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου