"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Η λεξούλα που νίκησε τον πόλεμο!

Του ΡΟΥΣΣΟΥ ΒΡΑΝΑ

Γκαρσόν...Φτάνει μία μόνο λέξη, αυτή η λέξη, για να σταματήσει έναν πόλεμο;  
Στα χαρακώματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, τα Χριστούγεννα του 1914, έτσι σίγησαν τα όπλα. Αντί να σκοτώνουν ο ένας τον άλλο, οι Γερμανοί και οι Βρετανοί στρατιώτες σκότωναν τον χρόνο τους κλωτσώντας μια μπάλα στην ουδέτερη ζώνη. Όχι πως την είχαν πάντα αυτή την μπάλα. Μα και όταν δεν την είχαν αυτοσχεδίαζαν, πότε με μια αχυρόμπαλα και πότε με ένα αδειανό κουτί κονσέρβας. Παλουκώνοντας τα κράνη τους πάνω σε ένα κομμάτι ξύλο, έφτιαχναν γκολπόστ. Όλα αυτά συνέβαιναν στο δυτικό μέτωπο, όπου εξαπλώθηκε μια αυθόρμητη χριστουγεννιάτικη ανακωχή, όταν οι στρατιώτες και από τις δύο πλευρές του μετώπου αψήφησαν τις διαταγές των ανωτέρων τους.


Ένα ημερολόγιο από το μέτωπο βρέθηκε πριν από τέσσερα χρόνια σε μια σοφίτα στη Λειψία. Το κρατούσε ο Κουρτ Ζέμις, ένας Γερμανός ανθυπολοχαγός. Έγραφε πώς εκείνη την παραμονή των Χριστουγέννων σίγησαν τα όπλα, όταν ένας από το σύνταγμά του έβαλε ξαφνικά δυο δάχτυλα στο στόμα και σφύριξε στους Εγγλέζους, στο αντικρινό χαράκωμα. Οι Εγγλέζοι απάντησαν αμέσως στο σφύριγμά του. «Ύστερα ανάψαμε κεράκια σε όλο το μάκρος του χαρακώματος και βάλαμε και χριστουγεννιάτικα δέντρα. Με σφυρίγματα και χειροκροτήματα, οι Εγγλέζοι δεν έκρυβαν τη χαρά τους. Όπως όλοι, έμεινα ξάγρυπνος όλη τη νύχτα». Στο βιβλίο του «H μικρή ειρήνη σε έναν μεγάλο πόλεμο», ο Μίκαελ Γιουργκς εξηγεί αυτή τη συμφιλίωση και λέει πως έγινε δυνατή, επειδή πολλοί από τους Γερμανούς είχαν δουλέψει στην Αγγλία και μιλούσαν καλά αγγλικά. Aλλοι είχαν κάνει τους ταξιτζήδες και άλλοι τους μπαρμπέρηδες στο Μπράιτον, το Μπλάκπουλ και το Λονδίνο. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, τον Αύγουστο του 1914, υποχρεώθηκαν να φύγουν, αφήνοντας πίσω τις οικογένειές τους.


Ένας Γερμανός στρατιώτης είχε δουλέψει στο «Σαβόι». Από το χαράκωμά τους, οι Βρετανοί στρατιώτες τού φώναζαν κάθε τόσο: «Γκαρσόν!». Οι στρατιώτες και από τις δυο πλευρές σκαρφάλωναν στο συρματόπλεγμα των χαρακωμάτων και αντάλλασσαν κουβέντες. Ένα στρατιωτάκι από την Αγγλία είχε στήσει όπως όπως ένα πρόχειρο κουρείο στην ουδέτερη ζώνη. Δεν διάλεγε πελάτες. Τους δεχόταν όλους, Aγγλους, Γερμανούς, δυο τσιγάρα το κούρεμα.

H ανεπίσημη εκεχειρία απλωνόταν σε όλο το μάκρος του δυτικού μετώπου, 800 χιλιόμετρα, όπου περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι βρίσκονταν καθηλωμένοι σε χαρακώματα δύο τρία μέτρα βάθος. H συμφιλίωση ήταν ιδιαίτερα θερμή στο μέτωπο γύρω από τη βελγική πόλη Υπρ. Μα η μυρωδιά των πτωμάτων σαν να στεκόταν ακίνητη στον αέρα και τα ποντίκια ήταν μια διαρκής ενόχληση. 

Ένας Αυστριακός δεκανέας, εκεί κοντά στην Υπρ, παραπονιόταν γι' αυτή τη συμφιλίωση. «Είναι ανεπίτρεπτη σε καιρό πολέμου». Το όνομά του ήταν Αδόλφος Χίτλερ...

Δεν υπάρχουν σχόλια: