Όταν η Covid-19 βύθισε για πρώτη φορά την Ευρώπη στα lockdown την περασμένη άνοιξη, υπήρχαν εύλογες προβλέψεις για ένα παλιρροϊκό κύμα εταιρικών χρεοκοπιών.
Κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί, τουλάχιστον μέχρι στιγμής.
Ο αριθμός των εταιρειών οι οποίες κήρυξαν πτώχευση μειώθηκε κατά περίπου 20% στη ζώνη του ευρώ πέρυσι σε σχέση με το 2019, παρά το γεγονός ότι η οικονομική παραγωγή συρρικνώθηκε κατά περισσότερο από 6%. Οι εταιρείες σώθηκαν από την γενναία κρατική στήριξη, συμπεριλαμβανομένων εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ σε κρατικές εγγυήσεις για δάνεια, επιδοτήσεις μισθών και αναστολές πληρωμής δανείων από τις τράπεζες. Οι κανόνες υπήρξαν χαλαροί όσον αφορά το πότε επιχειρήσεις είναι υποχρεωμένες να υποβάλλουν αίτηση αφερεγγυότητας.
Το μεγάλο ερώτημα είναι εάν η Ευρώπη απλώς καθυστέρησε το αναπόφευκτο με τη στήριξη οικονομικά προβληματικών επιχειρήσεων (αποκαλούμενων και "ζόμπι" από τους οικονομολόγους) ή εάν η ανακάμπτουσα ζήτηση και η επιτάχυνση του εμβολιασμού μπορούν να συγκρατήσουν το κύμα πτωχεύσεων.
Υπάρχει περισσότερο έδαφος για αισιοδοξία το τελευταίο διάστημα, ωστόσο πολλές εταιρικές χρεοκοπίες εξακολουθούν να φαντάζουν αναπόφευκτες, αργά ή γρήγορα.
Αφήνοντας κατά μέρος υψηλού προφίλ εταιρικές "ανατινάξεις", όπως εκείνες της αεροπορικής εταιρείας χαμηλού κόστους Norwegian Air Shuttle, της ιδιοκτήτριας της Topshop, Arcadia Group και της εμπλεκόμενης σε απάτες εταιρείας του κλάδου της fintech Wirecard, η πρόσφατη τάση όσον αφορά τις πτωχεύσεις ήταν αντίθετη με αυτό που συμβαίνει συνήθως σε μια ύφεση.
Σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, όπου μεγάλες εταιρείες όπως ο κολοσσός ενοικίασης αυτοκινήτων Hertz Global και ο πάροχος τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών Frontier Communications αναγκάστηκαν να υποβάλουν αίτηση πτώχευσης με βάση το Εδάφιο 11 του πτωχευτικού κώδικα της χώρας, ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες έχουν υπάρξει ιδιαίτερα "μεγάθυμες". Η Γερμανία κατέγραψε τον μικρότερο αριθμό εταιρικών πτωχεύσεων τουλάχιστον από το 1999. Οι πτωχεύσεις σε Αγγλία και Γαλλία είναι οι μικρότερες σε αριθμό εδώ και περισσότερα από 30 χρόνια.
Με μεγάλα τμήματα της οικονομίας να έχουν πληγεί ελάχιστα από την πανδημία, τα επιτόκια να βρίσκονται ακόμη σε ιστορικά χαμηλά, τους καταναλωτές να είναι έτοιμοι να ξοδέψουν τις οικονομίες που συγκέντρωσαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας και το Ταμείο Ανάκαμψης 750 δισεκατομμυρίων ευρώ της Ευρώπης έτοιμο να ξεκινήσει εκταμιεύσεις, είναι δελεαστικό να σκεφτεί κανείς ότι τα χειρότερα έχουν περάσει.
Ωστόσο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν πρέπει να θεωρούν τον "χαμηλό αριθμό πτωχεύσεων στην Ευρώπη ως ένδειξη εταιρικής υγείας", προειδοποιεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου - το οποίο επιβλέπει το χρηματοοικονομικό σύστημα της ηπείρου. Σημειώνει, δε, ότι σε ένα χειρότερο σενάριο η τρέχουσα ηρεμία μπορεί να είναι...
"η θάλασσα που υποχωρεί πριν από ένα τσουνάμι".
Λόγω των κρατικών εγγυήσεων για δάνεια, οι επιχειρηματικές καταρρεύσεις θα μπορούσαν επίσης να βλάψουν περαιτέρω τα δημόσια οικονομικά. Αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και άλλοι ηγέτες βιάζονται να χαλαρώσουν τους περιορισμούς των lockdown. Κάθε ημέρα χαμένων εσόδων βαθαίνει την "τρύπα" από την οποία οι εταιρείες θα πρέπει να εξέλθουν.
Οι "γνήσιες" επιχειρήσεις ζόμπι - εκείνες που ήταν οικονομικά μη βιώσιμες πριν από την πανδημία, αλλά κατάφεραν να αποφύγουν την υποβολή αίτησης για προστασία από τους πιστωτές τους μέσα στο 2020 - ωστόσο, θα παραμείνουν σε αυτή την τρύπα. "Πολλές χρεοκοπίες έχουν αναβληθεί, χωρίς να έχουν στην πραγματικότητα αποτραπεί", σημειώνει η γαλλική ασφαλιστική Coface. Η Euler Hermes, έτερη ασφαλιστική, αναμένει ότι οι κηρύξεις χρεοκοπίας παγκοσμίως θα είναι κατά 13% περισσότερες το 2021 σε σχέση με το 2019. Το 2022 αναμένει ότι οι πτωχεύσεις θα είναι 27% υψηλότερα σε σχέση με τις αντίστοιχες το 2019.
Δεδομένων των περιστάσεων, αυτή θα ήταν μια αξιοπρεπής καταγραφή. Ακόμη και κάποτε υγιείς εταιρείες βαρύνονται πια με τεράστια δάνεια και η επανέναρξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας φέρνει μαζί της νέους κινδύνους. Μετά από μια μακρά περίοδο χειμερίας νάρκης, οι επιχειρήσεις πρέπει να ξαναχτίσουν αποθέματα και να επαναπροσλάβουν προσωπικό, κινήσεις οι οποίες ενδεχομένως να τις βυθίσουν περαιτέρω στο χρέος.
Οι κλάδοι ταξιδίου και φιλοξενίας αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες, οι οποίες υπονομεύουν τη νότια Ευρώπη, όπου αντιπροσωπεύουν μεγαλύτερο ποσοστό της οικονομικής δραστηριότητας και οι κυβερνήσεις έχουν μικρότερες δημοσιονομικές δυνατότητες. Η Ισπανία και η Ιταλία ενδέχεται να δουν περισσότερες εταιρικές πτωχεύσεις σε σχέση με τη Γερμανία.
Ένας περίπλοκος "χορός" βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη, στον οποίο οι κυβερνήσεις και οι δανειστές προσπαθούν να "αποσωληνώσουν" τις επιχειρήσεις από την οικονομική υποστήριξη, ενώ διαχωρίζουν τις επιχειρήσεις με υγιείς μακροπρόθεσμες προοπτικές από εκείνες που δεν έχουν ελπίδα επιβίωσης.
Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι πάντα εύκολος.
Μετά από μια μεγάλη ανάπαυλα, η Γερμανία αναφέρει ότι οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις πρέπει να υποβάλλουν άμεσα αιτήσεις αφερεγγυότητας. Μια ασφαλιστική δικλείδα της γερμανικής κυβέρνησης για την εξασφάλιση πίστης για ζωτικής σημασίας εμπορικές πράξεις λήγει τον επόμενο μήνα.
Και όμως, με εθνικές εκλογές να επίκεινται σε Γερμανία και Γαλλία και κυβερνήσεις παντού υπό πίεση για τον τρόπο που χειρίστηκαν την πανδημία, υπάρχει ένας έντονος πειρασμός η "κάνουλα" της ρευστότητας να κρατηθεί ανοικτή. Ας κοιτάξει κανείς πώς το Παρίσι έχει "πλημμυρίσει" με χρήματα την Air France-KLM. Στις μικρές επιχειρήσεις της Βρετανίας έχουν δοθεί έως και 10 χρόνια για την αποπληρωμή των λεγόμενων δανείων "Bounce Back". Μεγάλο μέρος των 47 δισεκατομμυρίων λιρών (65 δισεκατομμυρίων δολαρίων) που δανείστηκαν πιθανότατα δεν θα επιστραφούν ποτέ.
Δεν είναι περίεργο το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες ακούγονται αρκετά ενθουσιώδεις σχετικά με τον εμπορικό δανεισμό. Η Lloyds και η HSBC έχουν αναστρέψει ορισμένες προγενέστερες προβλέψεις που είχαν λάβει για επισφαλή δάνεια, ενώ η Erste της Αυστρίας αναφέρει ότι η "συντριπτική πλειονότητα" των πελατών της επαναλαμβάνει πλέον την πληρωμή δόσεων δανείων "χωρίς καθυστέρηση". Ακόμα κι αν αυτή η εμπιστοσύνη αποδειχθεί υπεραισιόδοξη, ο χρηματοπιστωτικός κλάδος είναι καλύτερα κεφαλαιοποιημένος σε σχέση με την περίοδο πριν την τελευταία ύφεση. Οι μέτοχοι μοιάζουν επίσης πιο αισιόδοξοι: ο τραπεζικός δείκτης Euro Stoxx έχει καταγράψει άνοδο 23% από τις αρχές του έτους.
Οι "αρχιερείς" της ελεύθερης αγοράς θα ισχυριστούν ότι η απόφαση της Ευρώπης να στηρίξει επιχειρήσεις-ζόμπι έχει ήδη δημιουργήσει μακρόπνοη ζημία, εμποδίζοντας τη μετάβαση εργασίας και κεφαλαίου σε πιο δυναμικές επιχειρήσεις.
Η δημιουργική καταστροφή είναι απαραίτητη στον καπιταλισμό, σημειώνουν. Η παραγωγικότητα θα υποφέρει.
Αυτό είναι κάπως ωμό. Ενώ η κολοσσιαία κρατική παρέμβαση είναι συχνά κακά στοχευμένη, έχει αποτρέψει την κατάρρευση και υγιών επιχειρήσεων Οι εργαζόμενοι διατήρησαν τις δουλειές τους και οι τράπεζες μπόρεσαν να συνεχίσουν να παρέχουν πίστη. Η ύφεση στην Ευρώπη ήταν βάναυση, αλλά θα μπορούσε να είχε αποδειχθεί πολύ χειρότερη.
Πριν από έναν χρόνο, καμία τράπεζα ή κυβέρνηση δεν μπορούσε να κρίνει εύλογα ποιων εταιρειών οι προοπτικές είχαν μόνιμα υποβαθμιστεί. Τώρα θα πρέπει να έχουν πολύ καλύτερη εικόνα. Αναμφισβήτητα, ορισμένες σκληρές αποφάσεις θα πρέπει να ληφθούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου