Η προειδοποίηση του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν προς τον Τούρκο ομόλογό του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον οποίο ευθέως κατηγόρησε ότι παίζει «επικίνδυνο παιχνίδι» στη Λιβύη, θα πρέπει να δημιούργησε αίσθημα ανακουφίσεως στην Αθήνα.
Θα ήταν όμως σώφρον να προκαλεί ταυτόχρονα περίσκεψη, καθώς η γαλλική στρατιωτική παρέμβαση στη Λιβύη, της οποίας ηγήθηκε ο τότε πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, τον Μάρτιο του 2011, απλώς ισχυροποίησε τη θέση της Τουρκίας αλλά και της Ρωσίας σε αυτή τη χώρα της βορείου Αφρικής.
Η Γαλλία είναι αδιαμφισβήτητα μια σημαντικότατη δύναμη, που διαμόρφωσε τη σημερινή πολιτική φυσιογνωμία της Ευρώπης. Είναι η μόνη χώρα που διαθέτει πυρηνικό οπλοστάσιο μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. και τις ισχυρότερες Ενοπλες Δυνάμεις στην Ενωση.
Αλλά το πλεονέκτημα αυτό δεν ενισχύει το ειδικό πολιτικό της βάρος στις εξελίξεις της Μεσογείου. Η Ιταλία, αντιθέτως, φαίνεται να κινείται πιο αποτελεσματικά, διεκδικώντας κάποιο ρόλο σε μια ρύθμιση της λυβικής περιπλοκής. Εξ ου και η επίσκεψη του Ιταλού υπουργού Εξωτερικών στην Αγκυρα πριν από λίγες ημέρες.
Και εάν μεν ο κ. Μακρόν έμενε μόνον σε αυτή τη γενική ρητορική τοποθέτηση, στην οποία η Αγκυρα αντέδρασε δριμύτατα, τότε τα πράγματα δεν θα ήταν και προς θάνατον. Αλλά εκφράζοντας την κατανόησή του προς τον πρόεδρο της Αιγύπτου που απείλησε να εμπλακεί ευθέως στον πόλεμο της Λιβύης, ο κ. Μακρόν φαινόταν να ενθαρρύνει διεύρυνση της συρράξεως.
Το μόνον που επέτυχε ήταν μια άμεση παρέμβαση της Μόσχας, που διά του υπουργού των Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, και κατόπιν συνεννοήσεώς του με την Αγκυρα και το Κάιρο, επέτυχε συμφωνία καταπαύσεως των εχθροπραξιών και αναζήτηση πολιτικής λύσεως.
Συμπλέει η γαλλική πολιτική με τα συμφέροντα της Ελλάδος σε αρκετά σημεία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου