Ο Λάζαρος, λέει, μετά που τον ανέστησε ο Κύριος δεν ξαναγέλασε. Γνωρίστηκε με τον κυρ-Άδη και κατάλαβε από πρώτο χέρι του κόσμου την ματαιότητα – πού όρεξη για γέλια…
Σταματήσαμε να βάζουμε κέρματα στα μάτια. Όχι γιατί πιστέψαμε στο της τραγουδοποιίας του Μάρκου τ’ άκουσμα: «αφού στον άλλονε ντουνιά λεφτά δε θα περνάνε…». Όχι… «Σάμπως ζωντανοί μόνον για το χρήμα είχαν μάτια», λέμε∙ «ας μην τους το βάλουμε στους οφθαλμούς μπροστά για να το βλέπουν κι αποθαμένοι…». «Γεια σου Μάρκο, άψιλε!». «Γεια σου κι εσένα Κασσιανή με το τροπάριό σου!». «Κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας, ο κλίνας τους ουρανούς, τη αφάτω σου κενώσει».
Θα φυτρώσουν πολλές παπαρούνες φέτος.
«Μαργαριτάρια μου, αδάμαντές μου, μην λυπηθείτε, μην κλαίτε, μόνο προ της κανδήλας του Χριστού κάθε εορτή ανάψατε έναν κηρίον και παρακαλέσατέ Τον να δώσει χρόνια πολλά εις τους θείους σας και τη μητέρα σας. Εγώ δια σας θα παρακαλέσω τον Θεόν και ελπίζω να μου τα χαρίσει».1 «Ιησούς ουν, πάλιν εμβριμώμενος εν εαυτώ, έρχεται εις το μνημείον» (Ιω. 11,38). Εν τη πόλη Αμασεία ίστατο δε ωρολόγιον εν πύργω υψηλώ εν μέσω της αγοράς. Εκεί στήθηκαν οι αγχόνες. Τι αξία έχει ο χρόνος;
«Τεταρταίος γάρ εστι» (Ιω. 11,38). Τέσσερις ώρες, τέσσερις μέρες, τέσσερα χρόνια ή τετρακόσια... Του Λαζάρου κοινώνησαν στο Μεσολόγγι. «Λαζάρου, ξημερώματα των Βαΐων, βγαίνουμε». «Και ταύτα ειπών φωνή μεγάλη εκραύγασε· Λάζαρε, δεύρο έξω» (Ιω. 11.43). Και βγήκανε. «Βλέποντας εγώ την σιωπήν, εσηκώθηκα εις το πόδι, και τους ωμίλησα λόγια δια να εμψυχωθούν∙ τους είπα ότι το Μισολόγγι εχάθη ενδόξως, και θα μείνει αιώνας αιώνων η ανδρεία. Εάν βάλωμεν τα μαύρα και οκνεύσωμεν, θα πάρωμεν το ανάθεμα και θα πάρωμεν το αμάρτημα των αδυνάτων όλων»2. «Άρατε τον λίθον» (Ιω. 11, 39). Κάντε κάτι κι εσείς, γίνετε συνεργοί μου. Υπάρχετε∙ έτσι δεν είναι; Μην «βάλωμεν τα μαύρα και οκνεύσωμεν»… Άιντε μωρέ! «Δεινόν η ραθυμία!».3
Ελπίζω όλη τη Μεγάλη Βδομάδα να βρέχει. «Μεγάλη η μετάνοια!».3 Έτσι πρέπει φέτος, ότι θυμώσανε οι ποταμοί του αίματος από τις προδοσίες. «Τω δόγματι, τω τυραννικώ, οι όσιοι τρεις Παίδες μη πεισθέντες, εν τη καμίνω βληθέντες, Θεόν ωμολόγουν ψάλλοντες· Ευλογείτε τα έργα, Κυρίου τον Κύριον».4 Δεν έσκυψαν οι τρεις παίδες το κεφάλι στον τύραννο. Ούτε του Μαχαιρά ο Σταυραετός Γρηγόρης Αυξεντίου. Έβρεχε εκείνην τη μέρα…
«Κύριε;».
_____
1. «Ο Σοφοκλής Παπαδάκης γράφει στα παιδιά του πριν από την αγχόνη στην Αμάσεια – Ανέκδοτο ντοκουμέντο». Πηγή: pontos-news.gr.
2. Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής: Από τα 1770 έως τα 1836, Αθήνησιν: Τύποις Χ. Νικολαΐδου, 1846.
3. Ακολουθία του Όρθρου της Μ. Τετάρτης.
4. Αγίου Κοσμά του μελωδού, Ακολουθία του Όρθρου της Μ. Τρίτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου