Σκέπτομαι σήμερα «άραγε τι ήθελε να πει ο ποιητής». Δοκιμάζω μερικές σκέψεις: αμόλυντη και άσπιλη από τα καρκινικά μελανώματα της εξουσίας, δεκτική προς τη διαφορετική άποψη, κατά της βίας, με διάθεση κοσμοπολιτισμού, υπό τη διαχρονική επιρροή ενός Ζαν Ζορές, και σίγουρα διεθνιστική και καθόλου εθνικιστική, η Αριστερά τότε έμοιαζε όντως σαν μια «διαρκής ευαισθησία». Ευαισθησία απέναντι σε μιαν «αναίσθητη», χοντροκομμένη δεξιά που, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν υποψιαζόταν καν τι εστί διεθνές πεδίο, νέα ρεύματα, σκεπτόταν αποκλειστικά με όρους προσωπικού, μικροπολιτικού κέρδους, αδυνατώντας και αδιαφορώντας να διακρίνει τις λεπτές αποχρώσεις στα πράγματα. Κάπου στο μεταίχμιο βρισκόταν ενίοτε το ΠΑΣΟΚ, η αρχομανία και η απληστία του όμως, η ξιπασιά και ο κομματισμός (πόσοι θυμούνται τον όρο «πρασινοφρουρός» σήμερα;) δεν άφηναν τελικώς περιθώρια για πολλά πράγματα. Ή αλλιώς (και με μια διάθεση χαριτολογίας): ο Λεωνίδας Κύρκος άκουγε την Ηρωική του Μπετόβεν και ο Ακης τράβαγε τις επιδεικτικές ζεϊμπεκιές του σε νυχτερινά σκυλάδικα· ο Κώστας Σημίτης ήταν απλώς μια (κάπως ανεξήγητη σήμερα) παρένθεση στον ελληνικό πολιτικό βίο.
Εκείνη η Αριστερά είχε ιδωθεί ως μια «διαρκής ευαισθησία» διότι είχε διακρίνει και είχε έγκαιρα καταδικάσει τη δικτατορία του προλεταριάτου, τον σοβιετικό αυταρχισμό, τα σταλινικά εγκλήματα και το μπρεζνιεφικό τέλμα, είχε επίσης κάνει την αυτοκριτική της για πολλά από τα εγκλήματα του αριστερού στρατοπέδου στον Εμφύλιο.
Είχε και εκείνη τις αγκυλώσεις της (όπως μπορούν μια χαρά να έχουν και οι φιλελεύθεροι), ο Μαρξ ισοδυναμούσε πάντοτε με ευαγγέλιο, εξιδανίκευε αβασάνιστα τον κάθε ηττημένο μετατρέποντάς τον σε άγιο, διεκδικούσε όμως μια θέση στη μεγάλη οικογένεια της ευρωπαϊκής αριστεράς, κινούμενη σαφώς εντός του κοινοβουλευτικού τόξου.
Υποτίθεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η συνέχεια εκείνης της Αριστεράς που προήλθε από το ΚΚΕ Εσωτερικού και εν συνεχεία έγινε «Συνασπισμός» – στον οποίο όμως εισήλθαν στοιχεία του ΚΚΕ (εκ Περισσού) μετά την τελευταία του διάσπαση (1991-92), πρόσωπα που παίζουν ηγετικό ρόλο σήμερα, από τον κ. Λαφαζάνη μέχρι τον κ. Δραγασάκη, ο οποίος, θυμίζω, είχε διεκδικήσει τη γενική γραμματεία του ΚΚΕ από την κ. Παπαρήγα (κι ας μη λησμονούμε ότι ο ίδιος ο κ. Τσίπρας προέρχεται από την ΚΝΕ).
Η ηγεσία Αλέκου Αλαβάνου και η δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ίσως και το σημείο ενός σταδιακού μα βίαιου (θυμάστε την κομψή «εκπαραθύρωση» του αείμνηστου Μιχάλη Παπαγιαννάκη;) αποχωρισμού ανάμεσα στη διεθνιστική, ουμανιστική αριστερά και στη σημερινή της μετάλλαξη που κυβερνά μετά βαΐων και κλάδων με ένα κόμμα της υστερικής λαϊκής δεξιάς (βαφτίζοντάς το μάλιστα «κεντροδεξιό»).
Με άλλα λόγια, νεαροί «καθοδηγητές» του ’70 και του ’80, βαπτισμένοι σε μια βαθιά απαξίωση και καχυποψία προς τις δυτικές δημοκρατίες και έμπλεοι μιας εγγενούς εχθρότητας απέναντι σε κάθε έννοια κοινοβουλευτισμού, με έναν κοντόθωρο μαρξισμό και μια νοσηρή νοσταλγία για την εμφυλιακή ήττα και μια διαρκή φρασεολογία ρήξης, απολαμβάνουν σήμερα, μαζί με λογής λογής εκπροσώπους του έξαλλου αριστερισμού κι ενός στομφώδους εθνοπατριωτισμού, την εξουσία. Η οικονομική κρίση ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να τους συμβεί τελικώς...
Η ειρωνεία είναι ότι:
Mέχρι πρότινος ακόμα και μεγάλα ξένα μέσα ενημέρωσης νόμιζαν ότι έχουν να κάνουν με μια «ευρωπαϊκή αριστερά». Αλλά η αλλοτινή «διαρκής ευαισθησία» έχει από καιρό μεταλλαχθεί σε «διαρκή προσβολή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου