"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΤΟΥΡΚΙΑ: "Ομιλείτε την οθωμανική;"

Του Κώστα Ράπτη

Σαν να μην έφταναν οι τόσες άλλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει, η Τουρκία διχάζεται από το ζήτημα της διδασκαλίας της... οθωμανικής γλώσσας.

Τη συζήτηση άνοιξε το Εθνικό Συμβούλιο Εκπαίδευσης, συμβουλευτικό σώμα 600 μελών το οποίο συγκεντρώνει εκπροσώπους της κρατικής μηχανής, των σωματείων των εκπαιδευτικών, των γονέων των μαθητών κ.ο.κ., με σαφή πλειοψηφία των προσκείμενων στο κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης.

Στην συνεδρίαση της ολομέλειας του Συμβουλίου την προηγούμενη εβδομάδα, κατατέθηκαν πολλές προτάσεις οι οποίες κατατείνουν στη διαμόρφωση ενός λιγότερο “κεμαλικού” και περισσότερο “ισλαμικού” εκπαιδευτικού προτύπου: άρση της υφιστάμενης απαγόρευσης του κατά φύλα διαχωρισμού των σχολείων, εισαγωγή της οθωμανικής γλώσσας ως υποχρεωτικού μαθήματος στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, διδασκαλία των θρησκευτικών από την πρώτη δημοτικού, ακόμη και απαγόρευση της διδασκαλίας των σχετικών με τα αλκοολούχα ποτά στις σχολές τουριστικών επαγγελμάτων.

Εντέλει, σε μια συμβιβαστική κίνηση παραλείφθηκαν από τις τελικές συστάσεις του Συμβουλίου οι περισσότερο ακραίες προτάσεις, αλλά εγκρίθηκαν οι ουσιωδέστερες: η επέκταση της διδασκαλίας των θρησκευτικών (ακόμη και στα νηπιαγωγεία, με τη μορφή “μαθήματος αξιών”) και η εισαγωγή της οθωμανικής γλώσσας ως υποχρεωτικού μαθήματος στα ιεροσπουδαστήρια (imam-hatip) και ως προαιρετικού στα συμβατικά λύκεια.

Υπενθυμίζεται, ότι με απόφαση της κυβέρνησης Davutoglu τον περασμένο Σεπτέμβριο επιτρέπεται η ισλαμική μαντήλα στις μαθήτριες 10 ετών και άνω, και η μετατροπή μεγάλου αριθμού συμβατικών γυμνασίων και λυκείων σε imam-hatip. Πρόκειται, άλλωστε, για τα σχολεία που ανέδειξαν τους περισσότερους από τους νυν κυβερνώντες, οι οποίοι με τη σειρά τους τα ενίσχυσαν παντοιοτρόπως. Το 2004, 90.000 μαθητές φοιτούσαν σε 453 imam-hatip – δέκα χρόνια μετά, 474.000 μαθητές παρακολουθούσαν 952 ιεροσπουδαστήρια λυκειακού επιπέδου.

Όμως το ζήτημα που προκάλεσε τις εντονότερες αντιδράσεις, και στην πολιτική σφαίρα, αφορά τη διδασκαλία της οθωμανικής. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, καθώς θίγει τη θεμελιώδη αντίφαση της οικοδόμησης σύγχρονης τουρκικής εθνικής ταυτότητας.

Η γλώσσα των σουλτάνων (οσμανλίδικα) αποδιδόταν με την αραβική γραφή - όπως αντιστοιχούσε σε γλώσσα ομιλούμενη από πιστούς μουσουλμάνους - και ήταν πλούσια σε αραβικά και περσικά δάνεια. Η απόφαση του Kemal Atatürk το 1928 να επιβάλλει την αποκλειστική χρήση του λατινικού αλφαβήτου (με διακριτικά εμπνευσμένα από τη γερμανική ορθογραφία, ώστε, σε πλήρη αντίθεση με την αραβική γραφή, η γραπτή αποτύπωση της τουρκικής να είναι σχεδόν φωνητική) και να ενθαρρύνει τον “καθαρισμό” της γλώσσας από όσο το δυνατόν περισσότερα αραβικά και περσικά δάνεια, υπήρξε η σημαντικότερη από τις εκσυγχρονιστικές τομές που επέφερε ο θεμελιωτής της Τουρκικής Δημοκρατίας. Η μεταρρύθμιση αυτή είχε ως πρότυπό της την υιοθέτηση από τους μπολσεβίκους της λατινικής προκειμένου να αποκτήσουν γραπτή φιλολογία οι γλώσσες (πολλές από αυτές, συγγενικές προς την τουρκική) όλων των εθνοτήτων της Σοβιετικής Ένωσης.

Η στροφή του Kemal στη λατινική γραφή, με όλες τις θετικές συνέπειες που είχε για την διευκόλυνση του αλφαβητισμού, σήμανε ωστόσο μια ριζική αποκοπή των Τούρκων με το ιστορικό παρελθόν τους, όπως αυτό είχε αποτυπωθεί στα οσμανλίδικα. Πράγματι οι περίτεχνες επιγραφές που κοσμούν κάθε κρήνη, επιτύμβια στήλη ή μνημείο της Τουρκίας αποτελούν ακατανόητο εξωτισμό για τους κατοίκους της γείτονος.

Οι εξωφρενισμοί στους οποίους συχνά οδηγήθηκε έκτοτε η τουρκική “εθνική αφήγηση” (π.χ. η τουρκική ως μητέρα όλων των γλωσσών του κόσμου) δεν είναι άσχετοι με αυτή την εκρίζωση.

Αυτό δείχνει να πιστεύει και ο Tayyip Erdoğan, ο οποίος, προσφωνώντας τη Δευτέρα το 5ο Συνέδριο του πανίσχυρου Diyanet (ήτοι της κρατικής Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων) διαπίστωσε πως η κατάργηση της αραβικής γραφής ήταν μία τραγωδία για αυτό το έθνος, το οποίο είχε ανώτερη επιστημονική κληρονομιά, αλλά έχασε τη σοφία του” και διαμήνυσε προς τους διαφωνούντες ότι “είτε το θέλουν είτε όχι η οθωμανική θα διδάσκεται και θα μαθαίνεται σε αυτή τη χώρα”.

Ματαίως ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης Akif Hamzaçebi υπενθύμισε ότι ο Erdoğan, ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας πλέον, δεν δικαιούται να τοποθετείται με τέτοιον απόλυτο τρόπο σε ζητήματα κυβερνητικής πολιτικής, ενώ η βουλευτίνα του ίδιου κόμματος Binnaz Toprak αναρωτήθηκε γιατί ο ακαδημαϊκός και πρώην φοιτητής της Ahmet Davutoğlu δεν εξέμαθε την οθωμανική, αν αυτή αποτελεί όντως τόσο μεγάλο μορφωτικό εφόδιο.

Την ειρωνεία του πράγματος ανέδειξε κατεξοχήν ο επικεφαλής του φιλοκουρδικού κόμματος HDP, Selahattin Demirtaş, ο οποίος υπενθύμισε ότι το κατεξοχήν πρόβλημα της σημερινής Τουρκίας είναι η απαγόρευση της διδασκαλίας άλλων μητρικών γλωσσών από την τουρκική. Πρόσθεσε δε ότι οι αντιρρήσεις δεν αφορούν τα οσμανλίδικα ως αντικείμενο διδασκαλίας, αλλά την απόπειρα επιβολής της, λέγοντας χαρακτηριστικά: 
“και όλος ο στρατός να έρθει, δεν θα μάθει με το ζόρι στις κόρες μου οθωμανικά”.

Αλλά η ”γλώσσα” της επιβολής είναι το πραγματικό μητρικό ιδίωμα του τουρκικού κράτους, ανεξαρτήτως συγκυριών. Όπως επεσήμανε ο αρθρογράφος της αγγλόφωνης ιστοσελίδας της Hurriyet, Mustafa Akyol το μόνο που δεν θίγει η πρόσφατη συζήτηση περί εκπαιδευτικών πολιτικών είναι η ανάγκη προώθησης της κριτικής σκέψης. Απλώς η ισλαμοκεντρική, νεο-οθωμανική νοσταλγία των νυν κυβερνώντων φιλοδοξεί να αντικαταστήσει την καλλιέργεια του κοσμικού δογματισμού του κεμαλισμού. Η “Νέα Τουρκία” - καταλήγει- δεν είναι ατυχώς και τόσο νέα, τελικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: