Του ΑΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ
Τα προβλήματα της αστυνομίας είναι χρόνια και γνωστά σε όλους. Υπάρχει ένα τεράστιο έλλειμμα πρακτικής εκπαίδευσης. Η αστυνομία δρα σε μεγάλο βαθμό τεμπέλικα, αυθαίρετα, σπασμωδικά, χωρίς στρατηγική και σεβασμό στον πολίτη. Παράλληλα, εκλείπει το θεωρητικό υπόβαθρο που είναι αναγκαίο για την καλλιέργεια δημοκρατικής κουλτούρας στο Σώμα. Η γνώση του νόμου, η κοινωνική αγωγή και η ψυχολογική αξιολόγηση αντιμετωπίζονται ως περιττές πολυτέλειες, περίπου σαν υλικό που ταιριάζει μόνο σε κινηματογραφικές απεικονίσεις της αστυνομίας, ενώ κανονικά αποτελούν απολύτως αναγκαίες προϋποθέσεις για την εύρυθμη λειτουργία των Σωμάτων Ασφαλείας, αλλά και για την ίδια τη χρησιμότητα της ύπαρξής τους.
Δεν έχουμε ανάγκη από ερασιτεχνικές μορφές αστυνομίας. Εχουμε ανάγκη από επαγγελματίες που γνωρίζουν τον ρόλο και την αποστολή τους σε βάθος.
Αυτό που συνέβη στη Νέα Σμύρνη την προηγούμενη εβδομάδα ήταν μία ακόμη κραυγαλέα στιγμή κρατικής ανεπάρκειας και αντιεπαγγελματισμού, όπου οι επιφορτισμένοι με την υποχρέωση να υπερασπιστούν την κοινωνική ειρήνη ξέχασαν πως το επάγγελμά τους συνεπάγεται περιστολή του αυτοπροσδιορισμού τους. Ο θυμός, οι προσωπικές βεντέτες και οι ιδεολογικές προτιμήσεις δεν έχουν θέση όταν ένα όργανο της έννομης τάξης καλείται να τη διατηρήσει. Αυτό που μετράει κατά την άσκηση του καθήκοντος είναι η αποτελεσματικότητα στο πλαίσιο που ορίζεται από τον νόμο. Η υπέρβαση του αναγκαίου μέτρου είναι δηλωτική ανεπίτρεπτης άγνοιας, επιχειρησιακής δυσχέρειας κι εύθραυστης ψυχικής συγκρότησης, που δεν συμβαδίζουν με το είδος της δουλειάς. Ομως, όποιος δεν αντέχει τη ζέστη δεν έχει παρά να βγει από την κουζίνα. Γιατί η κουζίνα πάντα θα βράζει και αυτό είναι κάτι που λόγω της φύσης του αντικειμένου δεν μεταβάλλεται.
Τα αντίποινα της Τρίτης, ωστόσο, είχαν ελάχιστη σχέση με τα συστημικά προβλήματα της ΕΛ.ΑΣ., ακόμη κι αν πολλοί θεώρησαν συνετό να περιβάλουν τα πρώτα με την ωραιοποιητική κορδέλα της δικαιολογημένης αντίδρασης. Στην πραγματικότητα, η φρίκη που παρακολουθήσαμε δεν ήταν ούτε δικαιολογημένη, αλλά ούτε και αντίδραση.
Πέρα από τις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος με τις πολύ αυστηρές του προϋποθέσεις (ανεξάρτητα από το αν αυτές τηρούνται), η βία δεν είναι ποτέ άλλοτε δικαιολογημένη.
Κάθε φαντασίωση περί του αντιθέτου βρίσκεται εκτός δημοκρατικού πλαισίου, όσο συγκινητική ή καλλιεπής κι αν παρουσιάζεται. Επιπλέον, από την προβλεψιμότητα της φασαρίας και τον ξεκάθαρο συντονισμό πίσω από αυτήν προκύπτει ότι δεν επρόκειτο για αυθόρμητη, αντανακλαστική δράση, αλλά για οργανωμένο σχέδιο γνωστών πολιτικών χώρων, που εξυφαίνεται εδώ και καιρό, ψάχνοντας την αναγκαία θρυαλλίδα για να ξεσπάσει. Η αφορμή που τελικά δεν δόθηκε από την υπόθεση Κουφοντίνα δόθηκε βολικά και βλακωδώς από τα γεγονότα της Κυριακής στη Νέα Σμύρνη. Η πρόθεση όμως προϋπήρχε και είναι ανεξάρτητη από την αδυναμία των αστυνομικών να εκπληρώσουν ορθά τον καταστατικό τους στόχο. Η τελευταία, προφανώς, εξακολουθεί να υπάρχει στο ακέραιο.
Σε κάθε περίπτωση, όταν η κοινωνική ένταση απειλεί την ασφάλεια των πολιτών, η ευθύνη αποσυμπίεσής της βαραίνει την κυβέρνηση. Δεν έχει σημασία αν η ένταση είναι τεχνητή ή προϊόν φυσικών ζυμώσεων. Δεν έχει σημασία αν η αντιπολίτευση πλειοδοτεί στο εμφυλιοπολεμικό κλίμα και ενορχηστρώνει αντικοινωνικές εξελίξεις ελπίζοντας σε παρεμπίπτοντα πολιτικά κέρδη. Η κυβέρνηση δεν έχει ψηφιστεί για να λυπάται τον εαυτό της, αλλά για να διαχειρίζεται σύνθετα προβλήματα οποιασδήποτε προέλευσης στη βάση μιας στρατηγικής ενότητας και συλλογικού οφέλους. Το μήνυμα του πρωθυπουργού το βράδυ της Τρίτης προς τους πολίτες δεν κινήθηκε προς την κατευναστική κατεύθυνση που ήλπιζε, γιατί κατά κάποιον τρόπο φάνηκε πολύ λίγο, πολύ αργά. Η ενότητα δεν εμπνέεται όταν η κατάσταση έχει ήδη ξεφύγει, αλλά την κρίσιμη εκείνη στιγμή που αρχίζει να απορρυθμίζεται.
Φυσικά, τα δύο βασικά προβλήματα παραμένουν και είναι πολύ πιο βαθιά απ’ ό,τι μας αρέσει να παραδεχόμαστε.
Αφενός, η μεταρρύθμιση στον τρόπο λειτουργίας της ΕΛ.ΑΣ. δεν είναι δουλειά που μπορεί να γίνει μέσα σε ένα βράδυ, ένα μήνα ή ένα χρόνο. Απαιτεί, πέραν της πολιτικής βούλησης, τεχνογνωσία που ενδέχεται και να μη διαθέτουμε, αλλά και ένα μακρό χρονικό διάστημα, ώστε να αφομοιωθεί και να παραγάγει ουσιαστικά αποτελέσματα.
Αφετέρου, ο ισχυρισμός ότι το πρόβλημα των ξεσηκωμένων με τις μολότοφ έγκειται στην παρεκκλίνουσα συμπεριφορά της αστυνομίας και μόνο, είναι ψευδής. Το πρόβλημα των ακροαριστερών με την αστυνομία είναι οντολογικό. Θα προτιμούσαν να μην υπάρχει. Η επιβολή της κρατικής εξουσίας, ακόμη και με νόμιμα μέσα, αποτελεί γι’ αυτούς μια δυσάρεστη πραγματικότητα ούτως ή άλλως.
Η περιρρέουσα ανησυχία για την εγκαθίδρυση αστυνομοκρατίας στην Ελλάδα είναι μια φαιδρότητα. Αστόχαστη και υποκριτική υπερβολή.
Το δόγμα «νόμος και τάξη» σε μια κοινωνία σαν την ελληνική, όπου το χάος και η περιφρόνηση των νόμων κατέχουν παραδοσιακά τόσο ισχυρή θέση στις συνειδήσεις των πολιτών, δεν έχει πεδίο εφαρμογής γιατί δεν ανταποκρίνεται σε κοινωνικό αίτημα (επομένως δεν φέρνει και ψήφους). Γι’ αυτό άλλωστε και οι αμετροεπείς κορώνες περί «χούντας», πέραν της πραγματολογικής τους ανακρίβειας, ηχούν τόσο σαθρές και ανεπίκαιρες.
Η υπέρμετρη αυστηρότητα δεν έχει ζήτηση στην Ελλάδα, άρα δεν κινδυνεύουμε από αυτήν.
Κινδυνεύουμε όμως από...
την πλήρη αποδιοργάνωση, στην οποία έχουν όλες οι πλευρές απογοητευτικά μεγάλη ροπή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου